(λαϊκό τραγούδι)
του Νίκου Λέκκα
Σύντροφοι αγαπημένοι, εμείς που στην ζωή μας δεν κωλώσαμε σε τίποτα, αλλά πάντα με το χυδαίο φρικάραμε, γιατί είμαστε εμείς, και να σκάσουν οι οχτροί μας – ουκ ολίγοι, μια κάστα μή ανθρώπινη. Τώρα το να πούμε θεϊκή είναι μεγάλη κουβέντα, και δεν θα το πούμε, απλά η συνήθεια δεν μας άξιζε. Όπως δεν άξιζε και τους φίλους. Ζώντες και θανόντες. Μέχρι να γίνουμε όλοι σκόνη. Αλλά οι αξίες μας θα μείνουν. Όσο υπάρχει το ανθρώπινο του είδους μας. Γιατί εμείς δεν είμαστε άνθρωποι, είμαστε ένα είδος ανθρώπου, όπως και η Sexton είχε δήλωση, ότι δεν είναι γυναίκα, είναι ένα είδος γυναίκας. Αυτή η καλλονή, που εκτός από μεγίστη ποιήτρια, υπήρξε και μοντέλο.
Αλλά σύντροφοι, εμείς που δεν διεκδικήσαμε τίποτα για το εαυτό μας, πάρα μόνο για το σύνολο της κοινωνίας και για αυτό αγωνιζόμαστε, για ένα σύνολο, αξίες στη ζωή, εσείς οι άλλοι βουλώστε το. Οι άλλοι που μαζί μεγαλώσαμε. Αλλά τραβήξαμε διαφορετικές πορείες. Στον όχλο εσείς, στις αξίες και την ηθική εμείς.
Και μπροστά στο πολυφαγία σας, δεν τιμήσατε ούτε την καταγωγή σας. Και σαν μαλάκες θέλετε να τα εξευγενίσετε. Λες και δεν έχετε πόδια να κουβαληθείτε σε άλλες συνοικίες. Λες και δεν έχετε λεφτά να το κάνετε. Μόνοι σας τα τρώτε, και έχετε ακόμα. Και αναζητείτε το λούμπεν μπας και βρείτε μια ίαση στην ψυχή σας, μόνο σε ένα ψήγμα χρόνο αορίστου… Και χωρίς πουκάμισα, οποιουδήποτε χρώματος και σχεδίου και χωρίς αίμα, χωρίς νικελένιες φλέβες για να κυλάνε τα αντίθετα.
Και εμείς που συμβιώνουμε μαζί σας, χωρίς να έχουμε τίποτα το βιώσιμο στη ζωή μας, θέλουμε πίσω αυτά που μας πήρατε. Αυτά που μας πήρατε και μας παρουσιάζετε αντίβαρο την δήθεν πρόοδό σας. Θέλουμε πίσω τα παλιά. Τις παλαιόθεν αξίες. Αυτό το τριαντάφυλλο ντομάτα και αυτό το ούζο χύμα σε ποτήρια με δάχτυλο στο πάτο.
Θέλουμε πίσω την ζωή μας και την χαρά μας. Πίσω τα καφενεία που εκεί ανδρωθήκαμε στις αξίες της Αριστερά, και όχι στην τάχα μου της τηλεόρασης και του ραδιοφώνου, θέλουμε πίσω τα κωλόμπαρά μας, που τις πουτάνες που τα δούλευαν έτσι τις κατάντησαν οι σημερινοί και τα έκλεισαν, θέλουμε πίσω τους τεκέδες μας. Και δεν δίνουμε φράγκο στους χασικλήδες που παρουσίασαν κάποτε ένα προσωπείο ηθικής. Το Πρόσωπο και η Ηθική μετράει. Και τα ψέματα που είπαν δεν ήταν απλά και καθημερινά. Ήταν ψέμα στη ζωή την ίδια. Άλλα δήλωσαν και άλλα πράξανε. Τα ακριβώς αντίθετα. Πολύ παραπάνω από το ακριβώς και το αντίθετο του. Γιατί ντε και καλά όλοι μας αστοί; Αλλά εμείς δεν φοβηθήκαμε καμία κουβέντα, πόσο μάλλον την λέξη Προλετάριος. Στην ουσία του Προλεταριάτου, αυτό που μόνο λίγοι μπορούν να νιώσουν. Έστω και ως ανάμνηση, που οι αναμνήσεις αυτές ήταν η ουσία της ύπαρξής μας. Οι παππούδες και κάποια από τα παιδιά τους. Σε καμιά περίπτωση τα εγγόνια τους και κάποια δισέγγονα.
Υποστηρίζαμε τις πουτάνες, τις λεσβίες, τα πρεζόνια, τους χασικλήδες, τους πούστηδες, τα τσόλια, αυτές με τις αξίες ζωής, που δεν βρήκαν τίποτα στη ζωή τους ρόδινο, ούτε τίποτα «Δεξιό» και φυσικά δεν ήταν Έλληνες, ήταν οικουμενικοί, ακόμα και σε χρόνια που στα γεωγραφικά σύνορα που ορίζουν το κράτος «Ελλάδα» μετανάστης και πρόσφυγας δεν υπήρχε ούτε για δείγμα. Από το ξένο στοιχείο μόνο Τουρίστες του καλοκαιριού, ευπρεπείς και αλητοτουρίστες, και ελάχιστοι χειμερινοί.
Τώρα που όλα είναι αποδεκτά και παρά πολύ καθώς πρέπει, που οι παλιοί οι περισσότεροι ήτο, αλλά σύντροφοι ξεχνάνε ότι το καθώς πρέπει διαφέρει ως ουσία από το τύπος και υπογραμμός. Το δεύτερο ούτε στον εχθρό. Γιατί η ζωή πρέπει να είναι ζωή, σικ ζωή και όχι καθώς πρέπει. Πόσο μάλλον εναλλακτική του κώλου.
Αλλά το να σου τα προσφέρουν όλα στο πιάτο, ποιος ο λόγος για αγώνα; Και όλοι τους έχουν βολευτεί. Και όλα είναι νορμάλ. Αλλά ειδικά για την ομοφυλοφιλία και τους ναρκομανείς από την άλλη πλευρά ποιος ο λόγος για τόσα βιβλία ψυχιατρικού περιεχομένου που πουλάνε σαν τρελά, και στις τόσες κολλεκτίβες υπεράσπισης, και αυτό το λέω χωρίς να αδικώ φίλους, και την καλή τους την καρδιά που προσφέρουν, και είμαι σίγουρος ότι θα το πληρώσουν με πάρα πολύ βαρύ τίμημα.
Αλλά σύντροφοι, εμείς των κινημάτων, ξέρουμε πώς είναι πια τα κινήματα. Και κρίμα στη νοηματική της λέξης «Κίνημα» και «σωματείο» από την άλλη πλευρά. Που τα πιο αδικημένα πλάσματα είναι οι νταβατζήδες, που εγώ πους έχω συναναστραφεί, άνθρωποι έξω καρδιά, της παρέας, του χαμόγελου όταν αφεθούν, και γενικά της χαράς της ζωής. Και σιγά να μην είναι αυτό το νταβατζιλίκι. Αυτοί νταχτιρτίσανε στα γόνατά τους όλο τον λαό. Άσχετα αν ήταν Φίφηδες, Μήτσοι, χαμάληδες, και ποιητές. Χωρίς ποτέ να μετρήσουν τα φράγκα τους για τα οποιαδήποτε Παρίσια, αυτά της καλοπέρασης, όχι του αγώνα.
Το εδώ τους αρκεί. Το εδώ μας αρκεί. Και τις καταβολές μας, θα τις κουβαλάμε. Και θα έχουμε καθημερινό νταραβέρι, οποιασδήποτε μορφής με οποιοδήποτε τόπο. Και όσο και αν μας πούμε «Περιθώριο» σιγά να μην μας τρομάξουν. Ο τρόμος ο δικός τους ούτε με artane μπορεί να θεραπευτεί, ούτε με ακρωτηριασμό. Εμείς δεν τρέμουμε, πατάμε, μόνο από σύνδρομα στέρησης, που αυτά είναι επιλογή. Και μετά τα 30 ανακαλύψαμε τον υπέροχο φόβο της αίσθησης του φόβου. Μόνο το ένστιχτο του θανάτου βιώσαμε. Και για ευθανασία ούτε λόγος.
Κορωπί
11/09/2021