Το χρονικό μιας άνευ προηγουμένου, για τα φινλανδικά δεδομένα, απεργίας ήταν η αφορμή για μια σειρά γεγονότων, με τελικό αποτέλεσμα την παραίτηση του πρωθυπουργού Antti Rinne και την αντικατάστασή του από την Sanna Marin καθώς και τον ανασχηματισμό της κυβέρνησης.
Τα χαρακτηριστικά της απεργίας των ταχυδρομικών ήταν η πρωτοφανής διάρκειά της (περίπου 3 βδομάδες), η μαζικότητά της, καθώς και το κύμα αλληλεγγύης που ξεσήκωσε σε φορείς και σωματεία. Το αποτέλεσμα ήταν να υπάρχουν σοβαρότατα προβλήματα στις μεταφορές μιας και από τους πρώτους αλληλέγγυους ήταν η συνομοσπονδία AΚT των κάθε είδους μεταφορέων (εργαζόμενοι στα εναέρια μέσα κυκλοφορίας, λιμενεργάτες, οδηγοί λεωφορείων σιδηροδρομικοί κτλ). Οι δυσκολίες που αντιμετωπίστηκαν κατά τη διάρκεια της απεργίας είχαν φυσικά αντίκτυπο στην καθημερινή ζωή όλης της χώρας.
Το χρονικό του θανάτου των φινλανδικών ταχυδρομείων, παρόλο που επρόκειτο για μια κατά τα άλλα υγιή δημόσια υπηρεσία, ξεκινάει τη δεκαετία του ΄90 όταν αποφασίζεται η λειτουργία τους με όρους νεοφιλελεύθερης ιδιωτικής επιχείρησης, παραμένοντας μεν δημόσια αλλά μπαίνοντας στην αρένα του επιχειρηματικού ανταγωνισμού. Έτσι διορίζονται ανώτατα διοικητικά στελέχη με παχυλούς μισθούς και προνόμια, κάνοντας περικοπές στις ημέρες διανομής και στον αριθμό υπαλλήλων φυσικά, φτωχαίνοντας μ’ αυτόν τον τρόπο τις υπηρεσίες που πρόσφερε το ταχυδρομείο που ήταν μέχρι τότε συνεπέστατο και γρήγορο. Ήταν ολοφάνερο πως η καινούργια δομή είχε σαν σκοπό της μόνο το οικονομικό κέρδος και την ανταγωνιστικότητα.
Το περασμένο καλοκαίρι 700 διαλογείς πακέτων πέρασαν στη δικαιοδοσία ενός εργοδοτικού σωματείου που πριν από 2 μήνες αποφάσισε να κάνει περικοπές στους μισθούς κατά 30%. Στην πραγματικότητα ήταν οι πρώτοι ταχυδρομικοί υπάλληλοι που έμπαιναν σ’ αυτό το εργοδοτικό σωματείο, με σκοπό να ακολουθήσουν και οι υπόλοιποι 9.300. Έτσι το σωματείο των ταχυδρομικών, το PAU, αποφάσισε να προκηρύξει τριήμερες επαναλαμβανόμενες απεργίες με μοναδικό αίτημα την άρση της μείωσης του μισθού των συναδέλφων τους διαλογέων. Η απεργία έληξε με απόλυτη επιτυχία, αφού το αίτημα των εργαζομένων ικανοποιήθηκε.
Αυτή, λοιπόν, η απεργία αλλά και τα ψέματα που είπε στον φινλανδικό λαό ο νεοεκλεγείς πρωθυπουργός Antti Rinne οδήγησαν σε όλες αυτές τις καταιγιστικές εξελίξεις. Θέλοντας να κρατήσει μια αντικειμενική θέση και απόσταση από τις δύο αντιμαχόμενες πλευρές, εργοδοτών και υπαλλήλων ο Rinne είπε ψέματα ότι δεν ήξερε για τα σχέδια του εργοδοτικού σωματείου σχετικά με τη μείωση 30% στους μισθούς. Η αποκάλυψη αυτή τον οδήγησε στην παραίτηση, κάτι που ήταν αναμενόμενο καθώς η προεκλογική του δέσμευση ήταν ουσιαστικά μια προσπάθεια εξισορρόπησης ανάμεσα στα συμφέροντα των εργοδοτών και των εργαζομένων. Σαν πρώην εργατοπατέρας με μεγάλη εμπειρία στο συνδικαλιστικό τομέα, πίστευε πως είχε τα προσόντα να διαχειριστεί τέτοιου είδους αντιπαραθέσεις και μιας και το κόμμα του ελέγχει το μεγαλύτερο ποσοστό των σωματείων στη χώρα, θεώρησε την απεργία των ταχυδρομικών μια εύκολη υπόθεση. Την ίδια περίπου στάση κράτησε και η υπουργός δημόσιας διοίκησης Sirpa Paatero, στο ηλεκτρονικό ταχυδρομείο της οποίας βρέθηκε εκτενής αλληλογραφία με το εν λόγω εργοδοτικό σωματείο και πλήρης ενημέρωση για τις αποφάσεις του.
Η βραχύβια θητεία των 7 περίπου μηνών του πρωθυπουργού και προέδρου του κόμματος των σοσιαλδημοκρατών Antti Rinne και η παραίτησή του από τον πρωθυπουργικό θώκο ήταν η αναμενόμενη εξέλιξη μιας πολιτικής εξισορρόπησης ανάμεσα στα συμφέροντα των εργοδοτών και τα «φιλολαϊκά» μέτρα που είχε υποσχεθεί προεκλογικά το κόμμα του SDP, το κόμμα δηλαδή των σοσιαλδημοκρατών.
Με τον ανασχηματισμό της κυβέρνησης του Antti Rinne τα σκήπτρα της πρωθυπουργίας παίρνει η νεότατη Sanna Marin, μόλις 33 χρονών, η οποία αναλαμβάνει φυσικά την υποχρέωση να «ξελασπώσει» το κόμμα της, αλλά και την κυβέρνηση γενικότερα. Πολιτικό παιδί του πρώην πρωθυπουργού Antti Rinne, με ακόμα πιο αριστερές αντιλήψεις κι απ’ αυτόν τον ίδιο, διαφημίστηκε, αλλά και δυσφημίστηκε από το διεθνή τύπο ως η νεότερη πρωθυπουργός χώρας στον κόσμο. Προερχόμενη από οικογένεια που ανήκει στην εργατική τάξη και μεγαλωμένη από ομοφυλόφιλο ζευγάρι, θα μπορούσε πράγματι να αποτελεί πρότυπο πολιτικής ηγεσίας. Όμως οι επερχόμενες απεργίες στον τομέα των νοσηλευτών υγείας που ζητούν αυξήσεις στους μισθούς, είναι ένας από τους μεγάλους υφάλους που καλείται να αντιμετωπίσει άμεσα ως πρωθυπουργός τώρα πια. Αρκεί να σκεφτεί κανείς ότι η Φινλανδία είναι μια χώρα που εισάγει εργαζόμενους στο νοσηλευτικό τομέα από χώρες όπως η Φιλιππίνες, η Πορτογαλία, η Ισπανία, λόγω της σοβαρότατης έλλειψης προσωπικού σ’ αυτόν τον τομέα. Ο δε πρώην πρωθυπουργός Juha Sipilä δεν είναι καθόλου ευχαριστημένος καθώς βλέπει τα ποσοστά του κόμματός του να πέφτουν περίπου στο 9% και μάλιστα να παρατηρείται αθρόα εισροή ψήφων στο κόμμα των ακροδεξιών “καθαρών φινλανδών” που οι δημοσκοπήσεις δείχνουν να ανεβαίνει στο 25%. Ξέρει καλά βέβαια, πως πληρώνει για την αυστηρή αντιλαϊκή πολιτική που άσκησε κατά τη διάρκεια της δικής του πρωθυπουργικής θητείας. Το πάγωμα μισθών, οι μειώσεις στα επίδοματα ανεργίας, κυρίως όμως η ιδιωτικοποίηση της υγείας, την οποία δεν κατάφερε να ολοκληρώσει, ήταν οι βασικότεροι παράγοντες που τον οδήγησαν στην σοβαρή εκλογική ήττα του 2019.
Οι αντιφάσεις που παρουσιάζονται μέσα στην κρίση του καπιταλιστικού συστήματος είναι τόσο εμφανείς ακόμα και σε μια χώρα σαν τη Φινλανδία που μπορεί να μοιάζει καθόλα οργανωμένη, ωστόσο η Ευρωπαϊκή Ένωση προειδοποίησε τη φινλανδική κυβέρνηση ότι το σχέδιο δαπανών της για το επόμενο έτος θα μπορούσε να παραβιάσει τους κανόνες που διέπουν τα δημοσιονομικά σε ολόκληρη την Ένωση. Η Φινλανδία κλήθηκε τον Οκτώβριο να δώσει μια εξήγηση στην Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων για τα σχέδια δαπανών της. Η απάντηση από το υπουργείο Οικονομικών ήταν ότι το μεγαλύτερο έλλειμμα του κρατικού προϋπολογισμού για το επόμενο έτος είναι μια εξαίρεση και η κυβέρνηση επιδιώκει να το διορθώσει τα επόμενα χρόνια.
Υπό αυτές τις συνθήκες, λοιπόν διαμορφώνεται ένα νέο σκηνικό στην πολιτική αρένα της χώρας. Από τη μια οι εργαζόμενοι που ζητούν πιεστικά άμεση ικανοποίηση των αιτημάτων τους και από την άλλη μια “αριστερή” πρωθυπουργός που εύχεται αλλά και υπόσχεται 4ημερη και 6ωρη εργασία, είναι ό,τι πιο παράλογο μπορεί να δει κάποιος που γνωρίζει καλά πως χωρίς την επαναστατική ανατροπή του καπιταλιστικού συστήματος και χωρίς εργατική εξουσία, τίποτε απ’ αυτά δεν είναι εφικτό.
Vivi