Άρθρο του Φραγκίσκου Τζουλάτι στο περιοδικό Κομμουνισμός – Μάρτιος 1921

Εισαγωγικό σημείωμα Νέας Προοπτικής

Το Μάρτη του 1921 η φιλοβασιλική κυβέρνηση της Ελλάδας κήρυξε επιστράτευση, για να συνεχίσει τη Μικρασιατική εκστρατεία. Τον προηγούμενο Νοέμβριο του 1920 η φιλοβασιλική παράταξη είχε κερδίσει τις εκλογές με σύνθημα να σταματήσει ο πόλεμος που ξεκίνησε ο Βενιζέλος με την παρότρυνση του εγγλέζικου ιμπεριαλισμού. Ωστόσο, μετά την εκλογική νίκη της η κυβέρνηση Γούναρη συνέχισε την ιμπεριαλιστική εκστρατεία ποδοπατώντας όλες τις προηγούμενες διακηρύξεις του.

Δημοσθένης Λιγδόπουλος

Το κείμενο που δημοσιεύουμε είναι γραμμένο από τον Φραγκίσκο Τζουλάτι, ηγέτη, μαζί με τον Δημοσθένη Λιγδόπουλο, της αριστερής πτέρυγας του ΣΕΚΕ, ηγέτη της ομάδας “Κομμουνισμός” και μετέπειτα του περιοδικού “Αρχείο του Μαρξισμού”, γύρω από το οποίο συγκροτήθηκε η τροτσκιστική αριστερή αντιπολίτευση στην Ελλάδα. Ο Τζουλάτι εκφράζει την αντιπολεμική και διεθνιστική πολιτική των κομμουνιστών που παλεύανε ενάντια στην ιμπεριαλιστική μικρασιατική εκστρατεία – που ήδη διαφαίνεται ότι οδηγείται στην Καταστροφή. Το κείμενο δημοσιεύθηκε στο περιοδικό “Κομμουνισμός”, θεωρητικό όργανο της Κομμουνιστικής Ένωσης, οργάνωσης που ιδρύθηκε από τον ίδιο, τον Λιγδόπουλο και άλλα στελέχη της αριστερής πτέρυγας του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος Ελλάδας, για να πιέσουν για την μετατροπή του ΣΕΚΕ σε Κομμουνιστικό Κόμμα. Ο Δημοσθένης Λιγδόπουλος έχει ήδη δολοφονηθεί το φθινόπωρο του 1920, επιστρέφοντας από το Δεύτερο Συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς.

Είναι σαφές ότι το παρόν κείμενο δεν έχει γραφτεί μόνο για την ανάγκη της αντιπολεμικής προπαγάνδας. Όπως φαίνεται από την κατάληξη του κειμένου, διαχωρίζεται από τον αφηρημένο πασιφισμό, ζητάει την επαναστατική πάλη για να σταματήσει ο πόλεμος και μιλάει για την ανάγκη οργάνωσης σε ένα πραγματικό κομμουνιστικό κόμμα. Στην ουσία αποτελεί μια δημόσια παρέμβαση των επαναστατών διεθνιστών κομμουνιστών στην αντιπαράθεση γύρω από τον προσανατολισμό του ΣΕΚΕ.

Είναι περίπου εκείνη την εποχή που η ομάδα του Τζουλάτι επιστρέφει ως οργανωμένη φράξια μέσα στο ΣΕΚΕ με σκοπό να το προσανατολίσει προς την Τρίτη Διεθνή και την Βαλκανική Κομμουνιστική Ομοσπονδία όπως είχε παλέψει ο Δημοσθένης Λιγδόπουλος πιο πριν. Είναι μια πολιτική δουλειά που γίνεται παράλληλα τόσο από την ομάδα του Τζουλάτι όσο και από τα μαχητικά στελέχη της νεολαίας υπό τον Πουλιόπουλο που παλεύουν στα χαρακώματα της Μικράς Ασίας για τον αντιπολεμικό και κομμουνιστικό προσανατολισμό του κόμματος.

Ο μηχανικός Φραγκίσκος Τζουλάτι (1897-1943), με Ιταλική καταγωγή από την μεριά του πατέρα του, ήταν ανιψιός του πρωτοπόρου Έλληνα σοσιαλιστή Πλάτωνα Δρακούλη. Μαζί με τους Λιγδόπουλο, Κομιώτη, Δημητράτο και άλλους πάλευε για τον κομμουνιστικό προσανατολισμό του ΣΕΚΕ ενάντια στις σοσιαλδημοκρατικές αντιλήψεις που κυριαρχούσαν στα πρώτα βήματά του. Καθώς γνωρίζει ιταλικά θα βοηθήσει το εκδοτικό του ΣΕΚΕ στις μεταφράσεις πολλών έργων των κλασικών του Μαρξισμού και ο Ριζοσπάστης θα αναδημοσιεύσει αρκετές ανταποκρίσεις Ιταλικών εφημερίδων. Αυτή η κομμουνιστική ομάδα έδινε μεγάλη έμφαση στη θεωρητική και πολιτική κατάρτιση των στελεχών θεωρώντας ότι το κόμμα είναι αρκετά φτωχό ιδεολογικά και ρέπει προς έναν αντιθεωρητικό σοσιαλδημοκρατικό συνδικαλισμό.

Αργότερα, το 1922, όταν η ομάδα Γεωργιάδη έχει κερδίσει την πλειοψηφία στη γραμμή της «μακράς νομίμου υπάρξεως» μαζί με μια σειρά στελέχη θα αποχωρήσουν καταγγέλλοντας την αντιθεωρητική και αντιμπολσεβίκικη λογική της σοσιαλδημοκρατικής ηγεσίας του κόμματος και θα εκδώσουν το θεωρητικό περιοδικό “Αρχείο του Μαρξισμού” για να συνεχίσουν το έργο της μαρξιστικής διαφώτισης. Μέχρι το 1926 που θα τον διαδεχθεί ο Γιωτόπουλος, ο Τζουλάτι ήταν ο ηγέτης αυτής της οργάνωσης. Κατόπιν θα αποχωρήσει από την ενεργό πολιτική ιδιωτεύοντας. Πέθανε στην Σύρο το 1943 κατά την διάρκεια της κατοχής μετά από αρρώστεια και αφού κατάφερε πρώτα να φυγαδεύσει έναν εξόριστο Αρχειομαρξιστή που είχε πέσει στα χέρια των Ιταλών φασιστών. Στην κηδεία του, σύμφωνα με τον Λουκά Καστρίτη, ένας παλιός Αρχειομαρξιστής εκφώνησε επικήδειο λόγο παρουσία τριών τοπικών μελών του ΚΚΕ.

Το κείμενο δημοσιεύθηκε στη Νέα Προοπτική, τεύχος 141, 10 Φεβρουαρίου 1996.

Γ. Χ.

Π Ο Λ Ε Μ Ο Σ

Εκηρύχθη επιστράτευσις! Νέος πόλεμος!

Πάλι το μακελειό, το φριχτό και απάνθρωπο μακελειό ανοίγει, ξαπλώνεται.

Δεν είναι πέντ’ έξι μήνες που με τα πιο ρητορικά σχήματα κατηγορούσανε “την τυραννία” για τη βία που εξασκούσε παρά τις θελήσεις του “λαού”, για τα τερατουργήματα που διέπραττε παρά τις επιθυμίες και παρά την έγκριση των μαζών! Δεν είναι λίγος καιρός που με τα πιο πύρινα λόγια κατηγορούσαν την “τυραννία” για τη σπατάλη τόσου “αίματος” σε πολέμους τόσο εξαντλητικούς και καταστρεπτικούς για την Ελλάδα!!!

Και να τους τώρα. Ξεσπαθώνουν με το μεγαλύτερο φανατισμό για έναν πόλεμο καθ’ ολοκληρία καταστρεπτικό, εξαντλητικό και κακούργο για μας και για τους Τούρκους, παρά τη ρητή, την κατηγορηματική επιθυμία όλων των στρωμάτων για την αποστράτευση και την ειρήνευση του τόπου! Ουρλιάξανε από χαρά και ενθουσιασμό οι αστικές εφημερίδες (που οι συντάκτες τους ήσυχα μέσα από τα σπίτια τους κοροϊδεύουν τα ζώα που πολεμούν) με την κήρυξη της επιστράτευσης. Και σα να επρόκειτο για κανένα πανηγυράκι, άρχισαν να προβλέπουν με την πιο νέα εκστρατεία, τι ακράτητος ενθουσιασμός θα φυσάει στους στρατευμένους, με τι ακράτητη ορμή θα σφάξουν τους αντιθέτους στη θέα του “δαφνοστεφανωμένου”. Τι ωραία που τα βλέπουν!

Συγχρόνως ξέρουν πως όταν ήρθαν αυτοί στην εξουσία ήρθαν με τη ρητή εντολή της αποστρατεύσεως και της ειρήνης, προσθέτουν σ’ όλους τους ενθουσιασμούς τους, σ’ όλες τις πατριωτικές τους εκκλήσεις -για στάχτη στα μάτια- ότι αυτός ο πόλεμος είναι η ύστατη θυσία στην οποία θα υποβληθούν και πάλιν οι βασανισμένες μάζες, ότι ο πόλεμος αυτός θα φέρει την “ποθητή” (πόσο το κατάλαβαν!) ειρήνη… ότι είναι ο τελευταίος! Ασφαλώς η αστική μας τάξη τά ‘χασε καθ’ ολοκληρία, παραφρόνησε μετά τη διάψευση τόσων ελπίδων για να λευτερωθεί από το Αντατικό και προ παντός το αγγλικό κεφάλαιο, που φρόντισε να τη δέσει τόσο καλά ο τυχοδιώκτης Βενιζέλος. Η αστική τάξη της Ελλάδας προχτές έβγαλε μόνη της την καταδικαστική της απόφαση. Αποφάσισε ν’ αυτοκτονήσει ακριβώς σαν την αστική τάξη της Ευρώπης που με το παγκόσμιο μακελειό συντόμεψε την επανάσταση, συντόμεψε την πτώση της για να μην ξανασηκωθεί πια. Και οι λόγοι είναι οι εξής:

H επιστράτευση κι ο πόλεμος πρώτα-πρώτα ανεβάζουν καταπληκτικά τα έξοδα και αναγκαστικά τα χρέη και έτσι το οικονομικό ξεχαρβάλωμα θα ‘ναι ακόμα μεγαλύτερο. Το Κράτος θ’ αναγκαστεί, για να βγάζει όχι μονάχα τα χρέη αλλά και τους τόκους των χρεών, να επιβάλλει βαρύτερες, δυσβάσταχτες φορολογίες, πράγμα που έχει ολέθρια αποτελέσματα. Από τη μια μεριά οι μικροεπιχειρηματίες δε θα μπορούν να τα βγάζουν πέρα και οι χωριάτες αναγκαζόμενοι να πληρώνουν υπέρογκους φόρους θα μετατρέπονται σε παραγωγούς εμπορευμάτων και έτσι θα έρχονται σε συναγωνισμό με το μεγάλο κεφάλαιο, θα καταστρέφονται χωρίς άλλο και θα πέφτουν στη δυστυχία. Από την άλλη μεριά οι φορολογούμενοι αστοί, μη θέλοντας να δώσουν από την κάσα-τους φόρους θα προσπαθούν να ρίχνουν όλα τα βάρη των φορολογιών που θα πληρώνουν στην καμπούρα των εργατικών μαζών, ανεβάζοντας τις τιμές των τροφίμων σε δυσθεώρητα ύψη και προσπαθώντας να μένουν οι μισθοί στο ίδιο σημείο. Μ’ αυτόν τον τρόπο η ακρίβεια της ζωής θ’ αυξάνει και η δυστυχία θα εξαπλώνεται.

Ελληνικά στρατεύματα στη Μικρασιατική Εκστρατεία

Η εξακολούθηση του πολέμου έπειτα θα ρίχνει στη δυστυχία, την πείνα, την ατίμωση τις οικογένειες των στρατευομένων και θα δεκατίζει τις μάζες των εργατών και χωρικών στις μάχες και θα σπείρει την ορφάνια και την ατίμωση σ’ όλες τις γωνιές της Ελλάδος. Θα ρίξει από τα χέρια των Τούρκων αγάδων ληστών στα χέρια των απαισιότερων μα εξευγενισμένων δικών μας και προ παντός των Άγγλων ληστών. Ο πόλεμος θα δέσει πισθάγκωνα την Ελλάδα στους Άγγλους ληστές με την αύξηση του δημοσίου χρέους. Και το δέσιμο αυτό θα ‘ναι τόσο σφιχτό και τόσο φοβερό ώστε στο παραμικρό νεύμα της Αγγλικής κεφαλαιοκρατίας η Ελλάς θα ‘ναι υποχρεωμένη να κάνει και τούμπες ακόμα. Οποιαδήποτε εκστρατεία κι αν ζητηθεί, η αστική τάξη της Ελλάδος για να διατηρηθεί στην εξουσία θα είναι υποχρεωμένη να την κάνει εις βάρος των μαζών των εργατών και χωρικών. Μην αμφιβάλετε καθόλου ότι αν βγει πέρα η εκστρατεία -πράγμα δύσκολο με τις ελληνικές εξαντλημένες μάζες- θα μας πουν μεθαύριο: “Πρέπει να πάτε και λίγο παραπάνω, για το Βατούμ, κι ύστερα, ακόμη λίγο, για την Αρμενία, για το Μπακού, πάνω από την Γεωργία και λίγο ακόμα για τη… Ρωσία…”. Κι οι απέραντες εκτάσεις της Μικράς Ασίας θα γιομίσουν από πτώματα των σκοτωμένων και η ορφάνια κι η απογοήτευση θ’ απλώνεται… Κι όλο η ύστατη θυσία είναι!!!

Αλλά να ήσαν μονάχα αυτά. Όσο εξακολουθεί ο πόλεμος τόσο η εξάρτηση κι η οικονομική υποταγή μας στους Άγγλους κεφαλαιούχους θα ‘ναι μεγαλύτερη. Κι όσο μεγαλύτερη θα’ ναι, τόσο ευκολότερα θα υποχρεώνουν την αστική τάξη της Ελλάδος να μπάζει στις αγορές της με όσο το δυνατό μικρότερους τελωνειακούς φόρους τα αγγλικά εμπορεύματα. Και η ελληνική βιομηχανία, μη μπορώντας να τα βγάλει πέρα στο συναγωνισμό με τη μεγάλη αγγλική, θα καταστρέφεται και τότε η ανεργία και η δυστυχία θ’ αυξαίνει καταπληκτικά για τις εργατικές μάζες. Δε θα δημιουργηθεί μονάχα αυτή η φρικτή, η απελπιστική κατάσταση για το ελληνικό προλεταριάτο, για τους φτωχούς χωριάτες και για τους μικροαστούς ακόμα, αλλά θα δημιουργηθεί μια άλλη που θα τραβήξει πιο πολύ το σκοινί του πνιγμού για όλες τις μάζες.

Όσο εξακολουθούμε τον πόλεμο τόσο τα χρέη θ’ ανεβαίνουν με τρομακτική ταχύτητα. Αλλά σήμερα η τάση ν’ ανεβαίνει το χρέος ενός καταχρεωμένου κράτους, σαν το Ελληνικό, σημαίνει ανάλογη τάση να πέφτει η μονάδα του. Σημαίνει μεγάλο χαμήλωμα του συναλλάγματός του. Κι αυτό πάλι σημαίνει κι ανάλογο νέκρωμα του εμπορίου και της ντόπιας βιομηχανίας και, αν είναι ναυτικό το μέρος, όπως η Ελλάς, ανάλογο νέκρωμα της ναυτιλίας του. Ένα πράγμα που στοίχιζε πρώτα, όταν το συνάλλαγμα δεν είχε πέσει, 100 δρχ., π.χ., μετά την πτώση του συναλλάγματος θα στοιχίζει 150, 200, 250 κ.λπ. δραχμές πράγμα ασύμφορο για τον έμπορα ή βιομήχανο που έρχεται σε συναλλαγή με τα ξένα κράτη – από τα οποία το σπουδαιότερο είναι η Αγγλία.

Αναπόφευκτα επέρχεται ανάλογο σταμάτημα του εμπορίου και επομένως της ντόπιας βιομηχανίας, αναδουλειά στους περισσότερους που δουλεύουν και δεν επιστρατεύθηκαν για το μέτωπο, λιγόστεμα των ωρών δουλειάς και του μισθού επομένως σ’ αυτούς που διατηρούνται στη δουλειά. Πείνα λοιπόν και σ’ αυτούς που δουλεύουν και σε κείνους που πετιούνται έξω!

Αλλά ο εργάτης και ο χωριάτης, θα μας απαντήσουν, με τον πόλεμο θα σώσουν το σπίτι τους, την τιμή τους. Τί σπίτι όμως θα σώσει όταν καταχρεώνεται αυτό κι όταν αυτός γυρίζοντας δεν θα ‘βρει δουλειά γιατί ο συναγωνισμός του Άγγλου κεφαλαιοκράτη θα ‘χει καταστρέψει το δικό του εργοδότη; Τι τιμή θα σώσει όταν η γυναίκα του, η αδελφή του, η κόρη του, μην μπορώντας να ζήσει, γιατί αυτός θα πολεμάει, θ’ αναγκαστεί να πουληθεί για ένα κομμάτι ψωμί;

Ελληνικά στρατεύματα στη Μικρασιατική Εκστρατεία

Να λοιπόν σε τι βάραθρο γκρεμίζεται η Ελλάδα.

Και για να μην μείνει καθόλου δυσαρεστημένη όλα τα έξοδα της ανεπανόρθωτης αυτής καταστροφής της -όσο θα βαστάει το αστικό σύστημα- θα βαρύνουν την καμπούρα της, την καμπούρα δηλαδή αυτών που θα παράγουν τον πλούτο, των εργατών και των φτωχών χωρικών και των μικροαστικών τάξεων. Κι επειδή η καταστροφή αυτή θα φέρει τις μάζες στο δίλημμα του θανάτου ή της επανάστασης, ασφαλώς όλες οι μάζες θα προτιμήσουν το δεύτερο.

Αλλά τότε θα μπορούσε να σκεφτεί κανείς να σωθούμε με το ν’ αρνηθούμε να κάνουμε πόλεμο. Μα η αστική Ελλάδα έχει τόσο σφιχτά αλυσοδεθεί οικονομικώς ώστε το ν’ αντισταθούμε, όσο είναι στην εξουσία οι αστοί, στις θελήσεις των ξένων κεφαλαιούχων είναι σχεδόν ουτοπία. Άρνηση δεν σημαίνει Επανάσταση. Και την επανάσταση θα την κάνουν οι μάζες μονάχα όταν δουν στην πραγματικότητα σε τι γκρεμό οδηγούνται από τους αστούς.

Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο ας είμαστε βέβαιοι ότι τα όπλα που δώσανε οι αστοί στις μάζες για να πολεμήσουν, όταν η συμφορά θα φτάσει στο οξύτερο σημείο, ασφαλώς θα στραφούν εναντίον τους. Και γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο οι κομμουνιστές που προπαγανδίζουν τις κομμουνιστικές αρχές στις μάζες αυτές έχουν υποχρέωση να εξηγούν όσο το δυνατό καθαρότερα τον κομμουνισμό, να τον προπαγανδίζουν όσο το δυνατό εντατικότερα, να προπαρασκευάζονται και να οργανώνονται σε καθαρές κομμουνιστικές βάσεις. Οι κομμουνιστές πρέπει να εξηγούν καθαρά στις μάζες την ουτοπία του μεταρρυθμισμού και να τις οργανώνουν για την κατάληψη της εξουσίας. Πρέπει να πείσουν τις μάζες -που θα το καταλάβουν καλά κι από την εξέλιξη των πραγμάτων- ότι οι πόλεμοι θ’ αποτραπούν στο μέλλον, ότι θα αποχτήσουμε την πραγματική ειρήνη μονάχα με την κήρυξη ενός άλλου πολέμου, μονάχα με την ένταση της πάλης των τάξεων που θα φέρει στην εξουσία τους εργάτες και φτωχούς χωριάτες. Μονάχα όταν έρθουν στην εξουσία οι εργάτες και οι φτωχοί χωριάτες θα είναι δυνατή η πραγματική ειρήνη.

Ένα όμως τώρα επείγει για να κατορθωθούν όλα αυτά. Η οργάνωση των καθαρά κομμουνιστικών στοιχείων σ’ έναν επαναστατικό οργανισμό, στο επαναστατικό πολιτικό κόμμα του προλεταριάτου, στο πραγματικό Κομμουνιστικό Κόμμα. Όσο πιο οργανωμένο θα είναι το κόμμα αυτό, τόσο σε λιγότερες καταστροφές θα προβούν οι μάζες όταν πεισθούν κι από την εξέλιξη των πραγμάτων για την κοινωνική αλλαγή. Και γι’ αυτό ας μας ευγνωμονούν οι αστοί.