Από την 1η Ιανουαρίου 2022 ο κατώτατος μισθός, με τον οποίο αμείβονται κοντά 600.000 εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα, αυξήθηκε κατά 2%. Πρόκειται για την πρώτη αύξηση από το Φεβρουάριο του 2019, όταν η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ τον αύξησε κατά σχεδόν 11%. Με άλλα λόγια, η κυβέρνηση της ΝΔ αύξησε τον κατώτατο μισθό μετά από σχεδόν δύο χρόνια “παγώματος”.

Υπενθυμίζεται πως ήταν η οικουμενική κυβέρνηση Παπαδήμου (ΠΑΣΟΚ–ΝΔ–ΛΑΟΣ) που τον Φεβρουάριο του 2012 μείωσε με πράξη νομοθετικού περιεχομένου τον κατώτατο μισθό κατά 22%.

Έτσι, δέκα χρόνια μετά, και ενώ η Ελλάς έχει βγει εδώ και τέσσερα χρόνια (από το 2018) από τα Μνημόνια, ο κατώτατος μισθός “ανακτά” λίγο πάνω από το 50% του επιπέδου που είχε στην αρχή των Μνημονίων.

Ωστόσο, η “ανάκτηση” του χαμένου εδάφους θα γίνει μεγαλύτερη εντός του τρέχοντος, πρώτου εξαμήνου του νέου έτους, καθώς ο ίδιος ο Πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, υπό το βάρος του καλπάζοντος πληθωρισμού (5,5% το Γενάρη του 2022) έχει ήδη αναγγείλει νέα αύξηση.

Από την πλευρά του, ο Υπουργός Εργασίας Κωστής Χατζηδάκης έχει δηλώσει πως η δεύτερη αύξηση του κατώτατου θα είναι “αρκετά σημαντικότερη” από την πρώτη, με τις πληροφορίες να μιλούν για αύξηση 6%. Αυτό θα είναι το “μέρισμα” -όπως το χαρακτήρισε ο Χατζηδάκης- από την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας το 2021 αλλά και τις θετικές προβλέψεις για το 2022…

Αν επαληθευθούν οι πληροφορίες, τότε η κυβέρνηση θα έχει διαψεύσει τις προγραμματικές δεσμεύσεις της.

Σύμφωνα με αυτές, ο κατώτατος μισθός θα αυξάνεται, επί των ημερών της, κατά ποσοστό διπλάσιο σε σχέση με το ρυθμό του ΑΕΠ. Έτσι, δεδομένης της πρόβλεψης αύξησης του ΑΕΠ κατά 7,1% το 2021, ο κατώτατος μισθός το 2022 θα έπρεπε να αυξηθεί κατά …14,2%. Αντ’ αυτού, η κυβέρνηση έδωσε αύξηση 2% την 1η Ιανουαρίου του 2022 και θα δώσει νέα αύξηση το πολύ 6% το Μάιο, σύμφωνα με πληροφορίες. Συνολικά, δηλαδή 8%. Έτσι, η αύξηση θα είναι σχεδόν υποδιπλάσια σε σχέση με όσα προέκυπταν από τις προγραμματικές δεσμεύσεις της κυβέρνησης.

Ωστόσο, είχαμε ύφεση 9% το 2020, ανταπαντά η κυβέρνηση, λόγω των lock down και γενικότερα των περιοριστικών μέτρων κατά της εξάπλωσης της πανδημίας.

Έτσι, σύμφωνα με τις κυβερνητικές αιτιάσεις, ο Μητσοτάκης είναι και πολύ… “γενναιόδωρος”, καθώς ενώ είναι αρνητικός ο ρυθμός ανάπτυξης τη διετία 2020-2021 (σχεδόν -2%), δίνει το 2022 αυξήσεις κοντά στο 8% (2% από 1η Ιανουαρίου και πιθανότατα 6% τον Μάιο).

Αυτό σημαίνει πως η αύξηση που θα δώσει η κυβέρνηση στον κατώτατο μισθό το 2022 είναι πενταπλάσια του ρυθμού ανάπτυξης του ΑΕΠ της περασμένης διετίας… Δηλαδή, βλέποντας τις αποφάσεις για τον κατώτατο μισθό το 2022 με ορίζοντα 2020-2021 και όχι μόνο το 2022, η κυβέρνηση υπερακοντίζει τις αρχικές δεσμεύσεις της περί διπλάσιας -σε σχέση με το ΑΕΠ- αύξηση του κατώτατου μισθού.

Τι έπαθε, λοιπόν, ο Μητσοτάκης; Έχασε το… “λογαριασμό”; Και αν είναι έτσι, γιατί δεν έχουν ξεσηκωθεί ακόμα οι βιομήχανοι, αλλά και οι μικρομεσαίοι εναντίον του, κατηγορώντας τον για… “αριστερή” στροφή;

Και όχι μόνο αυτό, αλλά ο Μητσοτάκης έχει καταργήσει στην πράξη το ίδιο το θεσμικό πλαίσιο που διέπει τη διαδικασία λήψης της απόφασης της κυβέρνησης για την αναπροσαρμογή του κατώτατου μισθού. Βάσει αυτού έπρεπε να προηγηθεί αποστολή πορισμάτων από διάφορα think tanks των “κοινωνικών εταίρων” (ΣΕΒ, ΓΣΕΕ, κ.λπ.) αλλά και άλλων φορέων (Τράπεζα της Ελλάδας, ΙΟΒΕ, κ.λπ.) προς μια επιτροπή διαβούλευσης υπό το ΚΕΠΕ, έπειτα το ΚΕΠΕ έπρεπε να στείλει την πρότασή του στον Υπουργό Εργασίας και αυτός στο Υπουργικό Συμβούλιο, προκειμένου αυτό να αποφασίσει. Αντί γι’ αυτό, πολύ πριν ξεκινήσουν οι διαδικασίες αυτές, από τα τέλη του 2021 και πριν καν εφαρμοστεί η αποφασισμένη αύξηση 2% από την 1η Ιανουαρίου 2022, ο ίδιος ο Πρωθυπουργός έχει εξαγγείλει νέα αύξηση.

Μ’ άλλα λόγια, η κυβέρνηση αφού αθέτησε την προγραμματική δέσμευση για την “εξίσωση” αύξησης του κατώτατου (σ.σ. με βάση το ΑΕΠ), αθέτησε και το θεσμικό πλαίσιο των αποφάσεων, εξαγγέλλοντας αύξηση και μάλιστα “αρκετά σημαντικότερη” πριν καν ξεκινήσουν οι σχετικές διαδικασίες.

Τι έπαθε, λοιπόν, πάλι ο Μητσοτάκης; Ξέχασε το νόμο; Και αν είναι έτσι γιατί δεν βγήκε κανένας από τους εμπλεκόμενους στη διαβούλευση φορείς να τον καταγγείλει; Όταν η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, το 2019, χωρίς να έχει παραβιάσει τη διαβούλευση -εξαγγέλλοντας την αύξηση πριν ολοκληρωθούν οι διαδικασίες όπως έκανε ο Μητσοτάκης (αν και ποτέ δεν έκρυψε την πρόθεσή της να αυξήσει τον κατώτατο μισθό)- και ιδίως όταν προέβη στην αύξηση, σκύλιασαν οι εργοδοτικές οργανώσεις, ενώ ο ΣΕΒ προσέφυγε στο Συμβούλιο της Επικρατείας ζητώντας να κριθεί παράνομη η υπουργική απόφαση της τότε Υπουργού Εργασίας Έφης Αχτσιόγλου, σύμφωνα με την οποία η αύξηση 11% αφορούσε και το επίδομα τριετίας, το οποίο είχε καταργηθεί με μνημονιακό νόμο από το 2012…

Τώρα, όμως, ηχηρή… σιωπή από τα αφεντικά, όταν ο Μητσοτάκης φέρνει αύξηση  8% μετά από διετή ύφεση 2%, γράφοντας στα παλιά του τα παπούτσια τη διαδικασία που το ίδιο του το κόμμα ψήφισε το 2013.

Αυτό δείχνει πως μάλλον οι ίδιοι οι εργοδότες, στην καλύτερη περίπτωση, αδιαφορούν για τις “αυξήσεις” που αποφασίζει ο Μητσοτάκης με το δικό τους πορτοφόλι. Και αυτό γιατί θα αποφασίσουν οι ίδιοι αν και κατά πόσο θα δώσουν στην πράξη τις αυξήσεις αυτές στους δικαιούχους τους.

Επίσης, οι εργοδότες αδιαφορούν για τις διαδικασίες, καθώς ό,τι και αν προτείνουν οι ίδιοι, τα think tanks τους αλλά και οι διάφοροι φορείς (οι περισσότεροι από τους οποίους είναι κρατικοί, όπως ο ΟΜΕΔ, ο ΟΑΕΔ, το ΚΕΠΕ, ΕΙΕΑΔ, κ.λπ.), η κυβέρνηση θα αποφασίσει αυτό που αυτή πιστεύει.

Υπενθυμίζεται πως τη μισή σχεδόν δυνητική (με την έννοια ότι οι εργοδότες βρίσκουν τρόπο για να την αντισταθμίσουν) αύξηση 8% του κατώτατου μισθού την έχει χαρίσει απευθείας ο ίδιος σε όλους εργοδότες. Από το 2019, έχει μειώσει κατά 3,9% τις εισφορές, ενώ θα τις μειώσει επιπλέον 0,5% τον Ιούνιο. Συνεπώς οι εισφορές -το μεγαλύτερο μέρος των οποίων αφορά τους εργοδότες- θα έχουν πέσει έως τον Ιούνιο κατά 4,4%, ενώ δεν αποκλείεται νέα μείωση εισφορών κατά 0,6%.

Μάλιστα, η κυβέρνηση έχει καλύψει από τον κρατικό προϋπολογισμό πλήρως τις “τρύπες” που γεννήθηκαν στον προϋπολογισμό των ταμείων από τις μειώσεις των εισφορών των επιχειρήσεων, πολλώ δε μάλλον εν μέσω κορωνο-ύφεσης (η οποία έχει γεννήσει νέα ασφαλιστικά χρέη ύψους 3,7 δισ. ευρώ) και μαζικής κρατικής επιδότησης εισφορών των εργαζομένων (γύρω στα 2,5 δισ. ευρώ) που βγήκαν σε αναστολή, εντάχθηκαν στο μηχανισμό “Συν-Εργασία” κ.λπ. Με άλλα λόγια, δεν φτάνει που το κράτος κάλυψε τις εισφορές όλων των πληγέντων από την πανδημία επιχειρήσεων, μείωσε και τις εισφορές όλων των επιχειρήσεων (πληττόμενων και μη) σε μόνιμη βάση…

Εξάλλου, οι αυξήσεις στον κατώτατο μισθό -δηλαδή εκείνη που αποφάσισε η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ το Φλεβάρη του 2019 (11%), εκείνη που ισχύει από το Γενάρη του 2022 (2%) με απόφαση της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας, αλλά και εκείνη που θα έλθει το Μάιο του 2022 (πιθανότατα 6%)- εφαρμόζονται σε ένα έδαφος το οποίο είναι καλλιεργημένο με συμβάσεις ελαστικής απασχόλησης, υποδηλωμένης και αδήλωτης εργασίας. Βάσει στοιχείων των ταμείων, 1 στους 3 εργαζομένους έχει ελαστική σύμβαση εργασίας σαν συνέπεια των Μνημονίων αλλά και της κορωνοκρίσης, με μισθούς κάτω από τον κατώτατο μισθό. Επίσης από την πλήρη αναντιστοιχία του πλήθους των ανέργων που μετρά η ΕΛΣΤΑΤ και των καταγεγραμμένων ανέργων του ΟΑΕΔ, φαίνεται μία “γκρίζα” ζώνη κοντά 300.000 αδήλωτων εργαζομένων. Παράλληλα, σύμφωνα με εκτιμήσεις αρμοδίων παραγόντων, 1 στους 10 (δηλωμένους) εργαζομένους απασχολούνται περισσότερες ώρες σε σχέση με εκείνες που έχουν δηλώσει και έτσι ένα μέρος του μισθού τους είναι “μαύρο” προκειμένου να γλιτώσουν φόρους και εισφορές τα αφεντικά. Αυτό σημαίνει οι “αυξήσεις” Μητσοτάκη στον κατώτατο μισθό (όπως και εκείνες του Τσίπρα) πάνε… άκαπνες, καθώς αφορούν ένα κομμάτι της εργατικής τάξης και συγκεκριμένα στην εστίαση και το εμπόριο, όπου βασιλεύει η ελαστική, απλήρωτη, υποδηλωμένη και αδήλωτη εργασίας.

Όσον αφορά τους εργαζομένους σε άλλους κλάδους, όπου οι αμοιβές είναι πάνω από τον κατώτατο μισθό αυτοί είναι παγωμένοι για πολλά-πολλά χρόνια, στο επίπεδο που ήταν πριν από τα Μνημόνια, δηλαδή πριν από το 2010! Δηλαδή είναι παγωμένοι εδώ και 12 χρόνια! Και έτσι θα παραμείνουν, ειδικά μετά τα μέτρα που πέρασε ο Μητσοτάκης με το Χατζηδάκη με το νέο εργασιακό νόμο, τα οποία ουσιαστικά “απαγορεύουν” οποιαδήποτε συνδικαλιστική δράση, η οποία θα μπορούσε να οδηγήσει σε αυξήσεις σε κλαδικό ή επιχειρησιακό επίπεδο. Ας μην ξεχνάμε, επίσης, πως κάτω από 1 στους 3 εργαζομένους αμείβεται με τον κατώτατο μισθό, ενώ 2 στους 3 αμείβονται με μισθό πάνω από τον κατώτατο. Έτσι μία αύξηση για το 1 στους 3 θα μπορούσε να υποσκελιστεί με μη αυξήσεις ή άλλα κόλπα που ξέρουν καλά οι εργοδότες για τους 2 στους 3…

Παράλληλα, οι Έλληνες καπιταλιστές και μικροαστοί είναι “χορτάτοι” -παρά την κορωνοκρίση- από μειώσεις φόρων και άλλες ελαφρύνσεις (πέραν των έκτακτων μέτρων στήριξης στους πληγέντες) που τους έχει χαρίσει ο Μητσοτάκης. Αν και αυτά τα μέτρα δεν είναι αρκετά για να αναχαιτίσουν τις συνέπειες του τρέχοντος πανδημικού και ενεργειακού σοκ, το οποίο επιδεινώνει την καπιταλιστική κρίση αλλά και την έκρηξη των δομικών αντιφάσεων του ελληνικού καπιταλισμού, τους δίνουν όμως μία ανάσα -έστω και από το οξυγόνο της εντατικής- για να καταπιούν αδιαμαρτύρητα τις σταγονίτσες των “αυξήσεων” Μητσοτάκη στον κατώτατο μισθό.

Αυτό είναι το “μέρισμα ανάπτυξης” για τους εργαζομένους, για το οποίο έκανε λόγο ο Χατζηδάκης, μετά από Μνημόνια και πανδημίες; Δύο αυξησούλες για 1 στους 3 μισθωτούς της χώρας στο όριο του πληθωρισμού από τις τσέπες -και έτσι υπό την αίρεση- των εργοδοτών, αφού έχει χαρίσει στους τελευταίους ένα σκασμό φόρους και εισφορές;

Δ.Κ.