ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΟΣ ΜΑΡΞΙΣΜΟΣ & ΠΟΛΕΜΟΣ – ΑΠΟ ΤΗ ΔΙΝΗ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΣΤΟΝ «ΧΡΟΝΟ ΤΟΥ ΤΩΡΑ»

του Σάββα Στρούμπου

Μέρος 2ο
Στην εποχή, μάλιστα, του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, σε πολλές περιπτώσεις είχαν παρουσιαστεί φαινόμενα συναδέλφωσης στα χαρακώματα στρατιωτών αντιμαχόμενων δυνάμεων, δείχνοντας πόσο θα ήταν δυνατόν να συντομευθεί ο εγκληματικός πόλεμος και να οργανωθεί ένα επαναστατικό διεθνές κίνημα, αν υπήρχε συστηματική δουλειά των επαναστατών μαρξιστών των εμπόλεμων χωρών προς αυτή την κατεύθυνση.
Αξίζει να σημειώσουμε εδώ το γεγονός ότι μαζί με τις προδοσίες και την πολιτική ταξικής ειρήνης που εφάρμοζαν τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα και οι ηγέτες τους (Πλεχάνωφ και Κάουτσκυ είναι δύο από τους επιφανέστερους εκπροσώπους των σοσιαλδημοκρατών που υποστήριξαν αυτή την πολιτική), οι πιο επιφανείς αναρχικοί όλου του κόσμου ακολούθησαν αντίστοιχα βήματα υποστήριξης του πολέμου, με τον Πιότρ Κροπότκιν να δίνει τον τόνο.
Ανοίγοντας έναν τελείως διαφορετικό δρόμο ακριβώς προς την αντίθετη κατεύθυνση, ο Λένιν εξηγεί ότι σε συνθήκες πολέμου, για να οδηγηθούν οι μάζες προς την εξέγερση, τα επαναστατικά κόμματα «χωρίς να παραιτηθούν σε καμία περίπτωση και κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες από τη χρησιμοποίηση κάθε νόμιμης δυνατότητας, και της πιο μικρής, για την οργάνωση των μαζών κάτω από το κήρυγμα του σοσιαλισμού, πρέπει να ξεκόψουν από τον δουλοπρεπή σεβασμό της νομιμότητας». Με άλλα λόγια, «δεν είναι δυνατόν να οδηγηθούν οι μάζες στην επανάσταση, χωρίς να δημιουργηθεί παράνομη οργάνωση με σκοπό το κήρυγμα, τη συζήτηση, την εκτίμηση και την προετοιμασία των επαναστατικών μέσω πάλης» .
Όσο κι αν φαίνεται «παράκαιρη» η πρόταση του Λένιν, στο σημερινό πολιτικό σκηνικό η ένταση της κρατικής-αστυνομικής καταστολής σχεδόν σε όποια μορφή δράσης υιοθετεί το ταξικό κίνημα, η τάση προς απαγόρευση των απεργιών, η ποινικοποίηση των κοινωνικών και εργατικών αγώνων, οι «παραδειγματικές» τιμωρίες αγωνιστών, ο χαρακτηρισμός νεαρών έγκλειστων αναρχικών σε «ατομικούς τρομοκράτες» και «μοναχικούς λύκους» , είναι αρκετά δείγματα για να μας πείσουν ότι χρειάζεται προετοιμασία σε όλα τα επίπεδα και για όλες τις μορφές δράσης που ιστορικά έχει στη διάθεσή του το ταξικό επαναστατικό κίνημα, ανάλογα με τις ανάγκες που προτάσσει η ίδια η ταξική πάλη την κάθε δοσμένη περίοδο.
«Οι διαθέσεις των μαζών υπέρ της ειρήνης εκφράζουν συχνά την απαρχή της διαμαρτυρίας, της αγανάκτησης και της επίγνωσης της αντιδραστικότητας του πολέμου. Είναι χρέος όλων των σοσιαλδημοκρατών να επωφεληθούν απ’ αυτές τις διαθέσεις. Οι σοσιαλδημοκράτες θα πάρουν με τη μεγαλύτερη θέρμη μέρος σε κάθε κίνημα και σε κάθε εκδήλωση που θα γίνει πάνω σ’ αυτή τη βάση, δεν θα εξαπατήσουν όμως τον λαό με την παραδοχή της ιδέας ότι, όταν λείπει ένα επαναστατικό κίνημα, μπορεί να γίνει ειρήνη χωρίς προσαρτήσεις, χωρίς καταπίεση των εθνών, χωρίς ληστεία, ειρήνη που να μην περιέχει το σπέρμα νέων πολέμων ανάμεσα στις σημερινές κυβερνήσεις και ανάμεσα στις κυρίαρχες τάσεις. (…)Όποιος θέλει σταθερή και δημοκρατική ειρήνη, έχει υποχρέωση να είναι υπέρ του εμφυλίου πολέμου ενάντια στις κυβερνήσεις και την αστική τάξη.»

Στο παραπάνω απόσπασμα ο Λένιν είναι εξαιρετικά σαφής. Η προοπτική ενός πολέμου, με τις εκατόμβες νεκρών που υπόσχεται, δημιουργεί αισθήματα αγανάκτησης και αντιπολεμικές διαθέσεις στους καταπιεσμένους. Αυτό είναι και το υπέδαφος πάνω στο οποίο χρειάζεται να δουλέψουν οι κομμουνιστές. Χρειάζεται να γίνεται καθαρό ότι χωρίς επαναστατικό ταξικό κίνημα, κάθε μορφή ειρήνης θα εγκυμονεί νέους πολέμους, όπως και όξυνση της καταπίεσης και εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης και όλου του λαού. Αυτό το συμπέρασμα, πριν την έναρξη του πολέμου βάζει το καθήκον για κοινή διεθνιστική πάλη των εργατικών τάξεων των εμπόλεμων χωρών ενάντια στον πόλεμο. Στην πράξη σημαίνει την ανάπτυξη ενός πολύμορφου φάσματος δράσεων από διεθνιστικές αντιπολεμικές διαδηλώσεις, καταλήψεις και απεργίες, που θα φτάνει ως τη γενική πολιτική απεργία, αλλά και ως την επαναστατική ανατροπή των αστικών τάξεων των εμπόλεμων χωρών, την επαναστατική κατάληψη της εξουσίας από την εργατική τάξη και την πρωτοπορία της.

Ωστόσο, «αν η πάλη της εργατικής και του λαού δεν κατορθώσει να αποτρέψει τον πόλεμο, τότε, σε αυτήν την περίπτωση πρέπει να παλέψουμε για την μετατροπή του πολέμου σε επανάσταση. (…)Καμιά ανακωχή της ταξικής πάλης στην κοινωνία, αντίθετα πρέπει να κλιμακωθεί αυτή η πάλη με απεργίες, αντιπολεμικές διαδηλώσεις και άλλες δράσεις. Κεντρικός άξονας της πάλης παντού αλλά κυρίως μέσα στο στρατό είναι ότι ο εχθρός είναι στη δική μας χώρα. Είναι οι καπιταλιστές, οι τράπεζες, οι δυνάμεις καταστολής, οι στρατοκράτες, το κράτος και η κυβέρνηση. Παλεύουμε ενάντια στην στρατιωτική πειθαρχία, μη αναγνωρίζοντας την εξουσία των αξιωματικών, αναλαμβάνοντας την διεύθυνση των μονάδων από επιτροπές φαντάρων. Αντιπολεμική δράση μέσα στον στρατό και συναδέλφωση με τους «αντίπαλους» φαντάρους και συνένωση των δυνάμεων για το σταμάτημα του πολέμου και την μετατροπή του σε επανάσταση. Η διεθνιστική επαναστατική δράση της εργατικής τάξης και κυρίως της νεολαίας στο στρατό είναι ο μόνος δρόμος για το σταμάτημα του πολέμου.»

Εδώ αξίζει να σταθούμε σε ένα εξαιρετικά σοβαρό σημείο. Ο Λένιν μιλάει για «εμφύλιο» πόλεμο ενάντια στην αστική τάξη και τις κυβερνήσεις της. Στη χώρα μας, μετά το έπος και την τραγωδία της κατοχής και του ταξικού πολέμου 1941-49, η αστική τάξη και οι εκπρόσωποί της, δεν χάνουν ευκαιρία να ταυτίζουν την επανάσταση με έναν εμφύλιο πόλεμο, όπου «αδερφός σκοτώνει αδερφό», ή όπου «Έλληνας σκοτώνει Έλληνα», εξισώνοντας την Αριστερά με κάποιους παρανοϊκούς, αιμοδιψείς ανθρώπους, που ζουν με «το όπλο παρά πόδα», με μοναδικό σκοπό τη δολοφονία αθώων ομοεθνών τους. Να σημειώσουμε επίσης, ότι αυτή η αντίληψη εδώ και δεκαετίες αναπαράγεται με τρόπο φοβικό και από την ίδια την Αριστερά και τις οργανώσεις της, δίνοντας με κάθε ευκαιρία πιστοποιητικά σωφροσύνης και νομιμότητας.
Ωστόσο, η ιστορία του επαναστατικού κινήματος έχει πολλά να μας διδάξει προς την ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση. Οι κομμουνιστές δεν είναι κάποιοι ηθικολόγοι πασιφιστές. Υποστηρίζουν την επαναστατική βία της καταπιεζόμενης τάξης ενάντια στους αστούς καταπιεστές της, «με το κύρος ενός οπλισμένου λαού» . Η ανάγκη της επαναστατικής βίας του προλεταριάτου γεννιέται ακριβώς από τη λυσσασμένη αντίσταση που προβάλλουν οι καπιταλιστές εκμεταλλευτές με τη στρατοκρατία και τη γραφειοκρατία τους, όταν κλυδωνίζεται η εξουσία τους.

Βασικό παράδειγμα ο Κόκκινος Οκτώβρης του 1917: Η διαδικασία επαναστατικής κατάληψης της εξουσίας από τους Μπολσεβίκους και τους Ρώσους εργάτες, στρατιώτες και αγρότες, ήταν τόσο καλά οργανωμένη, που επί της ουσίας δεν υπήρχαν θύματα. Ο εμφύλιος που ακολούθησε ήταν το αποτέλεσμα επίθεσης στη νεαρή Σοβιετική Ρωσία 14 (!) ιμπεριαλιστικών στρατών σε αγαστή συνεργασία με τους Ρώσους αστούς αντεπαναστάτες, όπου οι Μπολσεβίκοι χρειάστηκε να δημιουργήσουν στρατό σχεδόν από το μηδέν . Χρειάζεται να το τονίζουμε με κάθε τρόπο: για τους Κομμουνιστές «κέντρο της πάλης είναι η Ζωή η ίδια. Η ίδια η Ζωή είναι η κεντρική κατηγορία του μαρξισμού. Η μεταμόρφωση του κόσμου είναι αναγκαιότητα της Ζωής.»
Από αυτή την άποψη και σύμφωνα με τα παραπάνω μπαίνει η θέση του Λένιν ότι «σ’ έναν αντιδραστικό πόλεμο μια επαναστατική τάξη δεν μπορεί να μην εύχεται την ήττα της δικής της κυβέρνησης, δεν μπορεί να μην βλέπει τη σύνδεση ανάμεσα στις στρατιωτικές αποτυχίες της κυβέρνησής της και στη διευκόλυνση της ανατροπής της» .
Και συνεχίζει στο ίδιο πνεύμα: «Μόνο ένας αστός, που πιστεύει ότι ο πόλεμος, τον οποίο άρχισαν οι κυβερνήσεις, θα τελειώσει οπωσδήποτε σαν πόλεμος ανάμεσα σε κυβερνήσεις, μόνο ένας αστός που το πιστεύει αυτό και το εύχεται, θα βρει «γελοία» και «παράλογη» την ιδέα ότι οι σοσιαλιστές όλων των εμπόλεμων χωρών πρέπει να εκφράσουν την ευχή να ηττηθούν όλες οι εμπόλεμες κυβερνήσεις «τους». Αντίθετα, ακριβώς αυτή η εκδήλωση θα ανταποκρινόταν στις ενδόμυχες σκέψεις του κάθε συνειδητού εργάτη και θα ήταν σύμφωνη με τη γραμμή της δράσης μας, που κατευθύνεται στη μετατροπή του ιμπεριαλιστικού πολέμου σε εμφύλιο. (…) Οι σοσιαλιστές έχουν χρέος να εξηγούν στις μάζες ότι δεν υπάρχει γι’ αυτές άλλη σωτηρία έξω από την επαναστατική ανατροπή των κυβερνήσεων «τους» και ότι πρέπει να επωφεληθούν από τις δυσκολίες αυτών των κυβερνήσεων στο σημερινό πόλεμο γι’ αυτόν ακριβώς τον σκοπό».

Οι θέσεις αυτές χρειάζεται να γίνουν κτήμα των αγωνιστών της Αριστεράς σήμερα, για να αποφευχθεί η σύγχυση περί «υπεράσπισης της πατρίδας» και «εθνικής ενότητας» . Η ελληνική κυβέρνηση κάθε άλλο παρά αθώα είναι. Ενώ υποτίθεται ότι είναι αμυνόμενη, εφόσον σκόρπισε τη φτώχεια και την εξαθλίωση σε ολόκληρο τον λαό, προδίδοντας τις όποιες προσδοκίες υπήρχαν από την «πρώτη φορά αριστερά», έγινε μια από τις πιο φιλο-ιμπεριαλιστικές κυβερνήσεις, σχηματίζοντας τον αντιδραστικό άξονα Ελλάδα – Κύπρος – Ισραήλ – Αίγυπτος, θέλοντας να εμφανιστεί στον ιμπεριαλισμό ως παράγοντας σταθερότητας στην περιοχή κι έτσι να παίζει ηγεμονικό ρόλο στην περιοχή.
Δεν είναι η πρώτη φορά στην ιστορία που η ελληνική άρχουσα μπουρζουαζία επιχειρεί να παίξει το ρόλο του χωροφύλακα των ισχυρών ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Tο επιχείρησε στην Oυκρανική εκστρατεία κατά των μπολσεβίκων, στην Mικρασιατική εκστρατεία με τα τραγικά αποτελέσματα της Mικρασιατικής Kαταστροφής, στην εκστρατεία στην Kορέα κ.λπ. Aπό αυτήν την άποψη η φόρμουλα του Λένιν «η ήττα είναι το μικρότερο κακό» σημαίνει ότι μια ήττα που θα έλθει ως αποτέλεσμα της ανάπτυξης του επαναστατικού κινήματος είναι άπειρα πιο επωφελής για το προλεταριάτο και όλο τον λαό από μια στρατιωτική νίκη που εξασφαλίζεται από την «εμφύλια ειρήνη». H φόρμουλα του Kαρλ Λήμπκνεχτ «ο βασικός εχθρός βρίσκεται στην ίδια μας τη χώρα» είναι ο καθοδηγητικός μίτος για την επαναστατική – διεθνιστική πολιτική στο ζήτημα του πολέμου.

Συνεχίζεται