AΡΓΕΝΤΙΝΗ: LUCIA, ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΤΗΣ ΚΡΙΣΗΣ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ

AΡΓΕΝΤΙΝΗ

Lucia, το πρόσωπο της κρίσης του Κράτους

του Marcelo Ramal, Prensa Obrera 1433

 

Η 16χρονη μαθήτρια Lucia Pérez δολοφονήθηκε με άγριο τρόπο στις αρχές αυτού του μήνα. Απήχθη έξω από το σχολείο της, ναρκώθηκε και βιάστηκε επανειλημμένα από συμμορία ανδρών. Πέθανε από καρδιακή ανακοπή από τη σεξουαλική βία που υπέστη. Η 19η Οκτωβρίου ορίστηκε ως ημέρα κινητοποίησης για την Lucia, με το σύνθημα NiUnaMenos (ούτε μία λιγότερη) ενάντια στις γυναικοκτονίες.

 

Η ημέρα κινητοποίησης για την Lucia, η οποία περιελάμβανε μια ώρα απεργίας ανάμεσα σε πλήθος άλλες αγωνιστικές δράσεις, έχει βάλει και πάλι το θέμα της γυναικοκτονίας σε κεντρική θέση στην ημερήσια διάταξη σε εθνική κλίμακα.

Αλλά την ίδια στιγμή, έδειξε ότι η βία με βάση το φύλο συνδέεται με μια γενική αποσύνθεση του Κράτους, όπου οι γυναίκες είναι τα κύρια θύματα ενός δικτύου από εγκληματικές μαφίες, καπιταλιστικές επιχειρήσεις που ξεπλένουν χρήματα για τις μαφίες, αστυνομικούς μηχανισμούς και πολιτικούς ηγέτες. Στην περίπτωση της Lucia, το δίκτυο συνενοχής με τους εγκληματίες φτάνει μέχρι το δημοτικό συμβούλιο, το οποίο τους παρείχε συνηγόρους υπεράσπισης και, πιθανολογείται, την νοθεία της εγκληματολογικής ανάλυσης. Το σύνθημα που λέει ότι το “Κράτος έχει την ευθύνη” και που οι συντρόφισσές μας σταθερά ήγειραν στις πορείες Ni Una Menos (ούτε μία λιγότερη), έχει εδώ με διπλό νόημα. Από τη μία πλευρά, είναι ένα Κράτος που υποθάλπει την γυναικοκτονική αλυσίδα – και αποτελεί μέρος της. Από την άλλη, αρνείται πόρους και βοήθεια στα θύματα. Στην πόλη του Μπουένος Άιρες, η δωρεάν γραμμή καταγγελιών -0800 Mujer- δέχεται μόνο τις μισές εισερχόμενες κλήσεις λόγω έλλειψης προσωπικού! Το κύμα γυναικοκτονιών και η σύνδεσή του με τα δίκτυα διακίνησης που καλύπτονται από το Κράτος, μετατρέπουν σε γελοίους τους ισχυρισμούς περί “ισότητας των φύλων” που τα κόμματα του καθεστώτος ετοιμάζονταν να ψηφίσουν το απόγευμα της περασμένης Τετάρτης (19/10), για να συγκαλύψουν μιαν αντιδραστική πολιτική μεταρρύθμιση και να κρύψουν την ανοιχτή συνενοχή όλων τους με εκείνους που στερούν τα δικαιώματα -μέχρι και τη ζωή- στις γυναίκες.

 

Κρίση δημόσιας ανασφάλειας

 

Η μέρα για την Lucia πραγματοποιείται σε μια περίοδο που η συνενοχή των μηχανισμών της “ασφάλειας” με το οργανωμένο έγκλημα έχει γίνει καθημερινό υλικό του μεγάλου Τύπου. Για παράδειγμα, η περιγραφή των δεσμών της ασφάλειας του Μπουένος Άιρες με τα ναρκωτικά, τα τυχερά παιχνίδια και το εμπόριο σαρκός έχει γίνει το αγαπημένο υλικό των αρθρογράφων της La Nacion και διάφορων τηλεοπτικών καναλιών. Αλλά η αναγνώριση αυτής της συνενοχής, που εμείς έχουμε καταγγείλει προ πολλού, έχει ένα στόχο μια συνέργεια εκ των υστέρων: θέλουν να κόψουν την αλυσίδα της συνενοχής που συνεχίζει “πιο πάνω” από τις δυνάμεις καταστολής (κατηγορούν την αστυνομία για να απαλλάξουν την πολιτική εξουσία) και να παρουσιάσουν το πολιτικό καθεστώς και την ίδια την κυβέρνηση ως θύμα αυτής της αποσύνθεσης. Έτσι, κρύβουν, για παράδειγμα, το γεγονός ότι η [Κυβερνήτης] Vidal έκανε το ντεμπούτο της συμφωνώντας για “ασφάλεια” με την ηγεσία της ασφάλειας του Μπουένος Άιρες και με τα παλιά αφεντικά του, οπαδούς του Scioli (Σ.τ.Μ.: πρώην κιρχνερικός Κυβερνήτης του Μπουένος Άιρες, 2007-15) -όπως ο Alejandro Santiago Granados-, και αυτό, ως μέρος μιας ευρύτερης συμφωνίας διακυβέρνησης με τους δημάρχους και την ηγεσία του περονικού Partido Justicialista των προαστίων. Αυτή η ένωση δεν αφοπλίστηκε ούτε μετά τη σκανδαλώδη τριπλή φυγή των αδερφών Lanata και του Schillaci (Σ.τ.Μ.: δράστες της τριπλής δολοφονίας επιχειρηματιών της φαρμακοβιομηχανίας που εξαφανίστηκαν μετά την καταδίκη τους), η οποία οδήγησε μόνο σε ορισμένες απολύσεις τοπικών οργάνων ελέγχου. Η αφομοίωση των παλιών αστυνομικών μαφιών στην κυβέρνηση είναι το αποτέλεσμα του “συνασπισμού της προσαρμογής”, και όχι μόνο στο Μπουένος Άιρες: μέρος της εν λόγω συμφωνίας αποτελούν και ο Manzur-Alperovich ή Insfran, πρώην συνεργάτες της καπιταλιστικών μαφιών που συνδέονται με τα δίκτυα διακίνησης, τα τυχερά παιχνίδια ή την αρπαγή γης.

Οι υποτιθέμενοι πρωταθλητές της “διαφάνειας” ή ο “συνοριακός έλεγχος” δεν θα επιτεθούν σε αυτούς με τους οποίους ελέγχουν τους εκπαιδευτικούς (Σ.τ.Μ.: αναφορά στον αγώνα των καθηγητών για καλύτερο μισθό και καλύτερες εργασιακές συνθήκες) και τους κυβερνητικούς στο εσωτερικό, ή ανατροφοδοτούν τις αντεργατικές εργασιακές μεταρρυθμίσεις εναντίον των εργατών στη βιομηχανία του πετρελαίου και της ζάχαρης. Το ίδιο ισχύει και για τον “σοσιαλισμό” της Σάντα Φε (Σ.τ.Μ.: η Σάντα Φε διοικείται από την UCR-Ριζοσπαστική Πολιτική Ένωση, μέλος της Σοσιαλιστικής Διεθνούς) σε σχέση με τα τυχερά παιχνίδια, τα ιδιωτικά λιμάνια και τα μεγάλα κανάλια ξεπλύματος του ναρκοχρήματος και τη διακίνηση ναρκωτικών. Για να μην αναφέρουμε τη νομιμοποίηση κεφαλαίων, που τα κόμματα “που ανησυχούν για την ανασφάλεια” ψήφισαν ομόφωνα στο Κογκρέσο υπέρ, μεταξύ άλλων, εκείνων που φυγάδευσαν περιουσίες που έγιναν με εγκληματικό τρόπο.

 

Επίσημη χειραγώγηση, λαϊκή αντίδραση

 

Παρ’ όλα αυτά, η κυβέρνηση χειραγωγεί την κρίση δημόσιας ανασφάλειας για να προωθήσει μια ενίσχυση της καταστολής και μεγαλύτερο κοινωνικό έλεγχο των φτωχογειτονιές. Για το σκοπό αυτό, έχει μετακινήσει ομοσπονδιακά στρατεύματα και χωροφύλακες στα προάστια, ενώ εισάγει την συζήτηση σχετικά με την παρουσία του στρατού στην “εσωτερική ασφάλεια”. Το Μπουένος Άιρες θα επαναλάβει έτσι την ιστορία του νότου της πρωτεύουσας, που ο κιρχνερισμός εισήγαγε πριν από πέντε χρόνια στην Νομαρχία και την Χωροφυλακή. Σε αυτές τις γειτονιές, και ενώ η προσδοκία για την πτώση της εγκληματικότητας έπεφτε, οι γείτονές τους παρακολουθούσαν την ανάπτυξη των αυθαίρετων συλλήψεων και περιορισμούς ενάντια στους νέους, όπως συνέβη πριν από δύο εβδομάδες με δύο αγωνιστές του [περιοδικού] La Garganta Poderosa. Μεταξύ των αντιδραστικών “κληρονομιών” είναι η αποκάλυψη της κατασκοπίας της μακρικής χωροφυλακής ενάντια σε δημοσιογράφους και οργανώσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα, στην καλύτερη παράδοση της [ειδικής μονάδας] Proyecto X των Garré και Berni (Σ.τ.Μ.: Υπουργός και Υφυπουργός Ασφάλειας της Κυβέρνησης Cristina Kirchner).

Η χειραγώγηση και ακόμη το επίσημο φλερτ με την πορεία κατά της ατιμωρησίας έχει ως στόχο να δικαιολογήσουν αυτήν την κατασταλτική ενίσχυση υπέρ των ίδιων μηχανισμών που συνδέθηκαν με τα εγκληματικά δίκτυα που πλούτισαν με κόστος τη ζωή νέων και γυναικών.

Σε αυτό το πλαίσιο, η μέρα για την Lucia δημιουργεί μια ιδιαιτερότητα, ακόμη και στη μέθοδο πάλης που υιοθετήθηκε. Η απεργία, δηλαδή η διακοπή της οικονομικής κίνησης και της κρατικής διοίκησης είναι ένα χτύπημα που στοχεύει στα συμφέροντα και τους πολιτικούς δράστες της βίας κατά των γυναικών και, σε γενικές γραμμές, την καθημερινή ανασφάλεια. Στην απεργία και τη μαζική κινητοποίηση του απογεύματος, η λαϊκή αγανάκτηση και αντίδραση μοιάζει με καζάνι που βράζει, σε σχέση με τη γενική κατάσταση. Οι γυναίκες που βγήκαν στους δρόμους την περασμένη Τετάρτη υπομένουν, στη σάρκα τους ή στα σπίτια τους, την πραγματικότητα της πτώσης των μισθών, των απολύσεων και των αναστολών. Γι’ αυτό το λόγο, η συνδικαλιστική γραφειοκρατία έχει μπλοκάρει τα βασικά μέσα αγώνα που το γυναικείο κίνημα ξεκίνησε στις 19/10.

Πίσω από αυτήν την τεράστια λαϊκή αντίδραση, αναδύεται η πραγματική φθορά και η ευθραυστότητα του πολιτικού καθεστώτος και του Κράτους που επιδιώκει να προστατεύσει τα καπιταλιστικά κόμματα, τον κλήρο και το διεθνές κεφάλαιο, μέσω ψευδών “συνεννόησεων” που λειτουργούν, όταν ο έλεγχος πάνω στο λαό είναι ένα τετελεσμένο γεγονός. Ας αντλήσουμε τα συμπεράσματα της μεγάλης μέρας για την Lucia, ενισχύοντας τον αγώνα για μια εναλλακτική πολιτική λύση για τους εργαζόμενους.

20/10/2016

Μετάφραση ΝΑΛ