Αφού φορτώθηκε το κράτος με τις (ιδιωτικές) ζημιές των καπιταλιστών από την κορωνο-κρίση, η κυβέρνηση προχωρά στην παραπέρα ιδιωτικοποίηση του κράτους.

Έτσι, ο λαός, στις πλάτες του οποίου «χτίζεται» ο κρατικός προϋπολογισμός, καλείται να πληρώσει διπλά την κορωνο-κρίση: Από τη μια μεριά μέσω των γιγάντιων κρατικών «ενέσεων» ρευστότητας προς τους επιχειρηματίες (π.χ. κάλυψη ασφαλιστικών εισφορών) που πλήττονται από την οικονομική κρίση που έχουν προκαλέσει (και) τα περιοριστικά μέτρα κατά της εξάπλωσης της πανδημίας και από την άλλη του μέσω χτυπήματος της δημόσιας ασφάλισης. Έτσι, η εργατική τάξη βγαίνει ήδη διπλά χαμένη από την κορωνο-κρίση, κόντρα στην κυβερνητική γραμμή περί παράλληλης στήριξης επιχειρηματιών και εργαζομένων.

Αντίθετα, οι επιχειρηματίες, ιδίως οι μεγάλοι, όχι μόνο διασώζονται, έστω και προσωρινά, αλλά, βγαίνουν, από μία άποψη, και κερδισμένοι…

Το χτύπημα της δημόσιας ασφάλισης (αν και έχει αναλάβει ένα μεγάλο μέρος του κόστους των εργοδοτικών εισφορών) συντελείται από το σχέδιο μείωσης των εισφορών υπέρ της ανεργίας από την 1η Ιανουαρίου 2021 και την δημιουργία ενός κεφαλαιοποιητικού επικουρικού πυλώνα ασφάλισης (πιθανότατα από το 2022).

Photo credits: Θόδωρος Κουτσουμπός

Την Πέμπτη 15 Οκτωβρίου ο Υπουργός Εργασίας Γιάννης Βρούτσης έφερε στη δημόσια διαβούλευση νομοσχέδιο, με το οποίο προβλέπεται η μείωση των εισφορών των μισθωτών στον ιδιωτικό τομέα κατά 3 μονάδες, δηλαδή από το 39,6% στο 36,6% επί των μικτών αποδοχών τους για το διάστημα μεταξύ 1ης Ιανουαρίου και 31ης Δεκεμβρίου 2021.

Το μέτρο αυτό, σύμφωνα με το προσχέδιο του κρατικού προϋπολογισμού του 2021, θα φέρει απώλεια πάνω από 800 εκατ. ευρώ στο ασφαλιστικό σύστημα κατά το έτος αυτό.

Και αυτό σε συνθήκες που ασφαλιστικό σύστημα αποχαιρετά πληγωμένο το 2020, καθώς έχασε 2 δις ευρώ από εισφορές, ενώ πάνω από 1 δις ευρώ ήταν η ενίσχυση που έλαβε από το κράτος μέσω των διαφόρων μηχανισμών κάλυψης του μη μισθολογικού κόστους των επιχειρήσεων που επλήγησαν από την κορωνο-κρίση.

Με άλλα λόγια, οι πραγματικές απώλειες του ασφαλιστικού συστήματος φτάνουν τα 3 δις ευρώ ή κοντά στο 15% των εσόδων του από εισφορές ή στο 7,5% του συνόλου των εσόδων του.

Παρά την επικείμενη μείωση των εισφορών κατά 3 μονάδες από το 2021 (και την ακόλουθη απώλεια εσόδων ύψους 800 εκατ. ευρώ) το προσχέδιο του προϋπολογισμού προβλέπει αύξηση των εσόδων από εισφορές κατά…1 δις ευρώ.

Δηλαδή, η κυβέρνηση προβλέπει πως κατά το επόμενο έτος όχι μόνο θα αντισταθμιστούν οι απώλειες από τη μείωση των εισφορών, αλλά θα υπάρξει επιπλέον αύξηση κατά 1 δις ευρώ.

Αυτό σημαίνει πως η κυβέρνηση, σε γενικές γραμμές, προβλέπει πως θα υπάρχει μία τέτοια ανάκαμψη που θα κλείσει όλες τις φετινές πληγές στα ταμεία. Μάλιστα, στην ανάκαμψη αυτή, σύμφωνα με το κυβερνητικό «αφήγημα» θα συμβάλλει και η ίδια η μείωση των εισφορών (σ.σ. κατά 3 μονάδες από το 2021), καθώς θα αποτελέσει κίνητρο αύξησης της συνέπειας των εργοδοτών προς τα ταμεία, αλλά και νέων προσλήψεων. Σύμφωνα, μάλιστα, με το ίδιο «αφήγημα», η αύξηση των καθαρών αμοιβών και της επιχειρηματικής ρευστότητας που θα φέρει η μείωση των εισφορών θα τονώσει την κατανάλωση…

Αυτές οι προσδοκίες ελάχιστη σχέση έχουν με την πραγματικότητα. Καταρχάς, τα 500 εκατ. ευρώ από τα επιπλέον 2 δις ευρώ που προσδοκά η κυβέρνηση πως θα μπουν στα ταμεία των ασφαλιστικών φορέων είναι τελείως στον «αέρα». Ο λόγος για τις εισφορές των πληττόμενων επιχειρηματιών για το διάστημα Φεβρουαρίου-Μαΐου του 2020 οι οποίες έχουν λάβει παράταση έως τέλη Απριλίου 2021 προκειμένου να εξοφληθούν.

Παράλληλα, όμως, η κυβέρνηση προωθεί δυνατότητα ρύθμισης των εν λόγω υπό αναστολή εισφορών σε έως 12 άτοκες ή έως 24 έντοκες δόσεις, αρχής γενομένης από τον Μάιο του 2021.

Το πιο λογικό σενάριο -σε συνθήκες όπου η οικονομία θα παραμείνει σε ύφεση και κατά τον ερχόμενο χειμώνα- προβλέπει πως οι υποχρεώσεις αυτές δεν θα καταβληθούν «εφάπαξ» από τους οφειλέτες έως τον Απρίλιο του 2021, αλλά σε δόσεις.

Συνεπώς, από το ποσό των 500 εκατ. ευρώ, θα εισπραχθεί ποσό μεταξύ 160 εκατ. ευρώ (8 μηνιαίες δόσεις επί συνόλου 24) και 330 εκατ. ευρώ (8 από τις 12 μηνιαίες δόσεις). Μένει από κει και πέρα ένα υπόλοιπο ύψους 1,640 δις ευρώ – 1,760 δις ευρώ (ας πούμε κατά μέσο όρο 1,7 δις ευρώ) μέχρι την εκπλήρωση του στόχου είσπραξης εισφορών το 2021. Με μειωμένες κατά 3 μονάδες τις εισφορές, για να εισπραχθεί αυτό το ποσό, θα πρέπει να επιβεβαιωθούν οι μακρο-οικονομικές προβλέψεις του Υπουργείου Οικονομικών σύμφωνα με τις οποίες η ανεργία θα πέσει κάτω από το επίπεδο του… 2019, δηλαδή πριν το ξέσπασμα της κορωνο-κρίσης. Συγκεκριμένα, προβλέπεται να μειωθεί στο 15,4% το 2021 έναντι 15,9% το 2019, μετά από μία «στάση» στο 17,3% φέτος. Δηλαδή θα πρέπει να μειωθεί η ανεργία κατά 1,9 μονάδες ή κατά 80.000, σύμφωνα με όσα προκύπτουν από τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ.

Για την ώρα, πάντως το μόνο ανακοινωμένο πλάνο για δημιουργία νέων θέσεων απασχόλησης είναι εκείνο που έχει δώσει η ίδια η κυβέρνηση μέσω επιδότησης εισφορών, το οποίο αναμένεται να γεμίσει με 350 εκατ. ευρώ κρατικό χρήμα τα ταμεία.

Αυτό, όμως, το πρόγραμμα θα διαρκέσει μόνο 6 μήνες. Και έτσι να είναι, μένουν άλλα 1,250 δις ευρώ μέχρι την εκπλήρωση του στόχου.

Για να εκπληρωθεί αυτός ο στόχος θα πρέπει οι εργοδότες και οι επαγγελματίες, πληττόμενοι και μη, οι οποίοι δεν πλήρωσαν εισφορές ιδίως μετά την καραντίνα της περασμένης Άνοιξης, να πληρώσουν. Το αν και σε ποιο βαθμό θα πληρώσουν εξαρτάται, σε γενικές γραμμές, από το αν και κατά πόσο θα επαληθευθούν οι κυβερνητικές προβλέψεις για ανάπτυξη 7,5% το 2021 έναντι ύφεσης 8,2% φέτος. Εξαρτάται, όμως, και από άλλο ένα παράγοντα: Από τους μισθούς τους οποίους θα λάβουν το 2021, τόσο οι υφιστάμενοι εργαζόμενοι, όσο και εκείνοι που θα πιάσουν δουλειά, έστω και μέσω κρατικής επιδότησης.

Με βάση τους μισθούς αυτούς υπολογίζονται -ως ποσοστό- οι ασφαλιστικές εισφορές. Μειωμένοι μισθοί οδηγούν σε μειωμένα ασφαλιστικά έσοδα. Ήδη διαφαίνεται μία τάση μείωσης στους μισθούς, η οποία δεν μπορεί να στηρίξει την κυβερνητική πρόβλεψη για μία τόσο μεγάλη αύξηση στα έσοδα από ασφαλιστικές εισφορές…

Δ.Κ.