της Μαργαρίτας Κουτσανέλλου

«I am not your Negro» (Δεν είμαι ο Νέγρος σου) είναι ντοκυμαντέρ του 2016, σκηνοθετημένο από τον Ραούλ Πεκ, το οποίο βασίζεται στο ημιτελές έργο του James Baldwin με τίτλο «Remember This House» («Να θυμάσαι αυτόν τον Οίκο»).

Το φιλμ σε σενάριο του Samuel Jackson, ερευνά την ιστορία του ρατσισμού στις ΗΠΑ βασισμένο σε σημειώσεις του Baldwin, οι οποίες δεν ξεπέρασαν τις τριάντα σελίδες, για τους ηγέτες των κινημάτων για τα πολιτικά δικαιώματα των μαύρων της Αμερικής, Medgar Evers, Malcolm X και Martin Luther King. Και οι τρεις αυτές εμβληματικές προσωπικότητες υπήρξαν φίλοι του και το γεγονός της δολοφονίας τους συντάραξε βαθιά το συγγραφέα. Υπήρξε δε ο λόγος, για τον οποίο εγκατέλειψε την Ευρώπη όπου ζούσε για να επιστρέψει στην Αμερική, κινούμενος από αίσθημα καθήκοντος απέναντι στα δεινά που οι ομόφυλοί του βίωναν στην άλλη μεριά του Ατλαντικού, στην κοιτίδα της υποτιθέμενης αρτιότερης δημοκρατίας του κόσμου, στις ΗΠΑ. Το φιλμ πραγματεύεται επίσης τις προσωπικές σκέψεις του συγγραφέα πάνω στην αμερικανική ιστορία. Το ντοκυμαντέρ, το οποίο αν και έχουν περάσει αρκετά χρόνια από την πρεμιέρα του εξακολουθεί να προσελκύει το ενδιαφέρον εκατομμυρίων θεατών, ήταν υποψήφιο στα 89α βραβεία Όσκαρ, ενώ κέρδισε το αντίστοιχο βραβείο BAFTA.

Με το κίνημα Black Lives Matter να συνταράσσει τη σύγχρονη Αμερική και τους φασίστες, ρατσιστές, οπαδούς του White Supremacy (Λευκή Υπεροχή) και του εγωπαθή Τραμπ-Νέρωνα να πυροδοτεί τον μεγάλο διχασμό της αμερικανικής κοινωνίας, το «I am not your Negro» καθίσταται όσο ποτέ επίκαιρο και αναγκαίο να το παρακολουθήσει κανείς, καθώς αποδίδει με εξαιρετικά διεισδυτικό τρόπο, χωρίς να χάνει τη λυρικότητά του, την τραγική πραγματικότητα των διακρίσεων και του βαθιά εκμεταλλευτικού και απάνθρωπου τρόπου που το αμερικανικό κράτος μεταχειρίστηκε τους αφροαμερικανούς. Την τραγική πραγματικότητα της παρακμάζουσας και καταρρέουσας κοιτίδας του καπιταλισμού, τις ΗΠΑ τις οποίες βλέπουμε σήμερα μπροστά στα μάτια μας να κατεδαφίζονται ολοταχώς. Η τόσο διαφημισμένη «αμερικανική δημοκρατία» με το σύμβολο της ελευθερίας να δεσπόζει στη μητρόπολη του αμερικανικού κράτους και του παγκόσμιου καπιταλισμού, η Νέα Υόρκη, θέλοντας να δηλώσει στους λαούς όλου του πλανήτη ότι ο καπιταλισμός πέτυχε την απελευθέρωση του ανθρώπου, αποδεικνύεται μία εγκληματική απάτη, αφού οι μαύροι της Αμερικής, μαζί με τους μετανάστες και τους εργάτες που συνέρρεαν σ’ αυτή, με την ελπίδα για ένα καλύτερο αύριο, δεν έπαψαν ποτέ να αποτελούν το υποζύγιο πάνω στο οποίο το αμερικανικό κράτος των λευκών έστησε την παγκόσμια πολιτική υπερδύναμή του, επιφυλάσσοντας για τους αφροαμερικανούς και τις άλλες μειονότητες, τον πιο αδυσώπητο ρατσισμό και βία.

Ο Τζέιμς Άρθουρ Μπόλντουιν (James Arthur Baldwin, 2 Αυγούστου 1924 – 1 Δεκεμβρίου 1987) ήταν Αμερικανός μυθιστοριογράφος, θεατρικός συγγραφέας και ακτιβιστής. Τα δοκίμια του, όπως συλλέγονται στο Notes of a Native Son (1955), διερευνούν τις περιπλοκές των φυλετικών, σεξουαλικών και ταξικών διακρίσεων στις δυτικές κοινωνίες, κυρίως στην Αμερική στα μέσα του 20ού αιώνα. Μερικά από τα γραπτά του Μπόλντουιν είναι βιβλία, όπως το The Fire Next Time (1963), το No Name in the Street (1972) και το The Devil Finds Work (1976). Ένα από τα μυθιστορήματά του, το If Beale Street Could Talk, προσαρμόστηκε στη βραβευμένη με Όσκαρ δραματική ταινία του 2018, Αν η Οδός Μπιλ Μπορούσε να Μιλήσει. Τα μυθιστορήματα και τα θεατρικά έργα του Μπόλντουιν αναπαριστούν θεμελιώδη προσωπικά ερωτήματα και διλήμματα εν μέσω σύνθετων κοινωνικών και ψυχολογικών πιέσεων που παρεμποδίζουν τη δίκαιη ενσωμάτωση, όχι μόνο των Αφροαμερικανών, αλλά και των ομοφυλόφιλων και αμφιφυλόφιλων ανδρών, ενώ παράλληλα απεικονίζουν κάποια εσωτερικευμένα εμπόδια στις αναζητήσεις αυτών των ατόμων για αποδοχή. Αυτή η δυναμική κυριαρχεί στο δεύτερο μυθιστόρημα του Μπόλντουιν, Το δωμάτιο του Τζοβάνι, γραμμένο το 1956, αρκετά πριν από το κίνημα απελευθέρωσης των ομοφυλόφιλων.

Το ντοκυμαντέρ ρεαλιστικό και λυρικό ταυτόχρονα, παραθέτει συγκλονιστικό οπτικό και άλλο υλικό, απαντώντας με τρόπο αποστομωτικό σε κάθε αρνητή ή ρήτορα μίσους που ψελλίζει όλα αυτά τα «ναι, μεν αλλά…», που τόσο συχνά ακούγονται σαν γελοία άμυνα από ρατσιστές και μισάνθρωπους φασίστες παντός είδους και κάθε αφορμής, σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης. Οι σκηνές από διαδηλώσεις λευκών μισανθρώπων εναντίον έγχρωμων παιδιών που με σφιγμένα τα δόντια και τις γροθιές ξεκινάνε να πάνε σχολείο, κάτω από τα ουρλιαχτά ανθρωπόμορφων τεράτων που είναι έτοιμοι να τα κατασπαράξουν, είναι αδύνατο να μη φέρει στο νου τις ανάλογες καταστάσεις που αντιμετωπίζουν στη χώρα μας και σε όλη τη γη οι μετανάστες και οι πρόσφυγες. Είναι αδύνατο να μη δεις στο πρόσωπο του μέλους του Συμβουλίου των Λευκών Πολιτών, όταν δηλώνει ότι κάθε αξιοπρεπής και στοργικός γονιός με αυτοσεβασμό πρέπει να πάρει το λευκό του παιδί από το διαλυμένο σχολείο που θα έχει συμμαθητές τα μαύρα παιδιά, τους διάφορους αγανακτισμένους γονείς της δικής μας επικράτειας που δηλώνουν ότι δεν πρόκειται να στείλουν τα παιδιά τους σε σχολεία που φοιτούν προσφυγόπουλα!

Ο λόγος του Μπάλντουιν ρέων και καθηλωτικός, είτε όταν εμφανίζεται αυτοπροσώπως, είτε μέσω της υποβλητικής ανάγνωσης των κειμένων του από τον Samuel Jackson, με τον ίδιο να εμφανίζεται σε πολλές σκηνές και κυρίως σε αποσπάσματα από την ιστορική τηλεοπτική συνέντευξή του στο Dick Cavett Show το 1968, καταρρίπτει και μόνο με την παρουσία του και το σπινθηροβόλο πνεύμα του κάθε γελοία θεωρία λευκής ανωτερότητας. Αποδομεί με την εξαιρετικά εκλεπτυσμένη φιλοσοφική σκέψη του τις στρουθοκαμηλικές θεωρίες των απολογητών της αμερικανικής δήθεν δημοκρατίας που ισχυρίζονται ούτε λίγο ούτε πολύ ότι η πάλη των μαύρων Αμερικανών εναντίον του ρατσισμού είναι αποκύημα εδραιωμένων συμπλεγμάτων των ίδιων και αρκεί να πάψουν οι ίδιοι να συγκρίνουν διαρκώς τους εαυτούς τους με τους άλλους με κριτήριο το χρώμα, για να πάψουν και οι διακρίσεις. Είναι χαρακτηριστικός στο θέμα αυτό ο διάλογος που διαμείβεται μεταξύ του λευκού καθηγητή φιλοσοφίας στο Γέιλ, Πωλ Γουάις, στη συγκεκριμένη εκπομπή όπου ο Μπάλντουιν δήλωσε ότι δεν είναι Νέγρος κανενός!

«ΝΤΙΚ ΚΑΒΕΤ: θα ήθελα να καλέσω κάποιον στη συντροφιά μας. τον καθηγητή φιλοσοφίας Πωλ Γουάις, ο οποίος κατέχει την υψηλότερη ακαδημαϊκή βαθμίδα στο Πανεπιστήμιο τον Γέιλ (Εισέρχεται ο Γουάις.) Μπορέσατε να παρακολουθήσετε την εκπομπή από τα παρασκήνια;  ΠΩΛ ΓΟΥΑΤΣ: Άκουσα ένα μεγάλο κομμάτι μα ύστερα βρέθηκα πίσω από το [ακατάληπτο], οπότε άκουσα ένα μέρος μόνο.  ΝΤΙΚ ΚΑΒΕΤ: Ακούσατε κάτι με το οποίο να διαφωνείτε;  ΠΩΛ ΓΟΥΑΪΣ: Διαφωνώ με αρκετά από όσα άκουσα… βέβαια, υπάρχουν και κάποια με τα οποία συμφωνώ. Νομίζω, όμως, πως ο συνομιλητής σας παραβλέπει ένα πολύ σοβαρό θέμα. Ο καθένας μας, πιστεύω, είναι τρομερά μόνος. Ζει τη δική του, ατομική ζωή. Αντιμετωπίζει κάθε λογής εμπόδια που σχετίζονται με τη θρησκεία του, το χρώμα του, το βάρος του, τη μορφή του, ή με την έλλειψη ικανοτήτων που ενδεχομένως να τον χαρακτηρίζει, και το ζήτημα είναι να γίνει άνθρωπος.  ΤΖΕΪΜΣ ΜΠΟΛΝΤΟΥΙΝ: Μα εγώ δεν αναφερόμουν σε αυτό το θέμα. Αναφερόμουν στις δυσκολίες, τα εμπόδια, τον απτό κίνδυνο του θανάτου που επισείει η κοινωνία στον νέγρο, τον μαύρο, όταν αυτός επιχειρήσει να γίνει άνθρωπος.  ΠΩΛ ΓΟΥΑΪΣ: Αυτή η έμφαση στο δίπολο μαύρος-λευκός αναδεικνύει όντως κάτι που υπάρχει στ’ αλήθεια, αλλά υπογραμμίζοντάς το ακριβώς, ή ίσως μεγαλοποιώντας το, μας κάνει να χωρίζουμε τους ανθρώπους σε κατηγορίες στις οποίες κανονικά δεν θα έπρεπε να χωρίζονται. Έχω περισσότερα κοινά με έναν μαύρο πανεπιστημιακό παρά με έναν λευκό που δεν εκτιμά την ακαδημαϊκή μόρφωση. Κι εσείς έχετε περισσότερα κοινά με έναν λευκό συγγραφέα παρά με κάποιον που δεν του αρέσει η λογοτεχνία γενικά. Γιατί λοιπόν, να επικεντρωνόμαστε πάντα στο χρώμα; Ή στη θρησκεία; Ή σε οτιδήποτε σχετικό; Υπάρχουν κι άλλα πράγματα που συνδέουν τους ανθρώπους. ΤΖΕΪΜΣ ΜΠΟΛΝΤΟΥΙΝ: Θα σας πω το εξής: όταν έφυγα από αυτή τη χώρα, το 1948, έφυγα για έναν και μόνο λόγο, για έναν και μόνο – και δεν μου καιγόταν καρφί πού θα πήγαινα, θα μπορούσα να έχω πάει στο Χονγκ Κονγκ, θα μπορούσα να έχω πάει στο Τιμπουκτού. Κατέληξα στο Παρίσι, στους δρόμους του Παρισιού, με σαράντα δολάρια στην τσέπη και με τη θεωρία ότι εκεί δεν μπορούσε να μου συμβεί τίποτα χειρότερο από όσα είχα ήδη πάθει εδώ. Μιλάτε για ανθρώπους που γίνονται συγγραφείς από μόνοι τους τότε, όμως, πρέπει να κλείσεις όλες τις κεραίες που σε συνδέουν με τη ζωή, γιατί άπαξ και γυρίσεις την πλάτη σε αυτή την κοινωνία, μπορεί να πεθάνεις. Μπορεί να πεθάνεις. Και είναι πολύ δύσκολο να καθίσεις μπροστά στη γραφομηχανή σου και να συγκεντρωθείς, αν φοβάσαι τον κόσμο που σε περιβάλλει. Τα χρόνια που έζησα στο Παρίσι μου πρόσφεραν ένα πράγμα: με απελευθέρωσαν από εκείνο τον πολύ συγκεκριμένο κοινωνικό τρόμο, που δεν ήταν αποτέλεσμα της παράνοιας του δικού μου μυαλού, αλλά πήγαζε από έναν πραγματικό κοινωνικό κίνδυνο, ορατό στο πρόσωπο κάθε αστυνομικού, κάθε αφεντικού, στο πρόσωπο όλων.

ΠΩΛ ΓΟΥΑΪΣ: Δεν είναι όλοι έτσι…  ΤΖΕΪΜΣ ΜΠΟΛΝΤΟΥΙΝ: Δεν ξέρω πώς νιώθουν οι περισσότεροι λευκοί σε αυτή τη χώρα. Μπορώ όμως να συμπεράνω πώς νιώθουν, από την κατάσταση των θεσμών τους. Δεν ξέρω αν οι λευκοί χριστιανοί μισούν ή όχι τους νέγρους, αλλά ξέρω ότι έχουμε μια χριστιανική Εκκλησία που είναι λευκή και μια χριστιανική Εκκλησία που είναι μαύρη. Ξέρω ότι, όπως το έθεσε κάποτε ο Μάλκολμ X, η ώρα που ο διαχωρισμός χτυπάει κόκκινο στη ζωή των Αμερικανών είναι τα μεσημέρια της Κυριακής. Αυτό μου λέει πολλά για ένα χριστιανικό έθνος. Σημαίνει ότι δεν μπορώ να εμπιστευτώ την πλειονότητα των λευκών χριστιανών, και σίγουρα δεν μπορώ να εμπιστευτώ τη χριστιανική Εκκλησία. Δεν ξέρω αν τα εργατικά συνδικάτα και οι επικεφαλής τους με μισούν στ’ αλήθεια -δεν έχει σημασία-, ξέρω όμως ότι δεν ανήκω στο συνδικάτο τους. Δεν ξέρω αν το κτηματομεσιτικό λόμπι έχει κάτι εναντίον των μαύρων, ξέρω όμως ότι το κτηματομεσιτικό λόμπι με κρατάει εγκλωβισμένο στο γκέτο. Δεν ξέρω αν το Υπουργείο Παιδείας μισεί τους μαύρους, ξέρω όμως τι βιβλία δίνει στα παιδιά μου να διαβάσουν και σε τι σχολεία αναγκαζόμαστε να πηγαίνουμε. Ιδού λοιπόν οι απτές αποδείξεις. Κι εσείς θέλετε να έχω πίστη, θέτοντας σε κίνδυνο τον εαυτό μου, τη σύζυγό μου, τη γυναίκα μου, την αδελφή μου, τα παιδιά μου, στο όνομα ενός ιδεαλισμού που με διαβεβαιώνετε ότι υπάρχει στην Αμερική, μα που δεν τον έχω δει ποτέ μου. (James Baldwin «Δεν είμαι ο νέγρος σου» (μετάφραση: Ισμήνη Θεοδωροπούλου, εκδόσεις Πόλις).

Το «Δεν είμαι ο Νέγρος σου» είναι ένα πυκνό έργο, που δίνει έναυσμα στο θεατή να ερευνήσει περισσότερο και να μελετήσει όλες τις πτυχές που αναδύονται από αυτό. Να έλθει εγγύτερα στην ίδια την αμερικανική ιστορία και την ιστορία του αφροαμερικανικού λαού και του μακρόχρονου αιματηρού πολιτικού του αγώνα κατά του ρατσισμού. Να μελετήσει τη βιογραφία και το έργο του ίδιου του Μπάλντουιν, αλλά και των δολοφονημένων μαύρων ηγετών που υπήρξαν η αφορμή για το ανολοκλήρωτο «Να θυμάσαι τον Οίκο». Να ερευνήσει τη σύγχρονη πραγματικότητα στις Ενωμένες Πολιτείες της Αμερικής και τον πολιτικό κλυδωνισμό που συντελείται εκεί, με εκπυρσοκροτητή τις εξεγέρσεις των καταπιεσμένων μαύρων μετά τη δολοφονία του Τζώρτζ Φλόιντ. Είναι σίγουρο ότι ο προφητικός σε πολλά σημεία Τζέιμς Μπάλντουιν δεν μπορεί παρά να έμπαινε μπροστά, καθώς ήταν η ελπίδα και η πεποίθηση ότι η καταπίεση των μαύρων αδελφών του μπορεί να αποτιναχτεί, εάν δοθεί ο αγώνας αυτός.