Δύο αποσπάσματα από το βιβλίο Πόλεμος κατά του Πολέμου (Αποφάσεις του Πρώτου Πανελληνίου Συνεδρίου των Παλαιών Πολεμιστών και θυμάτων Πολέμου), γραμμένο από τον Παντελή Πουλιόπουλο

[ Εισαγωγικό σημείωμα: Στο προσυνεδριακό κείμενο του ΕΕΚ για το 18ο συνέδριό του τονίζεται ότι:
«Έναν αιώνα μετά την άδοξη εκστρατεία κατά των Μπολσεβίκων στην Ουκρανία (1918) που
συνεχίστηκε με την Μικρασιατική εκστρατεία και την Καταστροφή του Μικρασιατικού Ελληνισμού (1922), η κυβέρνηση Μητσοτάκη, τα αστικά κόμματα και η ελληνική μπουρζουαζία, επαναλαμβάνουν τις ίδιες και χειρότερες πολιτικές που κατέληξαν σε τραγωδίες. Δένουν τις τύχες της χώρας στα επιθετικά σχέδια των ΗΠΑ, του ΝΑΤΟ, της Ε.Ε., διακινδυνεύοντας μια νέα καταστροφή.
Η Ελλάδα, υπό την κυβέρνηση Μητσοτάκη αναδεικνύεται ως το πιο πολεμόχαρο κυνηγόσκυλο του ιμπεριαλισμού στον πόλεμο αποικιοποίησης της Ρωσίας και των περιοχών της πρώην ΕΣΣΔ. Ύστερα από δεκαετίες, από τον καιρό της ανατροπής της αντικομμουνιστικής στρατιωτικής χούντας (1974), επαναπροσδιορίζεται ως κύριος στρατηγικός εχθρός / απειλή κατά της καπιταλιστικής Ελλάδας ο “από βορράν κίνδυνος” και όχι ο εξ ανατολών, την ίδια ώρα που τα σύννεφα του πολέμου και οι εκατέρωθεν προκλήσεις των καπιταλιστικών κυβερνήσεων σε Ελλάδα και Τουρκία πυκνώνουν και απειλούν με αιματοχυσία στο Αιγαίο και την νοτιοανατολική Μεσόγειο. Η άρχουσα τάξη, το εφοπλιστικό κεφάλαιο με τις διεθνείς διασυνδέσεις του, η κυβέρνηση και το πολιτικό προσωπικό τους, στοιχιζόμενοι πίσω από τον αμερικανο-νατοϊκό ιμπεριαλισμό, βουλιάζοντας στην οικονομική χρεοκοπία, την πολιτική σήψη και την ιδεολογική και ηθική χρεοκοπία, είναι έτοιμοι, για τα ευτελή καπιταλιστικά συμφέροντά τους, προσδοκώντας κάποια ψίχουλα από τα κέρδη του ιμπεριαλιστικού πολέμου, να ρίξουν τη χώρα στα βράχια και το λαό στην καταστροφή. Έτσι κι αλλoιώς, αυτοί που θα πεθάνουν και θα μείνουν σακάτηδες, θα είναι τα παιδιά των εργατών και αγροτών, ενώ τα δικά τους θα είναι στο απυρόβλητο των γραφείων, των επιτελείων ή στο εξωτερικό…».
Οι πολεμοχαρείς ρητορείες Μητσοτάκη – Ερντογάν ρίχνουν κι άλλη καύσιμη ύλη στις ελληνο-τουρκικές σχέσεις απειλώντας να ανάψουν την πολεμική πυρκαγιά από την οποία οι λαοί θα υποστούν καταστροφή και από τις δύο πλευρές του Αιγαίου, οι διεθνείς δανειστές-τοκογλύφοι και οι βιομηχανίες πολέμου θα αβγατίσουν τα κέρδη τους. Κέρδη βαμένα στο αίμα και την καταστροφή.

Το ΕΕΚ συχνά τονίζει: Υπάρχουν δύο Ελλάδες και δύο Τουρκίες. Η Ελλάδα της εργατικής τάξης και τoυ εργαζόμενου λαού και η Ελλάδα του μεγάλου κεφαλαίου, των εφοπλιστών και τραπεζιτών˙ και αντίστοιχα η Τουρκία των εργατών και των εργαζόμενων λαών και η Τουρκία του μεγάλου κεφαλαίου. Οι λαοί δεινοπαθούν για να μπορέσουν να τα “βγάλουν πέρα” με την ακρίβεια και τη γοργή φτωχοποίηση, οι άρχουσες τάξεις των δύο χωρών, οι Ερντογάν και Μητσοτάκης ανταγωνίζονται ποιος θα έχει τα πρωτεία ως χωροφύλακας του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού, του ΝΑΤΟ και -δευτερευόντως- της ΕΕ.
Εκατό χρόνια μετά, οι άρχουσες τάξεις, πολιτικοί, καραβανάδες, και δημοσιογράφοι, βουτηγμένοι στον εθνικισμό, οξύνουν καθημερινά την λεκτική αντιπαράθεση – μια μέθοδος διασποράς φόβου, αλλά και κοινωνικού ελέγχου, μέχρις ότου ένα μικρό, τυχαίο και απρόβλεπτο γεγονός να προκαλέσει την πολεμική καταστροφή.
Το βιβλίο Πόλεμος κατά του Πολέμου απ’ όπου αντλούμε δύο αποσπάσματα, γράφτηκε το 1924. Αν και έχει περάσει ένας αιώνας διατηρεί -δυστυχώς(!)-, τη μεγάλη επικαιρότητά του. Είχε γραφτεί μετά την Μικρασιατική εκστρατεία και Καταστροφή από τον Παντελή Πουλιόπουλο, για το Πρώτο Πανελλήνιο Συνέδριο των Παλαιών Πολεμιστών και θυμάτων Πολέμου και αποτέλεσε την κεντρική πολιτική του απόφαση. Ο Παντελής Πουλιόπουλος διακρίθηκε στο Μικρασιατικό μέτωπο για την διεθνιστική αντιπολεμική του δράση – δραστηριότητα για την οποία κινδύνεψε να καταδικαστεί από το στρατοδικείο (σε θάνατο). Την ίδια χρονιά, στα τέλη του 1924 ο Παντελής Πουλιόπουλος έγινε ο πρώτος γραμματέας του νεαρού ΚΚΕ, στο οποίο μετασχηματίστηκε, ύστερα από σοβαρή και πολύχρονη κρίση και εσωτερικές διαμάχες, το ΣΕΚΕ. Ο Πουλιόπουλος διαγράφτηκε τον Σεπτέμβριο του 1927 από τη σταλινική φράξια επί τροτσκισμώ και εναντίον του εκτοξεύτηκαν μύριες όσες συκοφαντίες. Παρέμεινε πρωτοπόρος μαρξιστής αγωνιστής και εκτελέστηκε, κάνοντας αντιπολεμικό-αντιφασιστικό κήρυγμα μπροστά στο ιταλικό εκτελεστικό απόσπασμα, μετά την ανατίναξη του τούνελ στο Κούρνοβο.
Ακολουθούν τα υποκεφάλαια 6 και 7.
Θ.Κ. ]

Παντελής Πουλιόπουλος
6. ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΗ ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ
Όσοι έβαψαν τα χέρια τους με το αίμα του λαού που χύθηκε στην Ουκρανία, οι υπεύθυνοι του μεγάλου εγκλήματος, ζήτησαν να δικαιολογηθούν και είπαν : η εκστρατεία της Ουκρανίας έγινε για να πάμε στη Μικρασία και ν’ “απελευθερώσουμε” κι εκεί τους “δούλους αδελφούς” κατά το συνηθισμένο τροπάρι.
Και τώρα πρέπει να ξαναγυρίσουμε τη θύμησή μας σ’ εκείνη την εποχή του μικρασιατικού πολέμου και ν’ αναπολήσουμε εκείνο το κακούργημα που όλοι οι πολιτικοί, ανεξαρτήτως χρωματισμού, διέπραξαν, το μεγαλύτερο κακούργημα που διαπράχθηκε ποτέ εις βάρος του λαού μας και του έθνους μας. Η μικρασιατική εκστρατεία του 1919 – 1922 έχει τούτη την ιστορική, μπορούμε να ειπούμε, σημασία, ότι απογύμνωσε από κάθε απατηλό πρόσχημα τη λεγόμενη “εθνική” πολιτική όλων των κομματικών μερίδων που κυβέρνησαν τη χώρα.
Για μας που ζήσαμε στο μέτωπο το Μικρασιατικό τα χρόνια αυτά, που δοκιμάσαμε στο κορμί μας επάνω όλα τα βασανιστήριά του και τις φρικαλεότητές του – ό,τι και να γραφεί, ό,τι και να ειπωθεί είναι εντελώς περιττό. Την αλήθεια που ολάκερη και γυμνή ξεπρόβαλε κάθε μέρα στα έκπληκτα μάτια μας, φωτισμένη απ’τα πυρά των μαχών και επάνω στα καπνισμένα ερείπια της χώρας εκείνης – την αλήθεια για τον πόλεμο δεν έχουμε ανάγκη να τήνε γνωρίσουμε στα χαρτιά ούτε να την ακούσουμε από το στόμα των ρητόρων. Με τα μάτια μας είδαμε ένα λαό κατεστραμμένο από τους μακρούς πρωτύτερους πολέμους να σέρνεται πότε από τη μια και πότε απ’ την άλλη κομματική μερίδα σε μια καινούρια πολεμική περιπέτεια, τέτοια που ένας λογικός άνθρωπος σήμερα βλέποντας την απέραντή της έκταση σταματά και ερωτά τον εαυτό του : Έγκλημα ή παραφροσύνη;
Με τα μάτια μας είδαμε το ψέμα το εθνολογικό : οι Έλληνες δεν αποτελούσαν σ’ όλες εκείνες τις περιφέρειες ούτε το ένα πέμπτο και στα μέρη που ήσαν πιο συγκεντρωμένοι δεν έφθαναν ούτε στο ήμισυ του άλλου πληθυσμού.1 Όταν το είδαμε αυτό το ψέμμα δεν παραξενεφτήκαμε και πολύ. Πόσο είχαμε συνηθίσει να ζούμε μέσα στο ψέμμα! Ακόμη και στο έγκλημα μάς εσυνήθισαν. Πόσοι από μάς -ας μην το ξεχνούμε- δεν έκαναν άγριες πράξεις εις βάρος αθώων πληθυσμών, έτσι από συνήθεια, χωρίς να το θέλουν, παρόμοια όπως και οι βάρβαροι οι Τούρκοι! Πράξεις για τις οποίες τώρα μετανοούν, βέβαια. Και όμως πολλοί από μας θα δυσκολεύονται να ξεσκεπάσουν τώρα το ψέμμα εκείνο για τον πληθυσμό, που το είδαμε τότε απαραξένεφτοι. Όμως αυτό δεν πρέπει. Ένας λαός δεν μπορεί να ελευθερωθεί ούτε από την τυραννία, ούτε από τη στέρηση και την εκμετάλλευση, ούτε από την απειλή της ζωής του, άμα δεν ξεσκεπάσει το ψέμμα κι άμα δεν αρχίσει τον αγώνα του λέγοντας πρώτ’ απ’ όλα την αλήθεια, όσον και αν ξαφνιάζει, όσο κι αν έρχεται σε σύγκρουση με τα παραδομένα και τα συνηθισμένα. Με τα μάτια μας είδαμε να πέφτουν και να σακατεύονται τ’ αδέλφια μας κατά δεκάδες χιλιάδων, συρμοί ατέλειωτοι και καραβάνια να διατρέχουν τη χώρα εκείνη του θανάτου και του στεναγμού, γεμάτα από σαπισμένα κρέατα και πηχτό αίμα. Με τα μάτια μας είδαμε όλο τον πλούτο της χώρας μας, τον ιδρώτα του λαού το συσσωρευμένο, να καίεται σαν πυροτέχνημα στο πρόσταγμα των διπλωματών της Δύσεως και εστεμμένων κακούργων και όλες τις πλουτοπαραγωγικές πηγές της να υποθηκεύονται από το κράτος στους τραπεζίτες της Ευρώπης και της Αμερικής για να εξασφαλισθούν τα μέσα για τη συνέχιση της καταστροφής.
Και επιτέλους με τα μάτια μας είδαμε, ότι ο πόλεμος εκείνος ο “απελευθερωτικός”, αφού πολλές χιλιάδες ελευθέρωσε στέλνοντάς τες στον άλλο κόσμο, ερήμωσε όλη τη Μικρασιατική χώρα από το Εσκή – Σεχήρ, Αφιόν Καραχισσάρ και Αϊδίνι έως τα παράλια, υπέβαλε σε ανεκδιήγητα μαρτύρια όλους τους πληθυσμούς της χώρας αδιακρίτως φυλής και θρησκεύματος, ξεσπίτωσε και μετέβαλε σε αξιοθρήνητα ανδράποδα, επάνω από ένα εκατομμύριο ανθρώπους και έφερε μια γενική εξάρθρωση και ένα οικονομικό αδιέξοδο στη χώρα και στο κράτος.

7. ΕΠΑΝΩ ΣΤΑ ΕΡΕΙΠΙΑ ΤΩΝ ΠΟΛΕΜΩΝ. Η ΜΕΤΑΠΟΛΕΜΙΚΗ ΚΟΛΑΣΗ ΜΑΣ.
Και τώρα που έπαψε ο κρότος του πυροβόλου, ας ρίξουμε το βλέμμα μας γύρω – γύρω.
Κάθε μέρα και πιο καθαρά βλέπουμε τα καταστρεπτικά αποτελέσματα των πολέμων να πιέζουν σαν φοβεροί εφιάλτες τη ζωή των αποστρατευμένων και γενικά όλων των φτωχών λαϊκών στρωμάτων. Μια γενική και μόνιμη κρίση, μια αρρώστια αγιάτρευτη έχει ενσκήψει σ’ όλο τον τόπο. Όλα είναι ξεχαρβαλωμένα και κράτος και κοινωνία και οικονομία κι οικογένεια. Σε κάθε βήμα του κανένας, όπου κι αν γυρίσει τα μάτια, συναντά εμπρός του κι ένα από τα χίλια – δυό χαλάσματα που σώριασαν οι πόλεμοι. Χιλιάδες άνθρωποι που γύρισαν απ’ τον πόλεμο και δε βρίσκουν δουλειά να ζήσουν και πεινούνε. Εξαθλίωση, λειψή τροφή και τεράστιο μεγάλωμα των ασθενειών και του αριθμού των μικρών παιδιών του λαού που πεθαίνουν κάθε μέρα. Η κοινωνική αθλιότητα και η ανέχεια μεγαλώνει ολοένα και περισσότερο τη ζητιανιά, την πορνεία, τον αριθμό των εγκληματιών και οι φυλακές δε φθάνουν για να τους χωρέσουν.
Εξευτελισμένο το εθνικό νόμισμα και η τιμή του συναλλάγματος με τρομακτικές διακυμάνσεις. Μια σπείρα χρηματιστών παίζει πασέττα στη ράχη του λαού και κάνει τη ζωή του ακόμη
προβληματικότερη. Δημόσιο χρέος που ξεπερνά τα είκοσι δύο εκατομμύρια και επιβάλλει στον προϋπολογισμό του Κράτους τεράστια βάρη, βάρη που το Κράτος χωρίς να τολμά να τα φορτώσει στους μεγάλους πλουτοκράτες και τυχάρπαστους κερδοσκόπους των πολέμων, κοιτάζει να τα βγάλει από τον ιδρώτα του ιδίου εκείνου λαού, με το αίμα του οποίου διεξήγαγε τις πολεμικές του επιχειρήσεις. Φόροι άγριοι επάνω στα είδη της πρώτης ανάγκης, φόροι που βυζαίνουν το λαό σε ό,τι τρώει, σε ό,τι φορεί κ.λπ. Τα θύματα των πολέμων, οι σακάτηδες, οι φθισικοί και οι δυστυχισμένες υπάρξεις που έχασαν τους προστάτες των στον πόλεμο, τραβούνε την πιο φρικτή και βασανιστική ζωή του αποκλήρου, και το Κράτος που είναι η μόνη αιτία της δυστυχίας των, δεν τους παρέχει ούτε ό,τι τους χρειάζεται για να μην πεθάνουν (450 δραχμές σ’ ένα εντελώς ανίκανο σακάτη, με 100% αναπηρία!).
Οι παλαιές “δημοκρατικές” μέθοδοι εγκαταλείφθηκαν από τα πολιτικά κόμματα, οι λεγόμενες λαϊκές ελευθερίες κατάντησαν κοροϊδία του λαού και δεν υπάρχει μέσο καταπιέσεως, βίας και τρομοκρατίας που να μη χρησιμοποιείται εις βάρος του. Κράτος γινομένο τσιφλίκι του πρώτου τυχόντος δημαγωγού τσαρλατάνου, οι κρατικές υπηρεσίες εμπόρευμα στα χέρια του και επιτέλους μια ολόκληρη σειρά αργομίσθων παρασίτων του δημοσίου ταμείου, η οποία ακολουθεί καθεμία κομματική φατρία στο ανεβοκατέβασμα στην εξουσία.
Εκείνο όμως που εμείς οι παλαιοί πολεμιστές και τα θύματα του στρατού πρέπει να προσέξουμε περισσότερο είναι τα παρακάτω τρία ξεχωριστά χαρακτηριστικά γνωρίσματα της περιόδου αυτής ύστερ’ από τους πολέμους:
Πρώτον. Μια τάξη από τραπεζίτες, μεγάλους εφοπλιστές, βιομήχανους, μεγαλεμπόρους, γαιοκτήμονες (τσιφλικάδες), προμηθευτές πολεμικών ειδών, αφού θησαύρισε άφθονα εύκολα κέρδη κατά το διάστημα των πολέμων και εκμεταλλεύθηκε κάθε εσωτερική ανωμαλία για να κερδοσκοπήσει επάνω στις ανάγκες του πληθυσμού, τώρα κρατεί στα χέρια της συγκεντρωμένες τεράστιες οικονομικές δυνάμεις, (χρηματιστικά κεφάλαια, γη, εργοστάσια, πλοία, μεγάλες οικοδομές κ.λπ.) δηλαδή κρατεί στα χέρια της σχεδόν ολοκληρωτικά τη ζωή του λαού.
Δεύτερον. Κάθε μέρα και περισσότερο μεγαλώνουν οι αιτίες νέων πολέμων και οι σημαντικές δυνάμεις της χώρας κατασπαταλούνται σε νέες πολεμικές προετοιμασίες. Και
Τρίτον. Η τάξη των αξιωματικών παρ’ όλο το γερό χτύπημα που πήρε με τη μικρασιατική της ήττα, ωστόσο όχι μονάχα δεν έχασε τη δύναμη αλλά αφού κυριάρχησε με τη λεγομένη “Επανάσταση του 1922”, στερεώθηκε, αναπτύχθηκε, πήρε μεγάλα προνόμια, έθεσε σ’ εφαρμογή ένα σχέδιο τελείας στρατιωτικοποιήσεως του τόπου και, το σπουδαιότερο, θρονιάσθηκε για καλά στη ράχη μας κι έγινε ένας αποφασιστικός παράγων μέσα στην πολιτική ζωή του τόπου, παράγων που μεταφέρει τις μεθόδους της κτηνώδους στρατοκρατικής βίας από τους στρατώνες και τις στρατιωτικές σχολές στην υπηρεσία των διαφόρων τυράννων κι εκμεταλλευτών του λαού.
[ ΠΟΛΕΜΟΣ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ, Αποφάσεις του Πρώτου Πανελληνίου Συνεδρίου Παλαιών Πολεμιστών και Θυμάτων Στρατού, εκδόσεις ΔΙΕΘΝΗΣ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ, 1976 ]
Υποσημειώσεις