Δάνεια και Χρέος των ΗΠΑ
Δύο αριθμοί που τρομάζουν όταν συνδέονται
Τα τελευταία στοιχεία που έδωσε στην δημοσιότητα η Κεντρική Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (FED), έχουν αρχίσει να τρομάζουν τους αναλυτές που δεν βλέπουν με καλό μάτι την επιμονή της Fed να συνεχίσει σταθερά στην απόφασή της για αύξηση των επιτοκίων.
Δύο είναι τα μεγέθη που ο συνδυασμός τους προκαλεί ισχυρά κύματα ανησυχίας ειδικά λόγω του ότι ο νέος διοικητής της που έχει ορίσει ο Τράμπ δεν είναι οικονομολόγος αλλά δικηγόρος, εξειδικευμένος σε τραπεζικά θέματα.
Τα μεγέθη αυτά είναι το ποσό των δανείων που έχει αγοράσει με τα τρία προγράμματα ποσοτικής χαλάρωσης η FED και το ύψος του δημόσιου χρέους.
Το πρώτο ποσό είναι 4,5 τρισ. δολάρια και το δεύτερο 20 τρισ. δολάρια. Στο δεύτερο ποσό πρέπει να συνυπολογισθεί ότι ο ιδιωτικός τομέας βαρύνεται επιπρόσθετα με άλλα 48 τρισ. δολάρια, ήτοι το χρέος των ΗΠΑ συνολικά ξεπερνά τα 68 τρις δολάρια!
Αυτό που πυροδοτεί την σχέση ανάμεσα στα δύο αυτά μεγέθη και δημιουργεί απειλητικό περιβάλλον είναι η συνδυαστική απόφαση της Fed αφ’ ενός να συνεχίσει να αυξάνει τα επιτόκια των δανείων σε δολάριο και αφ’ ετέρου να σταματήσει να ξαναεπενδύει αυτά τα 4,5 τρισ. τίτλων που έχει αγοράσει.
Αυτό σημαίνει ότι η FED αποσύρει κεφάλαια από την αγορά με δύο τρόπους, κάνει ακριβότερη την εξόφληση των δανείων και μειώνει την αναχρηματοδότησή τους.
Αν βάλει κανείς σ’ αυτήν τη σχέση υπόψη ότι το δημόσιο χρέος διπλασιάσθηκε όπως και το ιδιωτικό στο διάστημα των τελευταίων 7 – 8 ετών, ήτοι των χρόνων της κρίσης, τότε καταλαβαίνει οτι ο όγκος των κεφαλαίων που “αποσύρεται” από την χρηματοδότηση της οικονομίας (και οποίος είναι αυτός που την κράτησε όρθια στην κρίση), είναι τεράστιος και πρωτοφανής.
Είναι κάτι που δεν έχει ξαναγίνει σε τέτοια έκταση και βάθος στην ιστορία του καπιταλισμού.
Το 2008 το ενεργητικό της FED (δηλαδή τα δάνεια που είχε “αγοράσει”) ήταν μόλις 900 δισ. ευρώ ενώ σήμερα είναι 4,5 τρισ. ευρώ (βλέπε πίνακα 1).
Το 2008 το δημόσιο χρέος στις ΗΠΑ ήταν 9 τρισ. δολάρια, σήμερα ξεπερνά τα 20 τρισ. δολάρια (βλέπε πίνακα 2).
Είναι για πρώτη φορά στην ιστορία του καπιταλισμού που μία κεντρική τράπεζα, η μεγαλύτερη του πλανήτη, θα πρέπει να “αποσύρει” από την οικονομία ένα τέτοιο όγκο κεφαλαίων.
Και αυτοί που θα πρέπει να πληρώσουν πρέπει να το κάνουν με ακριβότερα επιτόκια από εκείνα που είχαν πληρώσει για να πάρουν αυτά τα κεφάλαια.
Πρέπει εδώ να σημειωθεί ότι ο πολλαπλασιασμός της χρηματοδότησης από την Fed του ιδιωτικού τομέα μέσω των τραπεζών έχει εκτοξεύσει το ιδιωτικό χρέος -όπως και το δημόσιο- στο ίδιο χρονικό διάστημα σε πρωτοφανή επίπεδα. Και μόνο ένα μέρος αυτού του χρέους έχει δημιουργηθεί λόγω χρηματροδότησης στους παραγωγικούς τομείς της οικονομίας, βιομηχανία, αγροτική οικονομία, εμπόριο, κ.λπ. Το μεγαλύτερο μέρος του έχει απορροφηθεί στη δημιουργία σύνθετων τραπεζικών προϊόντων χρέους, των “παραγώγων” στο παγκόσμιο τραπεζικό σύστημα τα οποία έχουν οικοδομηθεί στη βάση των σχεδόν μηδενικών επιτοκίων και της διαρκούς επανεπένδυσης των δανείων της FED.
H “απόσυρση” των κεφαλαίων της FED ισοδυναμεί με μία χωρίς προηγούμενη πίεση για ρευστοποίηση (πώληση) αυτών των χρηματοπιστωτικών προϊόντων και εκπλειστηριασμό όλων των επενδύσεων στην πραγματική οικονομία των οποίων η κερδοφορία δεν θα επιτρέπει την ομαλή αποπληρωμή των δανείων τους…
Είναι κάτι που δεν έχει ξαναγίνει στην καπιταλιστική ιστορία. Είναι μια ιστορικών διαστάσεων διαδικασία “καταστροφής” κεφαλαίου που όσο σταδιακά και αν επιχειρηθεί να γίνει, δεν μπορεί (δεν τολμά) κανείς να προβλέψει το αποτέλεσμα.
Απέναντι σ’ αυτό το τσουνάμι που θα χτυπήσει και τις ευρωπαϊκές τράπεζες η ΕΚΤ επεκτείνει το δικό της πρόγραμμα χαλάρωσης δίνοντας οξυγόνο στις ευρωπαϊκές τράπεζες με το QE που σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να διακόψει υπ’ αυτές τις συνθήκες…
Εξ ού και η προειδοποίησή της στην τελευταία της Έκθεση ότι “παραμένει ο κίνδυνος μιάς απότομης αναπροσαρμογής στις παγκόσμιες αγορές”. Όπως τονίζεται “Η συνεχιζόμενη συμπίεση των ασφαλίστρων κινδύνου, η περιορισμένη μεταβλητότητα και οι ενδείξεις για ανάληψη αυξημένου κινδύνου στις παγκόσμιες χρηματοοικονομικές αγορές αποτελούν πηγή ανησυχίας, καθώς μπορεί να σπείρουν τους σπόρους για μεγάλες διορθώσεις στις τιμές”. Σ’ αυτούς τους κινδύνους συμπεριλαμβάνει και τον κίνδυνο της πολιτικής αστάθειας, σημειώνοντας ότι θα μπορούσε να οδηγήσει σε αυξημένα ασφάλιστρα κινδύνου για τα κρατικά ομόλογα, προκαλώντας πιθανώς ανησυχίες για τη βιωσιμότητα του χρέους σε ορισμένες χώρες.
Γ. Aγγ.