Είχαν, δεν είχαν οι διάφοροι γνωστοί μισάνθρωποι, σκοταδόψυχοι, αλλά πλέον γραφικοί αστοί “αναλυτές” του ασφαλιστικού και βρήκαν ευκαιρία με την μισητή (για τους ίδιους) λαϊκή εξέγερση στη Γαλλία ενάντια στο συνταξιοδοτικό Μακρόν και το βοναπαρτιστικό προεδρικό διάταγμα του για την επιβολή του, να βγουν πάλι παγανιά και ν’ “ανοίξουν” πάλι την συζήτηση για την “αναγκαία” -και στην Ελλάδα- αύξηση του ηλικιακού ορίου συνταξιοδότησης λόγω της δημογραφικής γήρανσης κ.λπ., κ.λπ.
Τι να κάνουμε, λένε; Αφού -ευτυχώς – ζούμε περισσότερο και -δυστυχώς– γεννάμε λιγότερο, τι άλλο μπορεί να γίνει;
Να μειώσουμε τις συντάξεις; Δύσκολο μετά το μπαράζ των μνημονιακών περικοπών, απαντάνε οι ίδιοι. Να αυξήσουμε τις εισφορές για τη σύνταξη; Και πάλι, δύσκολο, ειδικά για τη ΝΔ που έχει μπει σε τροχιά μείωσης των εισφορών και των φόρων. Οπότε τι άλλο μένει για να μειώσουμε τη συνταξιοδοτική δαπάνη; Η αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης.
Προσοχή: Η συζήτηση αυτή δεν είναι “θεωρητική”! Βάσει της μνημονιακής νομοθεσίας, την οποία πέρασε αρχικά η κυβέρνηση του Γιωργάκη Παπανδρέου και διατήρησαν όλες οι επόμενες, μαζί, φυσικά και του ΣΥΡΙΖΑ και του Μητσοτάκη, έπρεπε το 2021 να αυξηθούν τα όρια συνταξιοδότησης λόγω της αύξησης του προσδόκιμου ζωής από το 2010 έως το 2021
Αυτή, όμως, η αύξηση δεν έγινε πρωτίστως για λόγους για πολιτικής αυτοσυντήρησης της κυβέρνησης Μητσοτάκη, καθώς θα ήταν αδιανόητο στις εντελώς πρωτοφανείς, αβέβαιες και δραματικές οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες της πανδημίας και των λοκ ντάουν -με 1 στους 2 εργαζομένους να επιβιώνει με τις κρατικές αποζημιώσεις και εκατοντάδες χιλιάδες συνταξιούχους να περιμένουν επί χρόνια τη σύνταξή τους-, να βγει η κυβέρνηση Μητσοτάκη και να πει πως… αυξάνει τα όρια συνταξιοδότησης.
Από τεχνική – νομική άποψη, όμως, η κυβέρνηση θα μπορούσε, ενδεχομένως, να αυξήσει τα όρια συνταξιοδότησης.
Και αυτό γιατί την περίοδο 2020 – 2021, σύμφωνα με τα στοιχεία της ίδιας Ελληνικής Στατιστικής Υπηρεσίας (ΕΛΣΤΑΤ) μειώθηκε το προσδόκιμο ζωής από τα 79,2 το 2019 στο 77,5 το 2021 (δηλαδή μείον 1,7 χρόνια), κυρίως λόγω της αύξησης, κατά το 2019 -2021 των θανάτων κατά 15% (λόγω κορονοϊού) ιδίως των πιο ηλικιωμένων.
Ωστόσο, την περίοδο 2010 – 2019, δηλαδή πριν την πανδημία, το προσδόκιμο ζωής κέρδισε 2,2 έτη (από τα 78 στα 79,2).
Συνεπώς το “καθαρό κέρδος” για τα προσδόκιμα χρόνια ζωής ήταν 0,5 έτη (συν 2,2 έτη το 2010-2019 μείον 1,7 έτη το 2019 -2021)…
Έτσι υπήρχε ένας “νόμιμος” λόγος για την αύξηση του ορίου συνταξιοδότησης. Παράλληλα την περίοδο 2010 – 2021 μειώθηκαν κατά 25% οι γεννήσεις…
Τι σημαίνει αυτό; Ότι έπρεπε να αυξηθούν από το 2021 τα όρια συνταξιοδότησης κατά 3 μήνες…απαντάνε οι θιασώτες των ασφαλιστικών αντι-μεταρρυθμίσεων, “ξεχνώντας” βέβαια, παρά τους τόνους των πτυχίων τους, γιατί έπεσαν οι γεννήσεις την τελευταία 10ετία (δηλαδή λόγω μετανάστευσης των νέων, υποβάθμισης των όρων ζωής που έφερε η ελληνική καπιταλιστική χρεοκοπία κ.λπ.).
Αν δεν έγινε αυτό το 2021, πέραν του φόβου της κυβέρνησης Μητσοτάκη απέναντι στη λαϊκή αντίδραση, ήταν γιατί μόνο στην Ελλάδα, υπάρχουν δύο όρια συνταξιοδότησης και όχι ένα όπως υπάρχει στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες: Ένα κατώτερο, στα 62 έτη με 40 έτη ασφάλισης και ένα ανώτερο, στα 67 έτη με τουλάχιστον έτη ασφάλισης. Συνεπώς, η κυβέρνηση θεώρησε πως -για την ώρα – “καλυπτόμαστε” ως χώρα από τα 67 έτη…
Παράλληλα, λένε από την κυβέρνηση πως τα ασφαλιστικά ελλείμματα πέφτουν σαν ποσοστό του ΑΕΠ. Εξάλλου, πώς θα μπορούσε κανείς να μετρήσει τα ασφαλιστικά ελλείμματα, όταν το κράτος, το 2020 – 2022, έδινε πακτωλό χρημάτων στα ταμεία για να καλύψει τις εισφορές όσων βγήκαν σε αναστολή εργασίας; Οπότε, είπαν στην κυβέρνηση: Ασ΄το καλύτερα, ας μην ξύνουμε τέτοιες πληγές…
Αλλά ακόμη και αν δεν έγινε η αύξηση των συνταξιοδοτικών ορίων το 2021 πρέπει να γίνει, ίσως, το 2024 (ναι! το 2024, δηλαδή σε λιγότερο από ένα χρόνο από σήμερα!) ή στην καλύτερη (για εμάς) το 2027, όπως δίνει το περιθώριο ο υφιστάμενος μνημονιακός νόμος.
Εξάλλου, η χώρα πάει “δημογραφικά” κατά διαόλου, καθώς οι γέροι ζούνε ολοένα και περισσότερο (αν εξαιρέσει κανείς το “διάλειμμα” του κορονοϊού) και οι νέοι γεννάνε λιγότερο, τονίζουν οι ίδιοι.
Συνεπώς, λιγότεροι εργαζόμενοι θα μπαίνουν στη δουλειά, άρα λιγότερες εισφορές θα εισπράττονται από τα ταμεία καθώς αυτές υπολογίζονται ως ποσοστό επί των αμοιβών τους.
Έτσι θα υπάρχουν λιγότερα έσοδα στα ταμεία για να πληρώνονται συντάξεις των τωρινών συνταξιούχων, την ίδια ώρα που (λόγω της αύξησης του προσδόκιμου ζωής) αυξάνονται οι συνταξιούχοι και έτσι οι συνταξιοδοτικές δαπάνες.
Και επειδή, το κράτος πληρώνει πάνω – κάτω το 50% των δαπανών των ταμείων για συντάξεις, θα αυξηθούν οι κρατικές δαπάνες για την πληρωμή των συντάξεων και γι’ αυτό το λόγο μπορούν δυνητικά να αυξηθούν και τα ελλείμματα του κράτους και έτσι η ανάγκη δανεισμού του, γεγονός που μπορεί να αμφισβητήσει τη δυνατότητα αποπληρωμής του χρέους του, το οποίο -παρά τα μνημόνια– είναι γιγάντιο, διπλάσιο του τι παράγει η χώρα κάθε χρόνο;
Θέλετε να έχουμε πάλι τα ίδια, δηλαδή να χρεοκοπήσει η Ελλάς όπως το 2010, καθώς τα υπέρογκα ελλείμματα του κράτους οφείλονταν στα ελλείμματα του ασφαλιστικού τα οποία με τη σειρά τους οφείλονταν στις γιγάντιες δαπάνες για συντάξεις; Αυτό ρωτάνε οι γνωστοί θιασώτες των ασφαλιστικών μεταρρυθμίσεων, χωρίς ίχνος ντροπής, καθώς οι περισσότεροι εξ αυτών είναι και καθηγητές πανεπιστημίων…
Και γιατί έπρεπε να ντρέπονται όταν λένε -“μορφωμένοι” άνθρωποι…- αυτές τις μπούρδες; Για δύο, τουλάχιστον λόγους:
1. Κατά πρώτον, για τα ελλείμματα του ασφαλιστικού δεν φταίνε, κατά βάση, οι “υψηλές” δαπάνες για συντάξεις! Φταίνε τα χαμηλά έσοδα από εισφορές των επιχειρήσεων, αλλά και τα ανείσπρακτα ασφαλιστικά χρέη τους, επίσημα και ανεπίσημα.
Σύμφωνα με στοιχεία του ίδιου του ΕΦΚΑ, από τα 45 δις ευρώ χρέη που είναι φορτωμένα τα ταμεία, τα 30 δις ευρώ γεννήθηκαν έως το 2009, δηλαδή πριν τα μνημόνια και τα άλλα 15 δις ευρώ μετά τα μνημόνια, δηλαδή την περίοδο 2010 – 2023.
Μ’ άλλα λόγια τα 2/3 των ασφαλιστικών χρεών είναι προμνημονιακά και μόλις το 1/3 είναι μεταμνημονιακά.
Και εν πολλοίς είναι χρέη εργοδοτών, όχι των αυταπασχολούμενων.
Αλήθεια, ας μας πούνε κύριοι θιασώτες των αντι-μεταρρυθμίσεων αν θα ήταν τέτοια τα ελλείμματα των ταμείων τα οποία -κατ’ αυτούς- οδήγησαν στα μνημόνια, αν πριν τα μνημόνια, το κράτος εισέπραττε αυτά τα 30 δις ευρώ; Σίγουρα, όχι!
Αλλά και μετά τα μνημόνια, γιατί μένουν ανείσπρακτα επιπλέον 15 δις ευρώ;
Αν εισπράττονταν αυτά τα χρέη σήμερα, δεν θα χρειαζόταν να πληρώσει ούτε σεντς το κράτος, οι εργοδότες και οι ασφαλισμένοι για 1,5 χρόνο για τις συντάξεις. Και κάτι ακόμη: Η μεγάλη πλειοψηφία των χρεών αυτών όχι μόνο ανήκουν σε εργοδότες, αλλά σε πολύ – πολύ λίγους εργοδότες. Σύμφωνα με τα δημοσιευμένα στοιχεία του ΕΦΚΑ, 2.500 οφειλέτες χρωστούν πάνω από 10 δις ευρώ!
Δηλαδή η μέση οφειλή τους ανέρχεται σε 4 εκατ. ευρώ. Να σημειωθεί πως το συνολικό πλήθος των οφειλετών με συνολικά χρέη 45 δις ευρώ ανέρχεται σε κοντά 2 εκατομμύρια. Μ’ άλλα λόγια, μόλις το 0,1% (2.500 έναντι 2.000.000 οφειλετών) χρωστά το 22% των συνολικών οφειλών (10 δις ευρώ έναντι 45 δις ευρώ) στα ταμεία!
Μόνο την 4ετία της διακυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας (2019 -2023), τα χρέη αυξήθηκαν κατά 10 δις ευρώ (από τα 35 δις ευρώ στα 45 δις ευρώ), κάτι που σημαίνει πως το 25% των ετησίων εσόδων από εισφορές δεν εισπράττονταν.
Την ίδια ώρα, αυξήθηκε, αν και πολύ λιγότερο η συνταξιοδοτική δαπάνη, λόγω των αυξήσεων 7,75% που δόθηκε σε 2 από τις 3 συντάξεις από την 1η Ιανουαρίου 2023 (βάσει του νόμου Κατρούγκαλου) αλλά και της αύξησης του πλήθους των νέων συντάξεων… Δεδομένης μίας τέτοιας πτώσης στα έσοδα από εισφορές, το κόστος των παραπάνω αυξήσεων στις συνταξιοδοτικές δαπάνες καλύφτηκε από το κράτος.
Προφανώς, το ίδιο έκανε, πάνω – κάτω, το κράτος και προ της 4ετίας Μητσοτάκη, δηλαδή επί Τσίπρα και άλλων μνημονιακών αλλά και προμνημονιακών κυβερνήσεων.
Δηλαδή τι έκανε το αστικό κράτος; Έκλεινε τις τρύπες των ταμείων τις οποίες δημιούργησαν οι καπιταλιστές. Και αυτό για να μην κόψει ακόμη περισσότερο τις συντάξεις επί μνημονίων ή και πριν τα μνημόνια λόγω των αρνητικών, για την μπουρζουαζία, συσχετισμών δυνάμεων, μεταπολιτευτικά…
Τι γίνεται, όμως, με τα ανεπίσημα χρέη, τα οποία προέρχονται από την εισφορο-διαφυγή και την εισφορο-αποφυγή. Κύκλοι της αγοράς λένε πως όλο το κέρδος των παραγωγικών επιχειρήσεων (δηλαδή πλην των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων) γύρω στο 10% -15% οφείλεται σήμερα στην “μαύρη οικονομία”, δηλαδή σε έσοδα για τα οποία το κράτος δεν πληρώνει δεκάρα ούτε σε φόρους, ούτε σε εισφορές… Δηλαδή πέραν από τα επίσημα ασφαλιστικά (για να μην λάβουμε υπόψη τα φορολογικά…) χρέη των καπιταλιστών προς το κράτος (τους), υπάρχουν ακόμα περισσότερα …διαφυγόντα.
Και δεν τους φτάνει ούτε αυτό! Το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών, το ΙΟΒΕ, το οποίο τάσσεται υπέρ της αύξησης των ορίων συνταξιοδότησης, λόγω της “δημογραφικής γήρανσης” κ.λπ., απηχεί τις απόψεις του ΣΕΒ (τις οποίες ασπάζεται και η κυβέρνηση Μητσοτάκη) πρότεινε πρόσφατα να μειωθούν μόνο οι εισφορές των αμειβομένων με τον κατώτατο μισθό προκειμένου να αυξηθεί ο καθαρός μισθός και όχι ο μικτός μισθός τους και έτσι επιβαρυνθούν οι “κακόμοιρες” οι επιχειρήσεις. Δηλαδή πρότεινε… ακόμη χαμηλότερα έσοδα για τα ταμεία από εισφορές, τα οποία -μαντέψτε ποιος θα τα καλύψει; Πάλι το κράτος! Αυτό προτείνει το think tank της μεγαλοαστικής τάξης της χώρας, το οποίο εμφορείται από… νεοφιλελεύθερες ιδέες! Το κράτος είναι “καλό” όταν καλύπτει τα κέρδη των καπιταλιστών, αλλά “κακό” όταν δίνει κανένα φράγκο “παραπάνω” στους συνταξιούχους…
2. Κατά δεύτερον, πού είναι το τόσο “κακό”, το κράτος -πέρα από το γεγονός ότι κλείνει τις τρύπες που άνοιξε η τάξη την οποία υπηρετεί- να συνεισφέρει στην αναγκαία δαπάνη για τις συντάξεις, όπως παραπονούνται οι θιασώτες των αντι-μεταρρυθμίσεων στο ασφαλιστικό ;
Τα 2/3 των εσόδων της φορολογίας -δηλαδή των Κρατικών εσόδων- προέρχονται από έμμεσους φόρους, με πρώτο και καλύτερο τον ΦΠΑ, δηλαδή το Φόρο Προστιθέμενης Αξίας επί όλων των προϊόντων και υπηρεσιών, τον πιο άδικο κοινωνικά φόρο, ο οποίος είναι ίδιος -συνήθως 23% – για όλους, ανεξαρτήτως εισοδήματος. Αυτό σημαίνει πως τα περισσότερα έσοδα του κράτους -με τα οποία κλείνουν οι τρύπες του ασφαλιστικού– προέρχονται από τις τσέπες των πιο χαμηλών εισοδημάτων, μαζί φυσικά και των συνταξιούχων.
Με δύο λόγια, το αστικό κράτος επιτελεί διπλή ληστεία σε βάρος των ασφαλιστικών δικαιωμάτων της συντριπτικής πλειοψηφίας του λαού: Αφενός ανέχεται την εισφορο-διαφυγή, την εισφορο-αποφυγή και τα χρέη των καπιταλιστών και αφετέρου κλείνει τις τρύπες από τις συνέπειες της εργοδοτικής αγυρτείας σε βάρος των ταμείων με φορολογικά έσοδα, τους έμμεσους φόρους, που προέρχονται από το λαό.
Είναι τρελό να πιστεύει κανείς ειδικά στις σημερινές συνθήκες της αποσύνθεσης της αστικής τάξης στην Ελλάδα, ειδικά των μεσαίων και μικρών στρωμάτων της, σε συνθήκες επιδείνωσης της παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης, ότι μπορεί να παταχθεί η εισφοροδιαφυγή και η εισφορο-αποφυγή, είτε με “περισσότερους” ελέγχους του κράτους, είτε μειώνοντας τις εισφορές κ.λπ. προκειμένου να μπορούν να τις πληρώνουν οι επιχειρηματίες.
Ποιο “κράτος” θα κάνει ποιους “ελέγχους” σε ποιες επιχειρήσεις; Δεν είναι αστείο: Ο ΕΦΚΑ έχει γύρω στους 20 ελεγκτές –ναι, είκοσι (20)!!!- για το νομό Αττικής!
Αντίθετα, με αυτό το κράτος, με αυτό το σύστημα, να περιμένουμε νέες αυξήσεις ορίων συνταξιοδότησης, αλλά και μειώσεις στις συντάξεις…
Για αυτό δεν είναι “αριστερισμός”, ούτε “εξτρεμισμός” να πει κανείς πως η σωτηρία της δημόσιας κοινωνικής ασφάλισης στην Ελλάδα -και έτσι της ίδιας της ζωής της εργατικής τάξης καθώς από αυτήν την χρηματοδοτούνται όχι μόνο οι δαπάνες για συντάξεις αλλά και της υγειονομικής περίθαλψης- είναι ασύμβατη με την ύπαρξη του αστικού κράτους και του καπιταλισμού.
Χρειάζεται να γίνουν δημεύσεις περιουσιών πρώτα – πρώτα των μεγαλοφειλετών των ταμείων και της εφορίας, να κρατικοποιηθούν όλες οι επιχειρήσεις που δεν μπορούν να ανταπεξέλθουν στις υποχρεώσεις τους σε εισφορές και φόρους, να μειωθούν δραστικά όλοι έμμεσοι φόροι που πνίγουν το διαθέσιμο λαϊκό εισόδημα, να επανασχεδιαστούν όλες οι δημόσιες δαπάνες με γνώμονα την κάλυψη των κοινωνικών αναγκών για αξιοπρεπείς μισθούς, συντάξεις, υγεία και παιδεία. Τα μέτρα αυτά δεν μπορούν να ληφθούν από το αστικό κράτος, αλλά από ένα κράτος στα χέρια των ίδιων των εργατών, στα συντρίμμια του αστικού κράτους και του καπιταλισμού.
Δ.Κ.