Μια συγκλονιστική αναφορά στα φρικιαστικά εγκλήματα του ναζιστικού στρατού στη Σοβιετική Ένωση στη διάρκεια της γερμανικής εισβολής πριν 80 χρόνια
του Γιόχεν Χέλμπεκ 1O Γιόχεν Χέλμπεκ είναι διακεκριμένος καθηγητής ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Rutgers-New Brunswick. Τώρα, γράφει ένα βιβλίο για τον γερμανοσοβιετικό πόλεμο. Μαζί με τις Ντάρια Λοτάρεβα και Βικτόρια Ναουμένκο, προετοιμάζει επίσης ένα τόμο ντοκουμέντων, με τίτλο Σοβιετική Δυστυχία υπό τη Ναζιστική Κυριαρχία: Οι Πρώτες Μαρτυρίες.

Εισαγωγικό σημείωμα: Οι Ναζί επιφύλασσαν δύο επιλογές για το λαό της Σοβιετικής Ένωσης: τη δουλεία ή τον αφανισμό. O υπόλοιπος κόσµος δεν έχει ακόμα πλήρως συνειδητοποιήσει την έκταση των αποτρόπαιων εγκλημάτων που διαπράχθηκαν µε την εισβολή των Ναζί στη Σοβιετική Ένωση στις 22 Ιουνίου 1941.
Σαν σήμερα [22 Ιουνίου] συμπληρώνονται ογδόντα χρόνια από την εισβολή των Ναζιστών στη Σοβιετική Ένωση. Από την πρώτη στιγμή, η Επιχείρηση Μπαρμπαρόσα αποτέλεσε έναν πόλεμο πρωτόγνωρης κτηνωδίας, που αποσκοπούσε στο να οδηγήσει στη δουλεία δεκάδες εκατομμύρια ανθρώπων και να εκριζώσει τον εχθρό του Χίτλερ, τον επονομαζόμενο “εβραιομπολσεβίκικο” εχθρό. H ηρωική αντίσταση κατά της εισβολής αντέστρεψε την πορεία του όλου πολέμου, και ο Σοβιετικός λαός αναγκάστηκε να πληρώσει ένα φοβερό αντίτιμο, με αναρίθμητα εκατομμύρια στρατιωτών και άμαχων που έχασαν τις ζωές τους. Με την ευκαιρία της επετείου, το περιοδικό Jacobin δημοσιεύει διάφορα άρθρα σχετικά µε τη σοβιετική εμπειρία του πολέμου.
Ένας καταιγισμός από πυρά του πυροβολικού που εκτείνονταν σε ένα μέτωπο συνολικού μήκους 1.200 μιλίων σηματοδότησε τη γερμανική εισβολή κατά της Σοβιετικής Ένωσης κατά τις πρώτες πρωινές ώρες της 22ας Ιουνίου του 1941. Οι μεραρχίες των τεθωρακισμένων και των μηχανοκίνητων μεραρχιών εφόρμησαν στο εχθρικό έδαφος, την ώρα που βομβαρδιστικά αεροσκάφη έπλητταν τα παρακείμενα Σοβιετικά στρατιωτικά αεροδρόμια και τις απόμακρες ναυτικές βάσεις. Για αυτή την ισχυρότερη στρατιωτική έφοδο στην ανθρώπινη ιστορία, η Βέρμαχτ συγκέντρωσε πάνω από 3 εκατομμύρια στρατιώτες.
Η Επιχείρηση Μπαρμπαρόσα -που έλαβε την κωδική ονομασία από έναν Γερμανό αυτοκράτορα του Μεσαίωνα, που εκτός από υπέρμαχος της επέκτασής του προς την Ανατολική Ευρώπη, τέθηκε επικεφαλής της σταυροφορίας προς τους Αγίους Τόπους- δεν υπήρξε ένας συνηθισμένος πόλεμος. Για τον Χίτλερ αποτελούσε µια γιγάντια αναμέτρηση µεταξύ δυο αντίπαλων ιδεολογιών που συγκρούονταν για την παγκόσμια κυριαρχία: τον Ναζισμό και τον Σοβιετικό Κομμουνισμό (ή αλλιώς) κατά την ορολογία του, τον Εβραιομπολσεβικισμό.
Για τους Ναζί, ο Κομμουνισμός αποτελούσε το θανατηφόρο εργαλείο που είχαν σφυρηλατήσει οι Εβραίοι διανοούμενοι για να πλήξουν τις πλέον πολιτισμένες φυλές της υφηλίου, και πάνω απ’ όλα τον Γερμανικό λαό. Προκειμένου να ακμάσει η Γερμανία, θα έπρεπε να ξεψυχήσει ο Κομμουνισμός. Στην καταπολέμηση των Μπολσεβίκων “εγκληματιών”, όπως εξήγησε στους στρατηγούς του ο Χίτλερ ενόψει της εισβολής, οι στρατιωτικές συμφωνίες δεν έχουν καμιά αξία: “Ο Κομμουνιστής δεν αποτελεί σύντροφο εκ των προτέρων και δεν είναι ούτε και σύντροφος εκ των υστέρων. Πρόκειται για έναν πόλεμο εξόντωσης”.

Οι Ναζιστές φυλετικοποίησαν τους εχθρούς τους στην Ανατολή ως μία “εβραιοασιατική” δύναμη, που ήταν ιδιαίτερα μοχθηρή και άσπλαχνη, με αποτέλεσμα οι Γερμανοί στρατιώτες να μην έχουν καμία πιθανότητα να επικρατήσουν, παρά μονάχα εάν εγκαταλείψουν τον εγγενή ιπποτισμό τους και δράσουν με τη μέγιστη αναλγησία. Η Ανώτατη Διοίκηση των Γερμανικών Ενόπλων Δυνάμεων εκπόνησε διατάγματα με τα οποία διέτασσε τους στρατιώτες που μάχονταν σε Σοβιετικό έδαφος να παραβλέψουν τους διεθνώς ισχύοντες κανόνες περί διεξαγωγής του πολέμου, που τηρούσε η Γερμανία στα υπόλοιπα πεδία πολέμου. Προετοίμασαν με ύψιστη μυστικότητα την επίθεση εναντίον της Σοβιετικής Ένωσης, ώστε να εκμηδενίσουν με ένα και μοναδικό πλήγμα τη χώρα με την οποία η Γερμανία είχε συνάψει ένα σύμφωνο μη επίθεσης.
Η Επιχείρηση Μπαρμπαρόσα δεν υπήρξε ένας συνηθισμένος πόλεμος. Για τον Χίτλερ αποτελούσε μία γιγαντιαία αντιπαράθεση μεταξύ δύο αντίπαλων ιδεολογιών που διεκδικούσαν την παγκόσμια κυριαρχία.
Μόλις την 21 Ιουνίου [1941] οι επικεφαλής των λόχων γνωστοποίησαν στους φαντάρους τους, τους στόχους της επικείμενης εκστρατείας. Οι εντολές τους ανέφεραν τα παρακάτω:
1. Ο Μπολσεβικισμός αποτελεί τον θανάσιμο εχθρό του Εθνικοσοσιαλιστικού Γερμανικού λαού. O αγώνας της Γερμανίας στοχεύει κατά αυτής της υπονομευτικής κοσμοθεωρίας και των φορέων της.
2. Ο αγώνας αυτός προϋποθέτει ανηλεείς και δυναμικές, δραστικές ενέργειες κατά των Μπολσεβίκων αγκιτατόρων, παρανόμων, δολιοφθορέων, Εβραίων και την πλήρη εξάλειψη κάθε ενεργού ή παθητικής αντιστάσεως.
“Φυλετικός Αγώνας Δίχως Οίκτο”
Οι εισβολείς επιτέθηκαν με ιδιαίτερη σκληρότητα εναντίον των Σοβιετικών Εβραίων, πεπεισμένοι ότι όλοι οι Εβραίοι σε σοβιετικό έδαφος έφεραν την πανώλη του Μπολσεβικισμού. Σε κάθε περίπτωση που οι Γερμανικές μονάδες αντιμετώπιζαν ισχυρότατη αντίσταση, ενοχοποιούσαν αντανακλαστικά τους Εβραίους. Οι διοικητές της αστυνομίας στα κατεχόμενα εδάφη εκπαίδευαν τους άντρες τους με σεμινάρια υπό τον τίτλο: “Όπου υπάρχει ένας Παρτιζάνος, βρίσκεται και ένας Εβραίος, και όπου υπάρχει ένας Εβραίος, υπάρχει κi ένας Παρτιζάνος”. Μετά την πυροδότηση μιας σειράς βομβών που τοποθετήθηκαν από Σοβιετικούς πράκτορες στο Κίεβο, πέντε ημέρες μετά την κατάληψή του, προκαλώντας τον θάνατο αρκετών εκατοντάδων Γερμανών, οι κατακτητές προχώρησαν σε εκδικητική σφαγή του Εβραϊκού πληθυσμού του Κιέβου.
Μέσα σε διάστημα δύο ημερών, εκτελέστηκαν 33.771 Εβραίοι άνδρες, γυναίκες και παιδιά. Όταν ανέφεραν τις μαζικές δολοφονίες στη χαράδρα Μπάμπι Γιαρ του Κιέβου, τα στελέχη των SS τις παρουσίασαν ως σαρωτική πολιτική επιχείρηση που αποσκοπούσε στην εξάλειψη των βασικών πυλώνων της Σοβιετικής εξουσίας. Όσον αφορά τα θύματα, παρατηρούσαν: “Αυτή τη στιγμή μπορούμε να υποστηρίξουμε με βεβαιότητα ότι όλοι ανεξαιρέτως οι Εβραίοι υπηρέτησαν τον Σοβιετικό Μπολσεβικισμό”.

Παρόλο που εστιάστηκε ιδιαίτερα στους Σοβιετικούς Εβραίους, το Γερμανικό μένος κατά του Ανατολικού εχθρού επεκτάθηκε περαιτέρω. Οι στρατιωτικοί ηγέτες θεωρούσαν πως το μεγαλύτερο μέρος των στρατιωτών του Κόκκινου Στρατού είναι μολυσμένο από τον Μπολσεβικισμό. Εν όψει της εκστρατείας, δεν προνόησαν για την ανέγερση στρατώνων ή για τη διανομή τροφίμων προς τα εκατομμύρια των στρατιωτών του εχθρού που υπολόγιζαν να αιχμαλωτίσουν. Ρολά αγκαθωτού συρματοπλέγματος αποτέλεσαν τα μοναδικά αντικείμενα που παραδόθηκαν στις στρατιωτικές περιφέρειες με στόχο τον εγκλεισμό των αιχμαλώτων των “Μπολσεβίκικων Ορδών”.
Όταν η Βέρμαχτ μετέφερε αυτοκινητοπομπές με αιχμάλωτους Σοβιετικούς στρατιώτες στα πρόχειρα στρατόπεδα, οι δεσμοφύλακες έλαβαν εντολές να μην μοιραστούν τα τρόφιμα με τους αιχμάλωτους. Μία αντιπροσωπία Ουκρανών γυναικών που επιθυμούσαν να ταΐσουν τους αιχμαλώτους πολέμου σε στρατόπεδο πλησίον του Ζιτομίρ παρακάλεσαν τον Αυστριακό διοικητή να τους δώσει την άδεια. Αυτός δεν ενέκρινε το αίτημά τους, αναφερόμενος στην οδηγία του Χίτλερ να “εξολοθρεύσει τον Μπολσεβικισμό, συμπεριλαμβανομένων και των ανθρώπων που έχουν αλλοιωθεί από αυτόν”.
Σε μια οδηγία προς τους δεσμοφύλακες των στρατοπέδων που δημοσιεύθηκε τον Σεπτέμβριο του 1941, κάθε άνδρας του Κόκκινου Στρατού χαρακτηριζόταν Μπολσεβίκος και “θανάσιμος εχθρός της Ναζιστικής Γερμανίας”. Με γλώσσα που εξομοίωνε τους Σοβιετικούς αιχμαλώτους με αγρίμια, η οδηγία διέτασσε τους Γερμανούς φρουρούς να παρακολουθούν πάντοτε τους αιχμαλώτους. Όφειλαν να τους καθυποτάσσουν με κινήσεις και βλέμματα που να μεταδίδουν τη Γερμανική “υπερηφάνεια και υπεροχή”, παράλληλα με τη χρήση των όπλων τους.
Αυτή η πολιτική εξουδετέρωσης της δήθεν Μπολσεβίκικης απειλής υπήρξε βάναυσα αποτελεσματική. Στις αρχές του 1942, πάνω από δύο εκατομμύρια Σοβιετικοί αιχμάλωτοι πολέμου που βρίσκονταν υπό γερμανική κράτηση είχαν πεθάνει από την πείνα, τις ασθένειες και μια σειρά από καινοτόμες τεχνικές δολοφονίας που είχαν για πρώτη φορά δοκιμαστεί σε Σοβιετικούς πολίτες, όπως οι ακίνητοι θάλαμοι αερίων, τα φορτηγάκια αερίων και οι “εγκαταστάσεις εκτέλεσης λαιμού”. Στη συνέχεια οι θάνατοι μειώθηκαν κάπως, δεδομένου ότι οι Γερμανοί άρχισαν πλέον να χρησιμοποιούν τους Σοβιετικούς αιχμαλώτους ως αναλώσιμη εργατική δύναμη.
O πόλεμος κατά του Μπολσεβικισμού συνεχίσθηκε με ανεξάντλητη λύσσα. Όταν οι Γερμανικές δυνάμεις δεν κατάφεραν να καταλάβουν το Στάλινγκραντ κατά το φθινόπωρο του 1942, μια Γερμανική εφημερίδα προσέφερε την παρακάτω ερμηνεία: Αν το Στάλινγκραντ το υπερασπίζονταν οι Βρετανοί ή οι Αμερικανοί, υποστήριζε, τότε οι Γερμανοί θα μπορούσαν να έχουν καταλάβει τη συγκεκριμένη πόλη εντός ολίγων ημερών. Ωστόσο, το πρόβλημα έγκειτο στο γεγονός πως οι αντίπαλοι που αντιμετώπιζαν οι Γερμανοί δεν αποτελούντο από συνανθρώπους τους, αλλά από Μπολσεβίκους – κτηνώδη δημιουργήματα που μάχονταν με τη δύναμη της “αχαλίνωτης κατωτερότητας”, καθώς δεν είχαν σε εκτίμηση την ανθρώπινη ζωή.
Ύστερα από την πανωλεθρία τους στο Στάλινγκραντ, τον Φεβρουάριο του 1943, οι Γερμανοί κατόρθωσαν να νικήσουν τον Κόκκινο Στρατό άλλη μία φορά, ανακαταλαμβάνοντας το Χάρκοβο τον επόμενο μήνα. Κατά την είσοδό τους στη συγκεκριμένη πόλη, στρατιώτες της μεραρχίας Waffen SS του Αδόλφου Χίτλερ αντίκρισαν τετρακόσιους βαριά τραυματίες, Σοβιετικούς στρατιώτες σε ένα στρατιωτικό νοσοκομείο. Οι Γερμανοί εκτέλεσαν πάμπολλους από τους τραυματίες, προτού σφραγίσουν το κτίριο και το πυρπολήσουν.
Λίγες ημέρες μετά, σε ομιλία του στο πανεπιστήμιο του Χάρκοβο, ο επικεφαλής των SS Χάινριχ Χίμλερ επέστησε τη προσοχή των ανδρών του στο διακύβευμα. Σύμφωνα µε τον Χίµλερ, η γιγαντιαία σύγκρουση της Γερµανίας µε την “Ασία και το Εβραϊσμό” ήταν απολύτως “αναγκαία για την εξέλιξη” και την ανάπτυξη του Τρίτου Ράιχ. Ο παγκόσμιος πόλεμος θα κρινόταν “εδώ, στην Ανατολή”: “Πρέπει εδώ να καταστραφεί στο πεδίο της μάχης και σώμα προς σώμα ο Ρωσικός εχθρός, αυτός ο λαός που αριθμεί διακόσια εκατομμύρια, και να αιμορραγήσει μέχρι θανάτου… έχουμε μόνο ένα καθήκον, να μείνουμε σταθεροί και να συνεχίσουμε τον φυλετικό αγώνα χωρίς έλεος”.

“Πλήρης ατιμωρησία”
Ογδόντα ολόκληρα έτη από την έναρξη της Επιχείρησης Μπαρμπαρόσα, τόνοι φακέλων που περιέχουν τις απομαγνητοφωνημένες ιστορίες από εκατοντάδες επιζήσαντες από τη Ναζιστική κατοχή βρέθηκαν στα πρώην Σοβιετικά αρχεία. Οι απομαγνητοφωνήσεις αυτές, που δημιουργήθηκαν ακριβώς αμέσως μετα την υποχώρηση του Γερμανικού στρατού το 1943-44, είναι έργο των ιστορικών που συνόδευαν τον Κόκκινο Στρατό κατά την πορεία του για την απελευθέρωση και την επανάκτηση. Επισκέφτηκαν φλεγόμενες πόλεις και χωριά στη Ρωσία, την Ουκρανία και τη Λευκορωσία, στις οποίες κάθισαν και μίλησαν με τους αυτόπτες μάρτυρες, καταγράφοντας στενογραφικά κάθε λέξη τους.
Ανάμεσα στους συμμετέχοντες βρίσκονταν και αρκετοί Εβραίοι οι οποίοι ως εκ θαύματος επέζησαν. Μία θεατρίνα του Κιέβου πήδηξε στη χαράδρα στο Μπάμπι Γιαρ προτού την πετύχουν τα πυρά των εκτελεστών. Παρέμεινε για ώρες στο λάκκο, βουτηγμένη μέσα στο αίμα άλλων Εβραίων παριστάνοντας τη νεκρή, προτού συρθεί προς τα έξω με την κάλυψη της νύχτας. Για τα επόμενα δύο χρόνια, ζούσε ως πλανόδια σε μία εχθρική χώρα, καταγγελλόμενη από τους φίλους της και διασωζόμενη από αγνώστους. Μια κομμώτρια από τo Mπρεστ επιβίωσε κρυπτόμενη για μήνες ολόκληρους κάτω από ένα κρεβάτι. Έβαλε ως κανόνα να ξαπλώνει μπρούμυτα, ώστε να μην βήχει. Παρόλες τις ποικίλες καταβολές τους, ουσιαστικά το σύνολο των μαρτύρων χαρακτήριζε τη Γερμανική διοίκηση ως απάνθρωπη και ιδιαίτερα απάνθρωπη.
Ωστόσο, οι ιστορικοί συνομίλησαν με ένα ευρύ φάσμα μαρτύρων: καθηγητές, μηχανικούς, βιομηχανικούς εργάτες, κομματικά στελέχη και αγρότες. Συνομίλησαν με άνδρες με γυναίκες που πολέμησαν κατά των Γερμανών ως παρτιζάνοι, καθώς επίσης και με μέλη της εκκλησίας που πάσχιζαν να δικαιολογήσουν τους λόγους για τους οποίους συμπεριελάμβαναν στις δημόσιες προσευχές τους τον Αδόλφο Χίτλερ. Παρά το ποικίλο ιστορικό τους, όλοι ουσιαστικά οι μάρτυρες χαρακτήρισαν τη Γερμανική διοίκηση ως απάνθρωπη και εξαιρετικά βάναυση.
Πολλοί Σοβιετικοί επιζήσαντες έγιναν αυτόπτες μάρτυρες σε μαζικές σφαγές. Κάτοικοι του Κιέβου περιγράφουν την πομπή των Εβραίων της πόλης προς το σημείο εκτέλεσής τους – τα παιδιά παρακολούθησαν τις εκτελέσεις σκαρφαλωμένα πάνω σε δέντρα. Ένα γιατρός από το Χάρκοβο παρακολούθησε ανήμπορος το στρατιωτικό νοσοκομείο να παραδίδεται στις φλόγες. Η τύχη των Σοβιετικών Αιχμαλώτων Πολέμου απέσπασε τεράστια συμπόνια. Κονβόι από εξαθλιωμένους αιχμάλωτους, που μόλις και μετά βίας περπατούσαν, πέρασαν επανειλημμένως από το σχολείο ενός χωριού στην Ανατολική Ουκρανία, στο δρόμο τους προς το κοντινό εργοστάσιο μηχανών.
Ένας δάσκαλος ανέφερε:
“Πολλές φορές διακόπηκε το μάθημα, γιατί κάθε μαθητής του σχολείου είχε έναν πατέρα, έναν αδελφό στον πόλεμο. Κάποτε, καθώς ο διευθυντής απαγόρευσε στα παιδιά να βγαίνουν έξω για να δουν τους αιχμαλώτους, αυτά έκλαιγαν τόσο πολύ που δεν ήταν εφικτό να διεξαχθεί το μάθημα. Έκλαιγαν και εγώ καθόμουνα εκεί και έκλαιγα.”

Οι αυτόπτες μάρτυρες κατανόησαν τον τρόπο με τον οποίον η άσκηση βίας εκπορευόταν από την ολοκληρωτική περιφρόνηση των Γερμανών κατακτητών για τον Σοβιετικό λαό, και το πόσο άρρηκτα συνδεδεμένη ήταν με τις αξιώσεις τους περί φυλετικής υπεροχής. Μία γυναίκα από το Λβοφ αναφέρθηκε στον πρώτο ξυλοδαρμό που παρακολούθησε. Η κατοχή του Λβοφ είχε ξεκινήσει και μία εβδομάδα αργότερα, είδε έναν Γερμανό στο δρόμο να γρονθοκοπεί μια γυναίκα στο πρόσωπο:
Αυτό ήταν στην ημερήσια διάταξη. Φέρονταν προς όλους μας με μεγάλη περιφρόνηση. Προς όλους μας εξίσου. Αισθάνονταν σαν ημίθεοι. Παντού έλεγαν: “Ναι, ναι, πήραμε αυτή τη γη για εμάς”.
Αυτή η γυναίκα, της οποίας η καταγωγή είναι Πολωνική, πρόσθεσε την εξής παρατήρηση: “Καταλάβαμε πολύ καλά ότι αμέσως μετά τους Εβραίους θα αρχίσουν το ίδιο και με μας”. Με την προσθήκη αυτή διευκρινίζεται σαφώς ότι το θύμα της επίθεσης, στην οποία ήταν αυτόπτης μάρτυρας, ήταν Εβραία.
Κάποιος άνδρας από την Ταρνόπολη θυμάται ότι περπατούσε σε ένα γειτονικό χωριό κάποια ημέρα του 1942, όταν αντίκρισε ένα χωρικό που µόλις είχε παραδώσει την ποσόστωσή του σε σιτηρά και κατευθυνόταν προς το σπίτι του: ίππευε ένα άλογο καλής ποιότητας και θέλησε να προχωρήσει γρηγορότερα. Επειδή δε τα κάρα εξακολουθούσαν να κυκλοφορούν εκεί, ίππευσε στη μέση του δρόμου. Εν τω μεταξύ, ερχόταν και ένα αυτοκίνητο. Έκανε σινιάλο. Καθώς έστριβε το άλογο, το αμάξι υποχρεώθηκε να σταματήσει. Και τότε ένας Γερμανός ξεπήδησε μέσα από το αυτοκίνητο και άρχισε να ξυλοκοπά τον χωρικό. [Ο χωρικός] δέχθηκε ιδιαίτερα σκληρά χτυπήματα. Αρκετές γυναίκες κατέβηκαν από ένα κάρο για να τον βοηθήσουν να φτάσει ως το σπίτι του, στο οποίο όμως δεν πέρασε πολύς καιρός και μετά από λίγο απεβίωσε.
Ο εν λόγω μάρτυρας συνεχίζει:
Όποιον κι αν σκότωναν ωστόσο οι Γερμανοί, δεν αναλάμβαναν ποτέ την ευθύνη, δεν ήταν εφικτό να απαγγελθούν κατηγορίες εις βάρος τους. Επικρατούσε παντελής ατιμωρησία. Ακόμα και άνθρωποι που εργάστηκαν οικειοθελώς για λογαριασμό των Γερμανών δεν αποτολμούσαν να αναφέρουν τίποτε στους Γερμανούς. Με την παραμικρή αντίρρηση, δολοφονούνταν πάραυτα.

Επαναφορά της δουλοπαροικίας
Οι προτιμώμενες Γερμανικές μέθοδοι πειθάρχησης των Σοβιετικών εργατών ήταν ο ξυλοδαρμός ή το μαστίγωμά τους σε δημόσιο χώρο. Σύμφωνα με μαρτυρίες, οι Γερμανοί ξυλοκοπούσαν τους εργάτες που δεν τους χαιρετούσαν σωστά ή που είχαν το ένα χέρι τους στην τσέπη.
Οι σωματικές ποινές είχαν ήδη καταργηθεί στη Ρωσία κατά τις αρχές του εικοστού αιώνα και τα Σοβιετικά σχολικά εγχειρίδια τις χαρακτήριζαν ως ένα άθλιο κατάλοιπο από το φεουδαρχικό παρελθόν της χώρας. Το ότι οι Γερμανοί χρησιμοποίησαν μπαστούνια και μαστίγια παρέπεμπε τους επιτόπιους παρατηρητές σε μια επάνοδο στη δουλοπαροικία. Το καλοκαίρι του 1942 έκανε θραύση στα ουκρανικά χωριά ένα τραγούδι: “Ο Τσάρος της Ρωσίας κατήργησε τη δουλοπαροικία πριν από πολύ καιρό / αλλά εδώ ο Χίτλερ πρόσταξε να επανέλθει η δουλεία”.
Πολυάριθμοι αυτόπτες μάρτυρες ανέφεραν τις απαγχονίσεις πιθανολογούμενων παρτιζάνων και “συμμοριτών” τις οποίες, κρίνοντας από τα διάσπαρτα στοιχεία, οι Γερμανοί πραγματοποίησαν κατά χιλιάδες. Απαγχόνιζαν ανθρώπους στα κιγκλιδώματα μπαλκονιών, σε κολώνες δρόμων και σε δέντρα και άφηναν τα πτώματά τους να αιωρούνται επί εβδομάδες προκειμένου να τρομοκρατήσουν τον πληθυσμό. Όλοι έπρεπε να βλέπουν τα πτώματα, υπογράμμισαν οι μάρτυρες.
Περιδιαβαίνοντας το κέντρο του Χάρκοβο περί τα μέσα Νοεμβρίου 1941, ένας καθηγητής της περιοχής κατέγραψε πάνω από εξήντα σώματα κρεμασμένα από τα μπαλκόνια των κτιρίων του δεύτερου ορόφου:
Τα πόδια τους απείχαν από το έδαφος από ενάμιση ως δύο μέτρα και μπορούσε κανείς να τα αγγίξει άνετα με τα χέρια του. Η πλειονότητα ήταν άνδρες, ωστόσο μεταξύ εκείνων που απαγχονίστηκαν συγκαταλέγονταν επίσης και γυναίκες. Ένα φρικτό θέαμα!
Σε ορισμένες μάλιστα περιπτώσεις, οι Γερμανοί προχώρησαν σε απαγχονισμούς με μια [πρωτοφανή] διαστροφή, για να τονίσουν περισσότερο την αποκρουστική τους σκληρότητα. “Ποτέ και πουθενά στην Ιστορία δεν είδα να απαγχονίζουν ανθρώπους όπως έπραξαν οι Γερμανοί”, δήλωσε χαρακτηριστικά ένας πρόεδρος του κολχόζ από την περιοχή της Τούλα, καθώς περιέγραφε τον απαγχονισμό μίας γυναίκας που κατηγορήθηκε αδίκως ως παρτιζάνα. “Την κρέμασαν ως εξής: την έγδυσαν, την πιάσανε από το σαγόνι με ένα γάντζο και την κρέμασαν. Ούρλιαζε επί τέσσερεις ημέρες”.
Ένας Λευκορώσος αντάρτης έδωσε συνέντευξη τον Δεκέμβριο του 1942, καθώς είχε μεταβεί αεροπορικώς στη Μόσχα με άλλους αγωνιστές προκειμένου να ενημερώσουν Κομμουνιστές αξιωματούχους για την πορεία του παρτιζάνικου πολέμου μέσα στα έλη και στα δάση της Λευκορωσίας. Αναφέρθηκε στις κρεμάλες που οι Γερμανοί έστησαν “σε πλατείες, σε πάρκα και μπροστά σε θέατρα. Το τελευταίο διάστημα είχαν στηθεί αγχόνες σε κάθε γειτονιά των χωριών. Αυτούς τους κρεμούσαν με άγκιστρα στα σαγόνια τους, όπως τα ψάρια”.

Πρωτόγνωρη Βία
Χωρίς καμία σχεδόν εξαίρεση, Σοβιετικοί άνδρες και γυναίκες βίωσαν τεράστια βία σε όλη τους την προπολεμική ζωή. Έζησαν ένα αιματηρό εμφύλιο πόλεμο, την πιο βάναυση επιχείρηση κολεκτιβοποίησης και τον λιμό που επακολούθησε. Αρκετά εκατομμύρια ανθρώπων υπήρξαν θύματα των επαναλαμβανόμενων κυμάτων συλλήψεων κατά τις δεκαετίες του 1920 και του ’30. Παρόλο το ιστορικό αυτών των δεινών, αρκετοί Σοβιετικοί αυτόπτες μάρτυρες χαρακτήρισαν πρωτόγνωρη την βία που ασκήθηκε από τη Γερμανική κατοχή λόγω της εξευτελιστικής της φύσης.
Περιγράφοντας τη Γερμανική διοίκηση, χρησιμοποιήθηκε το λεξιλόγιο της Ρωσικής Επανάστασης, το οποίο ανέδειξε το αίσθημα της αξιοπρέπειάς τους και των προσβολών που υπέστησαν. Το Σταλινικό καθεστώς προσφωνούσε τον λαό ως πολίτες και επιδίωκε να τον συνετίσει, παρότι συνελήφθησαν και εξοντώθηκαν χιλιάδες άτομα που δεν πειθάρχησαν με την επίσημη λογική του. Αντιθέτως, όπως τόνισαν οι Σοβιετικοί αυτόπτες μάρτυρες, οι Γερμανοί συνεννοούνταν απλώς και μόνο με το να ξεφωνίζουν διαταγές και να καταφεύγουν στην άμεση άσκηση σωματικής βίας. Επανειλημμένα, οι αυτόπτες μάρτυρες αναφέρθηκαν στις ταμπέλες τύπου “Απαγορεύεται αυστηρώς η είσοδος σε Ρώσους”, τις οποίες οι κατακτητές τοποθετούσαν στα δημόσια λουτρά και στις εισόδους των πλατειών των πόλεων, ενίοτε -όπως επισήμαναν- με λάθος Ρωσικά.
Αρκετοί από τα περίπου πέντε εκατομμύρια Σοβιετικούς πολίτες που μεταφέρθηκαν στην Γερμανία ως εργάτες καταναγκαστικής εργασίας βίωσαν τον εξευτελισμό τους με ιδιαίτερη σφοδρότητα. Μόλις αποβιβάσθηκαν από τις εμπορικές αμαξοστοιχίες στα “στρατόπεδα διασποράς” εκτός των μεγάλων Γερμανικών πόλεων, υποβλήθηκαν σε απολύμανση, φωτογράφηση και λήψη δακτυλικών αποτυπωμάτων. Εκείνοι οι οποίοι είχαν οριστεί για να εργαστούν σε οπλοβιομηχανίες αποκτούσαν μια μικρή ξύλινη πινακίδα με τα γράμματα OST (“ΑΝΑΤΟΛΗ”) και δίπλα της τυπωμένο έναν αριθμό. Έκτοτε τους προσφωνούσαν μόνο με τον αναγνωριστικό τους αριθμό.
Κάποιοι άλλοι εργάτες δόθηκαν προς αγορά σε αγρότες και σε ιδιοκτήτες εστιατορίων. Μία γυναίκα εικοσιενός ετών από το Τσερνίγκοφ περιέγραφε το σκηνικό που διαδραματιζόταν στο Γραφείο Εργασίας της Νυρεμβέργης:
Μας έγδυσαν και μας τοποθέτησαν με τάξη σε μια σειρά από γυμνούς ανθρώπους. Οι πελάτες περιφέρονταν τριγύρω μας και μας χτυπούσαν στην πλάτη με ένα μπαστούνι.
Οι εργοδότες υπέβαλαν μεμονωμένες προσφορές, σύμφωνα με την υγεία και ηλικία του εργάτη. Η λεπτομερής εξέταση των δοντιών τους και των οφθαλμών τους αποτελούσε συνήθη διαδικασία. “Αποτελούσαμε ένα φρικιαστικό αξιοθέατο. Οι Γερμανοί μας αντιμετώπιζαν όπως ακριβώς και τα ζώα”, αναπολεί μία φοιτήτρια από το Μογκίλεφ.
Μια βιβλιοθηκονόμος από τη Συμφερόπολη, που ήταν είκοσι εννέα ετών τη στιγμή της συνέντευξης που παραχώρησε τον Αύγουστο του 1944, παρατηρούσε τα ζευγάρια αγροτών να αρχίζουν να διαπληκτίζονται, καθώς οι άνδρες επιδίωκαν να αγοράσουν νεότερα κορίτσια, όταν αντίθετα οι σύζυγοί τους προτιμούσαν μεγαλύτερης ηλικίας γυναίκες:
Μας κοίταζαν από όλες τις πλευρές, όπως τα γελάδια. Θυμάστε το βιβλίο της Μπίτσερ Στόου “Η καλύβα του Μπάρμπα Θωμά“; – αγοράζανε δούλες.

Mετά την Απελευθέρωση
Οι Σοβιετικοί επιζήσαντες θυμούνται ακριβώς την απελευθέρωση. Μία νοσηλεύτρια με καταγωγή από το Κίεβο χώθηκε σε έναν λάκκο ενώ οι Γερμανοί προσπαθούσαν να αποκτήσουν τον έλεγχο της πόλης κατά των προελαυνόντων Σοβιετικών δυνάμεων. Το πρωινό της 7ης Νοεμβρίου 1943, που αποτελούσε επαναστατική γιορτή, κάποιο άτομο της ανακοίνωσε ότι στους δρόμους κυκλοφορούσαν στρατιώτες του Κόκκινου Στρατού. Η νοσηλεύτρια πετάχτηκε έξω.
Εξακολουθούσε να μη μπορεί να περιγράψει τα συναισθήματά της κατά τη συνέντευξη:
Εγώ… εσείς… …σε μένα… δεν μπορώ να το περιγράψω. Έκλαιγα. Κάποιος στρατιώτης μου άρπαξε τα χέρια και τα φιλούσε, τα βρώμικα χέρια μου. Και τότε ξέσπασα σε δάκρυα.
Ένας Εβραίος επιζήσας από το Λβοφ, ο οποίος είχε δραπετεύσει από στρατόπεδο θανάτου και επέζησε κρυμμένος, θυμάται ότι ήταν τόσο αδύναμος που δεν μπορούσε να περπατήσει παρά μόνο με πατερίτσες. “Σε αυτή ακριβώς την κατάσταση µε βρήκε ο Κόκκινος Στρατός… Είχα εγκαταλείψει τον εαυτό μου. Για μένα δεν υπήρχε πλέον κανένα απολύτως ουσιαστικό περιεχόμενο στη ζωή μου”.
Οι Σοβιετικοί στρατιώτες που εισήλθαν στις ρημαγμένες πόλεις και χωριά περιέγραφαν εικόνες καταστροφικής εξαθλίωσης. “Δεν πρόκειται να ξεχάσω ποτέ το πώς με αντιμετώπισαν στην Πολτάβα”, έγραφε στην αδελφή του ένας αξιωματικός τον Σεπτέμβρη του 1943:
Μία γριούλα έκλαιγε μέσα στην αγκαλιά μου. Μόλις αποχωριστήκαμε, με σταύρωσε, επανειλημμένα. Σε μία πλατεία, περπατούσε μια πολύ ηλικιωμένη γυναίκα με μια σακούλα μήλα. Αθόρυβα μοίραζε από δύο μήλα σε κάθε φαντάρο. Βλέποντας όλα τα παραπάνω, θες να βάλεις τα κλάματα.
Σε όλες τις απελευθερωθείσες περιοχές, οι ιατροδικαστές εντόπισαν τα λείψανα εκτελεσθέντων αμάχων τα οποία είχαν πεταχθεί μέσα σε αντιαρματικές τάφρους και χαράδρες. Οι Κομμουνιστές αξιωματούχοι συγκέντρωσαν στους τόπους τέλεσης των εγκλημάτων στρατιώτες και κατοίκους ώστε να τους επιστρατεύσουν περαιτέρω στον πόλεμο κατά των Γερμανών. Για τους ψυχικά τραυματισμένους επιζήσαντες, οι συνάξεις αυτές λειτουργούσαν επίσης ως κάθαρση.

Στη Μελιτόπολη, οι αξιωματούχοι της πόλης συγκάλεσαν σε συνέλευση τους κατοίκους της πόλης μόλις μερικές ημέρες την απελευθέρωσή της. Ανάμεσα στους ομιλητές υπήρχαν και τέσσερις νέοι, δύο άνδρες και δύο γυναίκες, που είχαν προσχωρήσει στους παρτιζάνους αφότου οι Γερμανοί εκτέλεσαν τις οικογένειές τους και τους γονείς τους. “Aυτό που αντικρύσαμε δεν ήταν μια συνηθισμένη συνέλευση”, ανέφερε στους ιστορικούς ένας μάρτυρας, “ήταν ένα μοναδικό ουρλιαχτό και βρυχηθμός. Οι διηγήσεις ήταν απίστευτα φρικιαστικές, και όλοι μας στεκόμασταν ακίνητοι, ανήμποροι να κινηθούμε”.
Εν τω μεταξύ, στη Γερμανία, τα αντιμπολσεβίκικα αισθήματα εκτινάχθηκαν σε πρωτοφανή ύψη. Στις αρχές του 1945 ξέσπασε ένα κύμα από αυτοκτονίες στην Ανατολική Γερμανία, αναμένοντας την έλευση των Σοβιετικών. Ο φόβος και το μίσος κατά των Ρώσων κατέλαβαν την πλειοψηφία της χώρας, δεδομένου ότι ο Χίτλερ προέβλεπε πως το πεπρωμένο των Γερμανών θα είναι η συντριβή, οι βιασμοί και η δουλεία, ενώ “τεράστιες φάλαγγες ανδρών θα βαδίζουν προς τη Σιβηρική τούνδρα”, εάν δεν εντείνουν τις πολεμικές τους προσπάθειες.
Αυτού του είδους αισθήματα παρέμειναν ακόμα και μετά από την αυτοκτονία του ίδιου του Χίτλερ και την πτώση του Τρίτου Ράιχ του. Την άνοιξη του 1945 ένας Αμερικανός αξιωματικός των μυστικών υπηρεσιών περιόδευσε στη δυτική Γερμανία – μια περιοχή που δεν είχε ποτέ αγγίξει ο Κόκκινος Στρατός. Αυτός ο αξιωματικός, που ήταν κι αυτός Εβραίος, παρατήρησε με έκπληξη τη σχεδόν παντελή έλλειψη αντισημιτισμού στον πληθυσμό, παρά τις τεράστιες ενέργειες που κατέβαλλαν οι Ναζιστές για να περάσουν αυτές οι προκαταλήψεις στα κεφάλια τους. Εντούτοις, εντυπωσιάστηκε ακόμα εντονότερα με αυτό που χαρακτήρισε ως σχεδόν καθολική “φοβία απέναντι στους Ρώσους”. Οπουδήποτε άκουγε ανθρώπους να σχολιάζουν τους “ακαλλιέργητους”, “βάρβαρους”, και “λιγδιάρηδες” Ρώσους.
Από ένα προάστιο του Αμβούργου, ένας Γερμανός ημερολογιογράφος παρατηρούσε ότι απελευθερωμένοι Σοβιετικοί αιχμάλωτοι πολέμου περιφέρονταν στους δρόμους στις αρχές του Μαΐου αναζητώντας τρόφιμα και προσφεύγοντας στη βία στις περιπτώσεις όπου οι ντόπιοι απέρριπταν τα αιτήματά τους. Ο ημερολογιογράφος κατέγραφε την υστερική διάθεση του πληθυσμού: “Οι Ρώσοι πλιατσικολογούν!”, “Οι Ρώσοι είναι άπαντες φονιάδες και εγκληματίες!”. Οι άνδρες συγκεντρώνονταν µε ρόπαλα και ραβδιά, έτοιμοι να υπερασπισθούν τα χωριά τους.
Το πρόταγμα της σταυροφορίας κατά του Μπολσεβικισμού υπό τη Γερμανική ηγεσία επιβίωσε των Ναζί: με κάποιες παραλλαγές, εξελίχθηκε σε ένα καθοριστικό γνώρισμα του Ψυχρού Πολέμου. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, και όχι η Γερμανία, πρωτοστάτησαν σε αυτό τον αναζωπυρωμένο αγώνα. Στη θέση του Εβραϊκού Μπολσεβικισμού, ο νέος εχθρός της Δύσης επρόκειτο να είναι ο Ρωσικός Μπολσεβικισμός, χωρίς ωστόσο η εγκληματικότητα και τα παγκόσμια σχέδια που αποδόθηκαν στους Ρώσους να προσομοιάζουν με τις Ναζιστικές απεικονίσεις για τους Εβραίους.
Το καίριο Σοβιετικό κεφάλαιο στον τρομερότερο πόλεμο της σύγχρονης ιστορίας παραμένει ακόμη να ειπωθεί λεπτομερώς.
Αυτό το σχέδιο εμφάνιζε τη Σοβιετική Ένωση ως επιθετική δύναμη, στα θύματα της οποίας περιλαμβάνονταν και ο ίδιος της ο λαός. Δεν θα μπορούσε να συλλάβει τον Σοβιετικό λαό ως το θύμα μιας έξωθεν επίθεσης. Δεν υπήρχε καμία θέση στην αντικομουνιστική δυτική συνείδηση. Έτσι δικαιολογείται το γεγονός ότι έως σήμερα παραμένουν ελάχιστα πράγματα γνωστά για τα τόσα πολλά Σοβιετικά θύματα της Ναζιστικής κατοχής.

Οι πρόσφατες πρωτοβουλίες, όπως για παράδειγμα η μελέτη του πάτερ Πατρίκ Ντεμπουά “Ολοκαύτωμα από σφαίρες” και η αναζήτηση των τόπων δολοφονίας των Εβραίων στις κατεχόμενες επικράτειες της πρώην ΕΣΣΔ από το Yad Vashem, έχουν ξεκινήσει να χαρτογραφούν το “Ολοκαύτωμα σε Σοβιετικό έδαφος”. Εντούτοις, το ενδιαφέρον τους εστιάζεται στη δολοφονία των 2,75 εκατομμυρίων Σοβιετικών Εβραίων και παραγνωρίζει τα εκατομμύρια των αιχμαλώτων πολέμου, των άλλων ύποπτων “Mπολσεβίκων”, των παρτιζάνων και των εργατών-σκλάβων που επίσης έχασαν τη ζωή τους κατά την εκστρατεία εξολόθρευσης που πραγματοποίησε η Γερμανία προς Ανατολάς.
Στην ιστοσελίδα sovietsurvivors.com, που εγκαινιάστηκε στις 22 Ιουνίου 2021, παρατίθεται μία μικρή επιλογή των συνεντεύξεων που πραγματοποίησαν οι ιστορικοί που περιγράφηκαν στο παρόν άρθρο με Σοβιετικούς επιζήσαντες από το Γερμανικό κατοχικό καθεστώς. Στην ιστοσελίδα αυτή περιγράφεται επίσης αναλυτικότερα το έργο και η δημιουργία της Ιστορικής Επιτροπής εν καιρώ πολέμου.
Μετάφραση από το περιοδικό Jacobin
Αρ. Μα.
Υποσημειώσεις