Από την 1η Ιανουαρίου 2023 ισχύουν οι αυξήσεις 7,75% σε όλες τις κύριες συντάξεις. Ολόκληρο το επικοινωνιακό επιτελείο του Υπουργείου Εργασίας έχει ρίξει το βάρος όλου του προπαγανδιστικού μηχανισμού προκειμένου να πείσει τους συνταξιούχους και, γενικότερα, το λαό για το πόσο σημαντική είναι αυτή η παρέμβαση της κυβέρνησης. Είναι, όμως, έτσι τα πράγματα; Μάλλον όχι.

Κατά πρώτον, ο νόμος τον οποίο θα εφαρμόσει η κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν είναι… δικός της. Είναι της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Είναι μία τροποποίηση του περίφημου ασφαλιστικού νόμου Κατρούγκαλου του 2016. Αυτή προέβλεπε πάγωμα των συντάξεων έως το 2022 και αύξησή τους από το 2023.

Κατά δεύτερον, η αύξηση αυτή είναι πολύ μικρή για να καλύψει τις πιέσεις στο εισόδημα των συνταξιούχων από την ακρίβεια. Ο πληθωρισμός θα ανέλθει το 2022 στο 9,9% και η αύξηση που θα δοθεί το 2023 θα ανέλθει στο 7,75%. Τι γίνεται όμως με τον πληθωρισμό -αν και σίγουρα όχι τόσο υψηλό- των περασμένων ετών ; Προφανώς δεν “καλύπτεται” από καμία αύξηση το 2023.

Κατά τρίτον, 1 στους 3 συνταξιούχους αποκλείεται από την αύξηση. Και αυτό γιατί η προσωπική διαφορά (δηλαδή η διαφορά μεταξύ της καταβαλλόμενης σύνταξης και της επανϋπολογισθείσας με βάση το νόμο Κατρούγκαλου) είναι μεγαλύτερη από 7,75%. Αυτοί, πάνω – κάτω 900.000 συνταξιούχοι θα πρέπει να περιμένουν τις αυξήσεις του 2024 και… βλέπουμε.

Κατά τέταρτον, όλοι οι συνταξιούχοι, λόγω των Μνημονίων –και ιδίως εκείνων που εφάρμοσαν οι κυβερνήσεις με τη ΝΔ– επέβαλαν περικοπές πάνω από 25% στις αποδοχές τους μέσω της κατάργησης των δώρων και άλλων κλιμακωτών μειώσεων και κούρεψαν τα αποθεματικά των ταμείων τους στα πλαίσια του PSI. Είναι, λοιπόν, τουλάχιστον προσβολή για αυτούς να βγαίνει σήμερα το κόμμα αυτό ως ο τιμητής των συνταξιούχων, δίνοντας μία αυξησούλα στους 2 από τους 3 από αυτούς…

Κατά πέμπτον, η σημερινή κυβέρνηση της ΝΔ, η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει αρνηθεί -έως τώρα– να επιστρέψει τα αναδρομικά στους συνταξιούχους για τις περικοπές σε επικουρικές συντάξεις και δώρα, βάσει της μνημονιακής νομοθεσίας, για την περίοδο μεταξύ Ιούνη 2015 – Μάη 2016, παρά το γεγονός ότι το ίδιο το ΣτΕ έχει δικαιώσει όσους συνταξιούχους προσέφυγαν. Η γραμμή του Μητσοτάκη είναι πως τα ταμεία θα επιστρέψουν τα χρήματα μόνο σε όσους προσέφυγαν και αφού τελεσιδικήσουν οι υποθέσεις τους στα δικαστήρια, ενώ όσοι δεν προσέφυγαν, δεν θα πάρουν φράγκο…

Έκτον, η ίδια κυβέρνηση έχει προβεί σε δύο σημαντικές κινήσεις οι οποίες υπονομεύουν τη δημόσια κοινωνική ασφάλιση και έτσι και τις συντάξεις. Η πρώτη είναι η ίδρυση του Ταμείου Επικουρικής Κεφαλαιοποιητικής Ασφάλισης στο οποίο εντάσσονται υποχρεωτικά όσοι πρωτασφαλίζονται από την 1η Ιανουαρίου 2022. Το γεγονός αυτό προκαλεί γιγάντιες τρύπες στο “παλιό” επικουρικό, τις οποίες καλύπτει το κράτος, μόνο και μόνο για να επενδύονται οι εισφορές των νεοασφαλισμένων στo χρηματιστήριο. Μάλιστα, το κράτος έχει υποσχεθεί να αναλάβει ενδεχόμενη χασούρα… Η δεύτερη κίνηση είναι η μείωση των εισφορών των μισθωτών υπέρ της ανεργίας. Εφαρμόζοντας την προγραμματική δέσμευσή της για χάρη των αφεντικών, η κυβέρνηση της ΝΔ μείωσε τις εν λόγω εισφορές κατά 4,4 μονάδες το 2019 – 2022. Μάλιστα, ανέλαβε και πάλι το κράτος να καλύψει την τρύπα στον ΟΑΕΔ. Έτσι το κράτος που σε όλες τις άλλες περιπτώσεις εμφανίζεται φειδωλό στο να καλύψει κοινωνικές ανάγκες, αν πρόκειται για το κέρδος των αφεντικών, αδειάζει τις τσέπες του…

Έβδομον, δεδομένου ότι δεν υπήρξε δεκάρα τσακιστή από τις εισφορές (μετά από ένα μπαράζ μειώσεων σε αυτές) προκειμένου να δοθεί η αύξηση 7,75% στις συντάξεις το 2023. Το μεγαλύτερο μέρος του κόστους του μέτρου αυτού καλύφτηκε από τον κρατικό προϋπολογισμό, γεννώντας ερωτήματα για τη “βιωσιμότητα” αυτών των αυξήσεων μαζί και του ασφαλιστικού.

Όγδοον, η κυβέρνηση την ίδια ώρα που μείωνε τις εισφορές των αφεντικών, άφησε τα χρέη τους προς τα ταμεία να εκτοξευθούν στο αστρονομικό ποσό –πρωτοφανές στην ιστορία καταγραφής ασφαλιστικών οφειλών- 45 δισ. ευρώ, δηλαδή να αυξηθούν σχεδόν κατά 1/4 επί των ημερών της. Η μεγαλύτερη αύξηση (ως προς το πλήθος όσων χρωστούν) αφορούσε τους μικρο – οφειλέτες. Ωστόσο, ο μεγαλύτερος όγκος (ως προς το ύψος των οφειλών) αφορά τα χρέη των εργοδοτών -και ιδίως των μεγαλοεπιχειρηματιών- προς το τέως ΙΚΑ. Για αντιληφθεί κανείς το μέγεθος των χρεών αυτών, αρκεί να πούμε πως πληρωνόταν με ένα… μαγικό τρόπο το χρέος αυτό, θα βρίσκονταν οι πόροι για να πληρώνονται οι συντάξεις για πάνω από ένα χρόνο χωρίς να εισπραχθεί ούτε μία εισφορά και χωρίς να βάλει το κράτος ούτε σεντς. Ωστόσο, το κράτος ”δεν μπορεί” να αυξήσει την εισπραξιμότητα των εργοδοτικών χρεών. Προτιμά, να συνεχίζει να εισπράττει το 1/3 των εισφορών από τους ίδιους τους μισθωτούς μέσω των “εισφορών ασφαλισμένων”, οι οποίες αντιστοιχούν στο 14% των μικτών αμοιβών τους και από τη φορολογία η οποία προέρχεται ιδίως από το ξεζούμισμα και πάλι των φτωχών λαϊκών στρωμάτων.

Εν κατακλείδι, τα συνεχώς αυξανόμενα εργοδοτικά χρέη στα ασφαλιστικά ταμεία -τα οποία (όπως επισημάνθηκε προηγούμενα) ξεπερνούν το 100% της ετήσιας συνταξιοδοτικής δαπάνης- δείχνουν πως στην Ελλάδα είναι τελείως ασύμβατη η κοινωνική ασφάλιση με το καπιταλιστικό σύστημα.

Δεν είναι… υπερβολή να πει κανείς πως από στρατηγική άποψη είτε οι Έλληνες καπιταλιστές θα πληρώσουν τα χρέη τους στα ταμεία, είτε τα ταμεία θα σταματήσουν να πληρώνουν συντάξεις (τουλάχιστον στο σημερινό ύψος τους).

Η δυνατότητα του κράτους να πληρώσει πρώτα – πρώτα τις αυξήσεις του 7,75% το 2023 οφείλεται αποκλειστικά στην προσωρινή ανοχή των Βρυξελλών και των διεθνών αγορών σε μία χαλαρή δημοσιονομική πολιτική (και) στην, κατά τα άλλα υπερχρεωμένη Ελλάδα, λόγω πανδημίας και ενεργειακής κρίσης. 

Μια ενδεχόμενη μελλοντική αλλαγή της στάσης των Βρυξελλών και των αγορών υπέρ μίας πιο σφιχτής δημοσιονομικής πολιτικής θα μείωνε τις δυνατότητες του ελληνικού κράτους να δίδει “αυξήσεις” στους συνταξιούχους, φέρνοντας τους ξανά αντιμέτωπους μαζί του, όπως το 2010 – 2017…

Δ.Κ.