To Iσραήλ δολοφονεί δημοσιογράφους

του Άρη Μαραβά

Η Γάζα φλέγεται ξανά, και αυτή τη φορά οι φλόγες δεν κατακαίνε μόνο σπίτια και σώματα· κατακαίνε και τις ίδιες τις λέξεις. Τις λέξεις που δεν θα ειπωθούν ποτέ από τα χείλη των δολοφονημένων δημοσιογράφων, τις εικόνες που δεν θα τραβηχτούν ποτέ, τις μαρτυρίες που δεν θα φτάσουν ποτέ σε εμάς και στον υπόλοιπο κόσμο.

Οι Iσραηλινοί πύραυλοι δεν έπληξαν τυχαία μια σκηνή· χτύπησαν στοχευμένα το σημείο όπου η δημοσιογραφική ομάδα του τηλεοπτικού δικτύου Al Jazeera εργαζόταν και ξεκουραζόταν στην πόλη της Γάζας. Πέντε άνθρωποι, ο δημοσιογράφος Άνας αλ-Σαρίφ, ο επίσης δημοσιογράφος Μοχάμεντ Kρικέχ και τρεις οπερατέρ, οι Ιμπραήμ Ζαχέρ, Μοχάμεντ Νουφάλ και Μοαμέν Αλίβα,  δολοφονήθηκαν. Η σκηνή τους ήταν σαφώς στόχος· αν και απομονωμένη βρισκόταν στο ίδιο σημείο εδώ και εβδομάδες — μακριά από οποιαδήποτε ενεργή εστία μάχης. Δεν επρόκειτο για «λάθος», αλλά για μια κίνηση ψυχρά υπολογισμένη, μια επίθεση όχι απλώς κατά ατόμων, αλλά κατά της ίδιας της πράξης της μαρτυρίας.

Anas al-Sharif, Ibrahim Zaher, Mohammed Noufal, Moamen Aliwa and Mohammed Qreiqeh (Al Jazeera)

Από την 7η Οκτωβρίου 2023, το Ισραήλ έχει σκοτώσει, σύμφωνα με το Κυβερνητικό Γραφείο Τύπου της Γάζας, 237 δημοσιογράφους. Ο αριθμός αυτός, που επιβεβαιώνεται εν μέρει και από την Committee to Protect Journalists (Επιτροπή Προστασίας Δημοσιογράφων) (CPJ), αποτελεί την πιο αιματηρή καταγραφή θανάτων μελών του Τύπου σε οποιονδήποτε σύγχρονο πόλεμο. Είναι ένα ρεκόρ φρίκης. Κάθε ένας από αυτούς τους νεκρούς δεν είναι απλώς ένα όνομα σε λίστα· είναι μια φωνή που σίγησε, ένα μάτι που δεν θα δει πια, μια κάμερα που δεν θα ξαναγράψει την αλήθεια.

Δεν πρόκειται για “παράπλευρες απώλειες”, όπως προσπαθεί να πείσει η Ισραηλινή στρατιωτική ρητορική. Πρόκειται για μια συστηματική εκστρατεία εξόντωσης της μαρτυρίας. Το Ισραήλ γνωρίζει ότι η αλήθεια είναι επικίνδυνη για την κατοχή του· ότι οι εικόνες των βομβαρδισμένων νοσοκομείων, των πεινασμένων παιδιών, των μαζικών τάφων, διαπερνούν σύνορα και αφήνουν ανεξίτηλο σημάδι στη συλλογική μνήμη. Έτσι, η στρατηγική του δεν στοχεύει μόνο σε υποδομές και σώματα· στοχεύει στις κάμερες, στα σημειωματάρια, στα μικρόφωνα.

Στην πραγματικότητα, αυτό που βλέπουμε είναι ένα διπλό έγκλημα: η φυσική εξόντωση των Παλαιστινίων και η παράλληλη δολοφονία της ίδιας της δυνατότητας να καταγραφεί και να μεταδοθεί η αλήθεια. Είναι η απόπειρα δημιουργίας ενός κενού μαρτυρίας, όπου οι μόνοι που θα απομείνουν να «αφηγούνται» θα είναι οι κατακτητές. Και αυτό είναι ίσως το πιο επικίνδυνο κομμάτι της γενοκτονίας: η απόλυτη μονοπώληση της ιστορίας.

Αυτός είναι ο λόγος που η δολοφονία των δημοσιογράφων στη Γάζα δεν αφορά μόνο την Παλαιστίνη. Αφορά τον παγκόσμιο αγώνα για την ελευθερία του λόγου και της πληροφόρησης. Διότι όταν ένας κατακτητής εξοντώνει τη μαρτυρία, δεν σβήνει μόνο μια αλήθεια· ανοίγει τον δρόμο για την απόλυτη ψευδαίσθηση. Και αυτή η ψευδαίσθηση, ντυμένη με τη γλώσσα της «ασφάλειας» και της «τάξης», είναι το πιο ισχυρό όπλο του.

Η ρητορική της κατοχής και η “μη κατοχή”

Την ίδια ημέρα που τα πτώματα των δημοσιογράφων μεταφέρονταν από τα συντρίμμια, ο Μπενιαμίν Νετανιάχου, με το γνώριμο μείγμα κυνισμού και αυταρχικής βεβαιότητας, ανακοίνωνε ότι η “εκκένωση” και κατάληψη της πόλης της Γάζας θα προχωρήσει “αρκετά γρήγορα” και ότι το Ισραήλ “θα ολοκληρώσει το έργο”.

Φωτογραφία του Anas al-Sharif απο την 1 Αυγούστου 2024 στην Γάζα. Photo by AFP

Η διατύπωση αυτή είναι ένα αριστούργημα πολιτικής υποκρισίας, ένα δείγμα της γλωσσικής μηχανικής που οι ιμπεριαλιστές τελειοποίησαν εδώ και δεκαετίες: “Δεν θέλουμε να την κυβερνήσουμε… θέλουμε μια διοίκηση ασφαλείας. Ο στόχος δεν είναι η κατοχή της Γάζας.”

Παραφράζοντας τον Τζορτζ Όργουελ, η κατάχρηση της γλώσσας είναι το πρώτο βήμα για την κατάχρηση των ανθρώπων. Στην περίπτωση αυτή, η γλώσσα γίνεται όχημα μετατροπής της βίαιης εκκαθάρισης σε “διοίκηση ασφαλείας”, της μόνιμης κατοχής σε “προσωρινό μέτρο”, του εγκλήματος πολέμου σε “στρατηγική αναγκαιότητα”.

Σύμφωνα με το σχέδιο, 800.000 άνθρωποι -άνδρες, γυναίκες, παιδιά, ηλικιωμένοι- θα εκτοπιστούν μαζικά από τα σπίτια τους, θα στοιβαχτούν σε κλειστές “ανθρωπιστικές ζώνες” κοντά στα σύνορα με την Αίγυπτο, που στην πράξη θα λειτουργούν ως στρατόπεδα συγκέντρωσης. Εκεί θα ζουν υπό συνεχή στρατιωτική επιτήρηση, με τη ζωή τους να εξαρτάται από σποραδικές και ανεπαρκείς αποστολές ανθρωπιστικής βοήθειας. Και ενώ οι συνθήκες αυτές εγγυώνται πείνα, αρρώστιες και θανάτους, το Ισραήλ θα διατηρεί πλήρη και “υπέρτατη ευθύνη ασφαλείας” επ’ αόριστον.

Αν αυτό δεν είναι κατοχή, τότε οι λέξεις έχουν πεθάνει πριν από τους ανθρώπους. Γιατί εδώ δεν πρόκειται απλώς για μια στρατιωτική επιχείρηση — είναι η εφαρμογή μιας αποικιοκρατικής λογικής που βλέπει τους Παλαιστίνιους όχι ως ανθρώπους, αλλά ως εμπόδιο προς απομάκρυνση. Είναι η πραγμάτωση του δόγματος ότι η “ασφάλεια” του κατακτητή προϋποθέτει την πλήρη υποδούλωση ή εξαφάνιση του κατακτημένου. Και όλα αυτά, με τη σιωπηλή συνενοχή της Δύσης, με την Ουάσιγκτον να δίνει το πράσινο φως και τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις να κρύβονται πίσω από κοινοτοπίες περί “δικαιώματος αυτοάμυνας”. Οι λέξεις, λοιπόν, δεν πεθαίνουν τυχαία· τις δολοφονούν επίτηδες, ώστε να μπορούν οι δολοφόνοι να μιλούν για “ειρήνη” πάνω στα ερείπια.

Η ταξική φύση της σφαγής

Το σχέδιο του Ισραήλ δεν είναι απλώς μια “εθνική σύγκρουση”, όπως επιμένει η κυρίαρχη δυτική αφήγηση. Είναι η καθαρότερη μορφή του σύγχρονου ιμπεριαλισμού: η στρατιωτική υπαγωγή μιας καταπιεσμένης και αποικιοκρατικά υποταγμένης κοινωνίας, η λεηλασία της γης και των πόρων της, η συστηματική καταστροφή των κοινωνικών, πολιτικών και πολιτισμικών της δομών, και η αντικατάστασή τους από ένα καθεστώς μόνιμης εξάρτησης, μόνιμης πολιορκίας και επισιτιστικής ομηρίας.

Η Γάζα είναι η ζωντανή απόδειξη -και ταυτόχρονα ο εφιάλτης- του τι μπορεί να σημαίνει για την παγκόσμια εργατική τάξη η κυριαρχία του κεφαλαίου. Μια κοινωνία απομονωμένη από τον υπόλοιπο κόσμο, αποκλεισμένη από τα βασικά μέσα παραγωγής και επιβίωσης, απογυμνωμένη από την ικανότητα να παράγει τροφή, ρεύμα, νερό ή φάρμακα. Μια κοινωνία που εξαρτάται ολοκληρωτικά από τις “μεγαλόψυχες” ρίψεις ανθρωπιστικής βοήθειας — τις ίδιες ρίψεις που μπορούν να μετατραπούν σε εργαλείο θανάτου, όπως στην περίπτωση του 15χρονου Άμερ αλ-Μάσρι, που συνθλίφτηκε κάτω από μια παλέτα βοήθειας που έπεσε ανεξέλεγκτα από αεροσκάφος.

Αυτό το μοντέλο “διαχείρισης πληθυσμού” δεν είναι μια ιδιορρυθμία του Ισραήλ· είναι ένα εγχειρίδιο του παγκόσμιου καπιταλισμού. Στις τεράστιες φτωχογειτονιές της Λατινικής Αμερικής, στις προσφυγικές σκηνές του Λιβάνου, στις φυλακές μεταναστών της Μεσογείου και στα “κέντρα υποδοχής” της Ευρώπης, η ίδια λογική εφαρμόζεται: μαζικός εγκλεισμός, αποστέρηση πόρων, πειθάρχηση μέσω της πείνας και της ανασφάλειας. Η Γάζα απλώς αποκαλύπτει αυτή τη λογική στο έπακρο, χωρίς προσχήματα.

Ο Νετανιάχου, και πίσω του ολόκληρος ο Iσραηλινός αστικός μηχανισμός, δεν λειτουργεί απλώς ως “υπερασπιστής του εβραϊκού κράτους”, όπως ισχυρίζεται η σιωνιστική προπαγάνδα. Δρα ως ένοπλο απόσπασμα της ιμπεριαλιστικής αλυσίδας, με τις ΗΠΑ να αποτελούν τον πολιτικό, στρατιωτικό και οικονομικό του σπόνσορα. Οι δε “φίλοι” και “σύμμαχοι” στην Ευρώπη, από τις κυβερνήσεις της Ε.Ε. μέχρι το ΝΑΤΟ, παρέχουν το διπλωματικό άλλοθι και συμμετέχουν στην αλυσίδα εφοδιασμού όπλων, πυρομαχικών και τεχνολογίας επιτήρησης.

Και τώρα, με τον Ντόναλντ Τραμπ να επιστρέφει στο προσκήνιο και να συνομιλεί με τον Νετανιάχου για τα “τελικά στάδια” της εκκαθάρισης της Γάζας, η εικόνα ολοκληρώνεται: ο σιωνισμός δεν είναι μια απομονωμένη εθνικιστική ιδεολογία, αλλά ένας ενεργός βραχίονας του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος, που χρησιμοποιεί την αποικιοκρατία και την εθνοκάθαρση ως εργαλεία “ασφαλείας” και “σταθερότητας”.

Αν θέλουμε να μιλήσουμε με όρους ταξικούς, η Ισραηλινή άρχουσα τάξη είναι οργανικά δεμένη με το διεθνές χρηματοπιστωτικό και στρατιωτικό κεφάλαιο. Η επιβίωση του καθεστώτος της εξαρτάται από τη συμμετοχή του στον παγκόσμιο καταμερισμό εργασίας και καταστολής. Και η σιωπή ή συνενοχή των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων δείχνει ότι η Γάζα δεν είναι μια “εξαίρεση”, αλλά ένα πείραμα για το μέλλον.

Η ειρωνεία των δικαιολογιών

Όταν η διεθνής κοινή γνώμη κατακλύζεται από εικόνες παιδιών που λιμοκτονούν, με μάτια βυθισμένα στα κρανία και κορμιά σκελετωμένα, ο Νετανιάχου δεν κλονίζεται ούτε για μια στιγμή. Αντί να συγκλονιστεί, αντί να αναστείλει την πολιορκία, αντί να αναγνωρίσει το έγκλημα, απαντά με την κυνική διάψευση:
«Οι εικόνες είναι ψεύτικες… Οι θάνατοι οφείλονται σε υποκείμενα νοσήματα.»

Η δήλωση αυτή είναι το αντίστοιχο του να ισχυρίζεσαι ότι το μαχαίρι δεν σκότωσε το θύμα — απλώς έτυχε να έχει ευαίσθητη καρδιά. Είναι η γλώσσα της κατοχής, απογυμνωμένη από κάθε ίχνος ανθρώπινης ενσυναίσθησης, αλλά επενδυμένη με την αλαζονεία της ατιμωρησίας. Είναι η ρητορική ενός καθεστώτος που γνωρίζει πως ό,τι κι αν πει, όσο παράλογο ή προσβλητικό κι αν ακούγεται, δεν θα συναντήσει σοβαρή αμφισβήτηση από τις “μεγάλες δυνάμεις” — γιατί αυτές, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, συμμερίζονται το ίδιο σχέδιο, την ίδια γεωπολιτική αριθμητική που μετρά ζωές σαν πιόνια στον χάρτη.

Οι διάδρομοι της εξουσίας στην Ουάσιγκτον, το Λονδίνο, το Παρίσι και τις Βρυξέλλες δεν αντηχούν από κραυγές οργής· αντηχούν από την ήρεμη, υπολογιστική σιωπή της συνενοχής. Οι δηλώσεις περί “ανησυχίας” και “ανάγκης για αυτοσυγκράτηση” είναι τα πολιτικά ισοδύναμα ενός κλεισίματος ματιού προς τον δράστη. Η σιωπή τους δεν είναι αδράνεια· είναι ενεργή συνέργεια.

Αυτός ο μηχανισμός της προπαγάνδας, που μετατρέπει τη γενοκτονία σε “επιχείρηση ασφαλείας” και την πείνα σε “φυσικό θάνατο από ασθένειες”, δεν είναι μόνο Iσραηλινός. Είναι η ίδια πολιτική τεχνολογία που χρησιμοποιήθηκε από όλες τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις όταν έπρεπε να καλύψουν τα δικά τους εγκλήματα: από τις αποικιοκρατικές σφαγές του 19ου αιώνα, μέχρι τις “ανθρωπιστικές επεμβάσεις” του 21ου.

Η ειρωνεία είναι πως όσο πιο παράλογο γίνεται το αφήγημα, τόσο πιο πιστά το αναπαράγουν τα διεθνή μέσα που ευθυγραμμίζονται με τις στρατηγικές των ισχυρών. Σαν να επιβεβαιώνεται, ξανά και ξανά, η λενινιστική διάγνωση ότι η “ελευθερία του Τύπου” στις καπιταλιστικές κοινωνίες είναι η ελευθερία των ισχυρών να διαμορφώνουν την αλήθεια σύμφωνα με τα συμφέροντά τους.

Η αποστολή της εργατικής τάξης

Η απελευθέρωση της Παλαιστίνης δεν μπορεί να έρθει από τα συμβούλια του ΟΗΕ, ούτε από τις διαπραγματεύσεις των “ειρηνοποιών” που μοιράζουν με το ένα χέρι διακηρύξεις για την “ειρήνη” και με το άλλο εγκρίνουν δισεκατομμύρια σε στρατιωτική βοήθεια προς το Ισραήλ. Δεν μπορεί να έρθει από εκείνους που έχουν επενδύσει πολιτικά, οικονομικά και στρατιωτικά στη συνέχιση της κατοχής. Η διεθνής αλληλεγγύη δεν είναι υπόθεση φιλανθρωπίας, ούτε μια “ανθρωπιστική χειρονομία” που αφήνει ανέγγιχτες τις ρίζες του προβλήματος. Είναι υπόθεση στρατηγικής, οργανωμένης και συνειδητής. Γιατί ό,τι δοκιμάζεται σήμερα στη Γάζα -η πολιορκία, ο αποκλεισμός, η εξόντωση μέσω πείνας, η στρατιωτική διοίκηση πάνω σε ένα λαό χωρίς κυριαρχία- είναι ο προάγγελος του αύριο για την εργατική τάξη σε κάθε χώρα, αν ο ιμπεριαλισμός παραμείνει ατιμώρητος, ανενόχλητος και δεν ανατραπεί.

Αυτός ο δεσμός μεταξύ Γάζας και υπόλοιπου κόσμου δεν είναι ρητορικός· είναι υλικός. Οι ίδιες εταιρείες που πουλάνε τα όπλα στο Ισραήλ, που σχεδιάζουν τα drones και τα συστήματα παρακολούθησης, είναι αυτές που κατασκοπεύουν και πνίγουν σε χρέη τους εργαζόμενους στην Ευρώπη, στην Αμερική, στην Αφρική και στην Ασία. Οι ίδιες τράπεζες που χρηματοδοτούν τον εποικισμό, είναι εκείνες που απολύουν, που ιδιωτικοποιούν, που λεηλατούν κοινωνικούς πόρους.

Η πάλη για την Παλαιστίνη, λοιπόν, δεν είναι “ξένη υπόθεση” για τους εργάτες σε άλλες χώρες· είναι η πιο άμεση μορφή αυτοάμυνας απέναντι σε ένα σύστημα που αν δεν ανατραπεί, θα φέρει τη Γάζα στην πόρτα τους. Γι’ αυτό και η διεθνής εργατική τάξη πρέπει να μετατρέψει την οργή της σε απεργίες, μποϊκοτάζ, αποκλεισμούς λιμανιών και στρατιωτικών φορτίων, σε δράσεις που κόβουν στην πράξη την παροχή όπλων και πολιτικής κάλυψης στο κράτος-δολοφόνο.

Από τη σιωπή στη δράση

Η σφαγή των δημοσιογράφων δεν είναι το τέλος της ιστορίας — είναι το καμπανάκι που προειδοποιεί για το μέλλον που ετοιμάζουν. Αν σιωπήσουμε, η “Γάζα” θα πάψει να είναι μια γεωγραφική τοποθεσία και θα γίνει παγκόσμιο μοντέλο διακυβέρνησης: μια κοινωνία-φυλακή, υπό μόνιμη επιτήρηση, στρατιωτικοποιημένη ως το κόκαλο, ελεγχόμενη από την πείνα και την εξάρτηση από τις “δωρεές” των ισχυρών.

Αυτό που βλέπουμε στη Γάζα είναι η πιο ακραία μορφή της ίδιας λογικής που εφαρμόζουν τα κράτη και τα αφεντικά σε κάθε γωνιά του πλανήτη: η εξόντωση της ανεξαρτησίας των εργαζομένων, η διάλυση κάθε συλλογικής δύναμης, η μετατροπή ολόκληρων πληθυσμών σε άβουλους και ελεγχόμενους υπηκόους.

Η απάντηση δεν μπορεί να είναι άλλη από την οργάνωση, την ενότητα και τη δράση της διεθνούς εργατικής τάξης. Για μια ελεύθερη Παλαιστίνη, από τον ποταμό ως τη θάλασσα· για την ανατροπή του σιωνιστικού κράτους και του καπιταλιστικού συστήματος που το τρέφει και το εξοπλίζει· για έναν κόσμο χωρίς κατακτητές και κατακτημένους, χωρίς τείχη και στρατόπεδα συγκέντρωσης, χωρίς σύνορα που χαράσσονται με αίμα.

Η ιστορία μας διδάσκει ότι κάθε απελευθέρωση που κατακτήθηκε, κατακτήθηκε με οργάνωση, αλληλεγγύη και επαναστατική τόλμη. Σήμερα, το καθήκον μας είναι να σταθούμε στο πλευρό των καταπιεσμένων της Γάζας, όχι σαν θεατές μιας “τραγωδίας” αλλά σαν συμπολεμιστές στον ίδιο αγώνα.    Γιατί η απελευθέρωση της Παλαιστίνης θα είναι και η απελευθέρωση της ανθρωπότητας από τα δεσμά του ιμπεριαλισμού.