[ To κείμενο που δημοσιεύουμε είναι μια συνέντευξη του επαναστάτη μπολσεβίκου Λέοντα Τρότσκι στον γνωστό, πολυγραφότατο συγγραφέα Ζορζ Σιμενόν, δημιουργό -ανάμεσα στα άλλα- των αστυνομικών μυθιστορημάτων με ήρωα τον επιθεωρητή Μαιγκρέ. Η συνέντευξη δόθηκε στες 7 Ιουνίου 1933, όταν ο Σιμενόν, ως απεσταλμένος της γαλλικής εφημερίδας Paris-Soir, επισκέφθηκε το νησάκι Πρίγκηπος, όπου διέμενε, εξόριστος, ο Ρώσος – Σοβιετικός επαναστάτης. Η συνέντευξη δημοσιεύτηκε στην Paris-Soir, στις 16-17 Ιουνίου 1933.

Καθώς, λίγους μήνες πριν ο Χίτλερ είχε ανέλθει στην εξουσία, είναι φυσικό το μεγαλύτερο μέρος της συνέντευξης να περιστραφεί γύρω από το ζήτημα του ρατσισμού, του φασισμού και τις σκοτεινές προοπτικές ενός νέου παγκόσμιου πολέμου. «Σε μια περίοδο όχι μηνών, αλλά ετών –και ασφαλώς όχι δεκαετιών– θεωρώ μια πολεμική έκρηξη από τη φασιστική Γερμανία απολύτως αναπόφευκτη», λέει ο Τρότσκι. Πέραν του ιστορικού ενδιαφέροντος, οι απαντήσεις του Τρότσκι έχουν εξαιρετικό θεωρητικό ενδιαφέρον.

Η μετάφραση έγινε από τον Σπύρο Γεωργόπουλο από το αγγλικό κείμενο των Μarxists Internet Archive.

Θ.Κ. ]

Leon Trotsky

Interview by Georges Simenon

(1933)

Πρωτοδημοσιεύτηκε: Paris-Soir, June 16-17, 1933;
Translated and transcribed: for marxists.org by Mitch Abidor.
Source: http://www.marxists.org/francais/trotsky/oeuvres/1933/06/ldt19330607.htm;
Online Version: Marxists Internet Archive, 2000;
HTML Markup: Andy Blunden.

Συνάντησα τον Χίτλερ δέκα φορές στο Kaiserhof όταν, σε πυρετώδηυπερένταση, ως Καγκελάριος διεξήγαγε την εκλογική του εκστρατεία. Είδα τον Μουσολίνι να παρακολουθεί ακατάπαυστα μια παρέλαση χιλιάδων νέων ανδρών. Και ένα βράδυ στη Μονπαρνάς αναγνώρισα τον Γκάντι σε μια λευκή σιλουέτα που περπατούσε κολλημένη στους τοίχους, ακολουθούμενη από φανατισμένες νεαρές γυναίκες.

Για να πάρω συνέντευξη από τον Τρότσκι βρέθηκα στη γέφυρα που ενώνει την παλιά και τη νέα Κωνσταντινούπολη, το Σταμπούλ και το Γαλατά, μια γέφυρα πιο πολυσύχναστη κι από το Pont-Neuf στο Παρίσι. Γιατί έχω την εντύπωση μιας όμορφης Κυριακής στον Σηκουάνα, κοντά στο Σαιν Κλου, στο Μπουζιβάλ ή στο Πουασί; Δεν έχω ιδέα.

Όλες οι βάρκες γύρω από τις μπερδεμένες αποβάθρες μού θυμίζουν τα bateaux-mouches [ποταμόπλοια]. Είναι μεγαλύτερες; Βεβαίως. Έχουν μάλιστα θαλασσινό αέρα, και η προπέλα χτυπάει στο αλμυρό νερό. Όμως είναι ζήτημα αναλογιών. Όλο το σκηνικό είναι πιο απλωμένο, ο ουρανόςίδιος,πιο μακρινός.

Εδώ η μία όχθηαποκαλείταιΕυρώπη και η άλλη Ασία. Αντί για ρυμουλκά και φορτηγίδες του Σηκουάνα, υπάρχουν πολλά φορτηγά πλοία και ατμόπλοια που φέρουν σημαίες από όλες τις χώρες του κόσμου, κατευθυνόμενα προς τη Μαύρη Θάλασσα ή περνώντας μέσα από τα Δαρδανέλια.

Τι σημασία έχει; Διατηρώ την εντύπωση μιας όμορφης Κυριακής, προάστια, καφενεία. Εραστές στο κατάστρωμα του πλοίου, χωρικοί που μεταφέρουν κότες και πετεινούς σε κλουβιά, ναύτες σε άδεια που χαμογελούν εκ των προτέρων για τις απολαύσεις που πρόκειται να προσφέρουν στον εαυτό τους.

Ο Τρότσκι; Του έγραψα προχθές ζητώντας μια συνέντευξη. Χθες το πρωί με ξύπνησε ήδη το τηλέφωνο.

«Κύριε Σιμενόν; Εδώ ο γραμματέας του κ. Τρότσκι. Ο κ. Τρότσκι θα σας δεχθεί αύριο στις 4:00. Πρέπει όμως να σας πω ότι ο κ. Τρότσκι, του οποίου οι δηλώσεις παραποιήθηκαν πολύ συχνά, θα ήθελε να λάβει εκ των προτέρων τις ερωτήσεις σας γραπτώς. Θα απαντήσει επίσης γραπτώς…»

Έκανα τρεις ερωτήσεις. Ο ουρανός είναι γαλανός, ο αέρας διάφανος σαν τα βαθιά νερά όπου ωστόσο διακρίνονται οι κινήσεις των σκούρων πράσινων φυκιών. Εκεί κάτω, στη Θάλασσα του Μαρμαρά, μία ώρα από την Κωνσταντινούπολη, αναδύονται τέσσερα νησιά, τα «Νησιά» όπως τα αποκαλούν εδώ, και ήδη πλησιάζουμε στον μώλο του πρώτου.

Μεντόν ή Σαιν Κλου, με τα χρώματα της Κυανής Ακτής. Οι πλαγιές ήπιες και πράσινες, σκιασμένες από θαλάσσια πεύκα. Κι όμως είναι προάστια.Oνειροπόλες δακτυλογράφοι και χαριτωμένες νεαρές γυναίκες βρίσκονται μέσα σε μικρές βάρκες που κωπηλατούν οι αγαπημένοι τους. Πωλούνται σοκολάτες και παγωτά, και φωτογράφοι σταματούν τους περαστικούς, ενώ μια φλεγματική γυναίκα επιβλέπει ένα σκοπευτήριο.

Η απόσταση ανάμεσα στα νησιά δεν είναι πολύ μεγαλύτερη από εκείνη των όχθεων του Σηκουάνα. Το πράσινο, διάστικτο από λευκές βίλες που υψώνονται βαθμιδωτά. Άλλη μια στάση. Έπειτα άλλη. Σχεδόν όλα τα ζευγάρια έχουν ήδη αποβιβαστεί.

Και να, η Πρίγκηπος, το νησί όπου κάπου εδώ βρίσκεται το σπίτι του Τρότσκι.

Σκέφτομαι ότι έχει γίνει λόγος για μια πολυτελή απομόνωση, μια πλούσια βίλα, μια παραδείσια ιδιοκτησία.

Και στον Σηκουάνα επίσης, όσο απομακρυνόμαστε από το Παρίσι, το κοινωνικό επίπεδο ανεβαίνει, πλούσιες βίλες αντικαθιστούν τα καφέ, και τα μηχανοκίνητα σκάφη τις νοικιασμένες βάρκες με κουπιά.

Ο μώλος στην Πρίγκηπο είναι πιο κομψός και περιβάλλεται από εστιατόρια με τραπεζομάντηλα που αστράφτουν στον ήλιο. Καρότσες περιμένουν, με δυο άλογα σκεπασμένα με λευκά καλύμματα, που πρέπει να υπομένουν τον ανταγωνισμό σαμαρωμένων γαϊδάρων που περιμένουν χωρίς καμιά ανυπομονησία. Είναι πενήντα, ίσως εκατό στην μικρή πλατεία.

Την Παρασκευή, ημέρα ανάπαυσης στην Τουρκία, θα κατακλυστούν. Και παντού όπου υπάρχει σκιά και γρασίδι, στον πιο μικρό κολπίσκο, πίσω από τους θάμνους, στους λόφους, ο κόσμος θα συγκεντρωθεί, θα απλώσει τα εδέσματά του, θα μεθύσει από γέλια, μουσική και έρωτα.

Ο Τρότσκι; Ένα κάρο με μεταφέρει κατά μήκος ενός δρόμου γεμάτου βίλες. Πολλές πωλούνται ή νοικιάζονται, γιατί η κρίση είναι σκληρή και στην Τουρκία. Τα παραθυρόφυλλα είναι κλειστά, μα οι κήποι γεμάτοι τριαντάφυλλα τόσο φουσκωμένα που μοιάζουν παχύσαρκα. Από την άλλη μεριά διακρίνουμε τη λεία γαλάζια θάλασσα. Το κάρο σταματά. Ο αμαξάς απλώνει το χέρι. Δεν μου μένει παρά να κατέβω από ένα στενό δρομάκι ανάμεσα σε δυο τοίχους. Όλα είναι τόσο ήσυχα, τόσο ακίνητα -ο αέρας, το νερό, τα φύλλα, ο ουρανός- που περνώντας έχεις την εντύπωση πως σπας τις ακτίνες του ήλιου.

Κι όμως, υπάρχει ένας άντρας πίσω από το κιγκλίδωμα. Η στολή του Τούρκου αστυνομικού είναι ανοιχτή πάνω σε ένα λευκό πουκάμισο και, σαν ήσυχος συνταξιούχος στον κήπο του, φοράει μαλακά παπούτσια.

Βγαίνει κι άλλος αστυνομικός, αυτός με πολιτικά, ή μάλλον με τα μανίκια σηκωμένα, γιατί μόλις τελείωσε το πλύσιμό του και σκουπίζει τα αυτιά του με την άκρη μιας πετσέτας.

«Κύριος Σιμενόν;»

Βρίσκομαι σε έναν καταπράσινο κήπο μόλις εκατό μέτρα επί πενήντα. Ένα μικρό σκυλάκι κυλιέται στη σκόνη. Ένας ατημέλητος νέος, σε μια αιώρα, διαβάζει ένα αγγλικό φυλλάδιο χωρίς καν να σηκώσει το βλέμμα.

Και εκεί, κάτω από τη βεράντα, βρίσκεται κι ένας άλλος νεαρός. Κι αυτός με παντόφλες και πουκάμισο. Και δύο άλλοι πίνουν καφέ στο πρώτο δωμάτιο, που είναι επιπλωμένο μόνο με ένα τραπέζι και μερικές καρέκλες.

Όλα αυτά σε αργή κίνηση. Νομίζω ότι φταίει ο αέρας. Κι εγώ βρίσκομαι σε αργή κίνηση, χωρίς καμιά βιασύνη· θα έλεγα, χωρίς περιέργεια.

«Κύριος Σιμενόν;»

Ένας από αυτούς τους νεαρούς προχωράει, εγκάρδιος, μου τείνει το χέρι, και σύντομα βρισκόμαστε και οι δύο καθισμένοι στη βεράντα, ενώ στην άλλη άκρη του κήπου ο αστυνομικός τελειώνει την τουαλέτα του.

Μπορεί κανείς να μείνει εκεί με τις ώρες, χωρίς να κάνει τίποτα, χωρίς να λέει τίποτα, ίσως χωρίς να σκέφτεται τίποτα.

«Αν θέλετε, πρώτα θα μιλήσουμε οι δυο μας. Έπειτα θα δείτε τον κ. Τρότσκι.»

Ο γραμματέας δεν είναι Ρώσος. Είναι ένας νέος από τον βορρά, γεμάτος υγεία, ροδομάγουλος, με ανοιχτά μάτια. Μιλάει γαλλικά σαν να είχε γεννηθεί στη Γαλλία.

«Με εκπλήσσει πολύ που ο κ. Τρότσκι δέχτηκε να σας δει. Συνήθως αποφεύγει τους δημοσιογράφους.»

«Ξέρετε γιατί έτυχα αυτής της εύνοιας;»

«Δεν έχω ιδέα.»

Ούτε κι εγώ. Και θα εξακολουθήσω να μην ξέρω γιατί. Ίσως οι ερωτήσεις μου να συνέπεσαν με την επιθυμία του Τρότσκι να κάνει μια δήλωση πάνω σε κάποιο θέμα;

Συζητούμε, και γύρω μας όλα είναι ακίνητα μες στην ακινησία του αέρα. Οι δύο νεαροί στον κήπο είναι φιλοξενούμενοι· ένας Άγγλος κι ένας Σουηδός. Θα φύγουν σε μια βδομάδα ή σε ένα μήνα κι έπειτα θα έρθουν άλλοι, από οποιοδήποτε μέρος της γης, φίλοι ή μαθητές, που θα ζήσουν για λίγο στην οικειότητα του σπιτιού στην Πρίγκηπο. Μια αληθινή οικειότητα, σχεδόν η απόλυτη οικειότητα ενός στρατώνα.

Εκεί ψηλά, στο δρόμο, περνούν κάρα.

«Δεν υπήρξε ποτέ επίθεση;»

«Ποτέ. Όπως βλέπετε, η ζωή είναι απλή. Οι δύο αστυνομικοί μένουν σε αυτό το παράπηγμα, εγώ στο πίσω μέρος του κήπου. Ο κ. Τρότσκι σπάνια πάει στην Κωνσταντινούπολη, μόνο για να δει τον γιατρό ή τον οδοντίατρό του. Παίρνει το ίδιο καΐκι που σας έφερε εδώ, και οι αστυνομικοί τον συνοδεύουν.»

Αυτή είναι πάνω κάτω όλη η εξωτερική ζωή του σπιτιού. Ο Τρότσκι και η κυρία Τρότσκι χρειάζονται έναν γιατρό.

Κατά τα άλλα δεν κατεβαίνουν ούτε καν στο χωριό. Τι θα τους ωφελούσε; Πρέπει να βρίσκεται κανείς εδώ για να καταλάβει, σ’ εκείνη τη βεράντα που αγναντεύει τον κήπο και τη θάλασσα, με ορίζοντα κοντινό, την Ασία από τη μια πλευρά και την Ευρώπη από την άλλη.

«Θέλετε να τον δείτε τώρα;»

Οι τοίχοι στα δωμάτια είναι γυμνοί, λευκοί, και μόνο οι βιβλιοθήκες σπάνε λίγο τη μονοτονία. Τα βιβλία σε όλες τις γλώσσες, κι εγώ παρατηρώ το Ταξίδι στην άκρη της νύχτας1Λουί-Φερδινάνδος Σελίν, Ταξίδι στην άκρη της νύχτας, στα ελληνικά εκδόσεις Εστία με εξώφυλλο φθαρμένο.

«Ο κ. Τρότσκι μόλις το διάβασε και συγκινήθηκε βαθιά. Παρεμπιπτόντως, στη λογοτεχνία τα γαλλικά είναι εκείνα που γνωρίζει καλύτερα.»

Ο Τρότσκι σηκώνεται να μου δώσει το χέρι, έπειτα κάθεται στο γραφείο του, αφήνοντας το βλέμμα του να πέσει απαλά πάνω μου.

Έχει περιγραφεί χιλιάδες φορές και δεν θα ήθελα να το επιχειρήσω εγώ. Αυτό που θα ήθελα είναι να μεταφέρω την ίδια εντύπωση γαλήνης και ηρεμίας που δέχτηκα, την ίδια γαλήνη, την ίδια ηρεμία όπως στον κήπο, στο σπίτι, στο περιβάλλον.

Ο Τρότσκι, απλός και εγκάρδιος, μου παραδίδει τις δακτυλογραφημένες σελίδες με τις απαντήσεις στις ερωτήσεις μου.

«Τις υπαγόρευσα στα ρώσικα και ο γραμματέας μου τις μετέφρασε σήμερα το πρωί. Θα σας ζητούσα μόνο να υπογράψετε ένα δεύτερο αντίτυπο που θα κρατήσω.»

Επάνω στο γραφείο του είναι απλωμένες εφημερίδες από όλο τον κόσμο, και ηParis-Soir βρίσκεται στην κορυφή της στοίβας. Την ξεφύλλισε άραγε ο Τρότσκι πριν από την άφιξή μου;

Μέσα από τη μπαλκονόπορτα διακρίνεται ένα μικροσκοπικό λιμανάκι στο τέλος του κήπου, όπου επιπλέουν δύο βάρκες: ένα μικρό τουρκικό καΐκι κι ένα μηχανοκίνητο.

«Βλέπετε», χαμογέλασε ο Τρότσκι, «ψαρεύω από τις έξι το πρωί.»

Δεν μου λέει ότι είναι αναγκασμένος να παίρνει μαζί του έναν από τους αστυνομικούς, αλλά το ξέρω.

Με μια κίνηση μού δείχνει τους λόφους της Μικράς Ασίας, που βρίσκονται μόλις πέντε χιλιόμετρα μακριά.

«Εκεί υπάρχει κυνήγι τον χειμώνα…»

Πάνω στο τραπέζι, κοντά στις εφημερίδες, ένα άρθρο που έχει αρχίσει να γράφει.

Αυτή είναι όλη η ζωή του σπιτιού. Μια φορά, συχνά δύο την ημέρα, ο Τρότσκι πηγαίνει να ρίξει τις πετονιές του στα γαλήνια νερά της Θάλασσας του Μαρμαρά.

Τον υπόλοιπο χρόνο είναι σ’ αυτό το γραφείο, ταυτόχρονα τόσο μακριά και τόσο κοντά στον κόσμο.

«Δυστυχώς, παίρνω τις εφημερίδες μόνο μερικέςμέρες αργότεα.»

Χαμογελά. Το πρόσωπό του ήρεμο, το βλέμμα του γαλήνιο. Μα δεν είναι αυτό αποτέλεσμα προσπάθειας; Δεν είναι αναγκασμένος να φυλάει τις δυνάμεις του; Για να συνεχίσει το έργο του, δεν αναγκάζεται να ακολουθεί αυτήν τη συνετή ζωή, που θυμίζει τις διστακτικές κινήσεις ανθρώπου που αναρρώνει;

Ίσως όμως να είναι απλώς σοφία.

«Μπορείτε να με ρωτήσετε.»

Είναι αλήθεια. Μα όσα ειπώθηκαν στη συνέχεια υποσχέθηκα να μην τα δημοσιεύσω. Ο Τρότσκι σχολιάζει τις δηλώσεις που μου έδωσε. Και η φωνή του, οι κινήσεις του είναι ένα με τη γύρω γαλήνη.

Μιλάμε πολύ ώρα για τον Χίτλερ. Το θέμα τον απασχολεί. Νιώθει κανείς την ανησυχία του. Του επαναλαμβάνω τις αντιφατικές γνώμες που άκουσα σ’ όλη την Ευρώπη, όχι για το έργο του Χίτλερ, αλλά για την προσωπικότητά του, για την ίδια του την αξία.

Δεν νομίζω ότι προδίδω την υπόσχεσή μου αν επαναλάβω μερικές φράσεις που με εντυπωσίασαν μέσα στο σπίτι στην Πρίγκηπο, τόσο μακριά από το Βερολίνο.

«Λίγο λίγο, ο Χίτλερ διαμόρφωνε τον εαυτό του καθώς ολοκλήρωνε το έργο του. Μάθαινε βήμα το βήμα, στάδιο το στάδιο, μέσα από τον αγώνα.»

Οι απαντήσεις στις ερωτήσεις μου; Τις διαβάσαμε μαζί.

ΙΙ

Ρώτησα τον Τρότσκι:

«Πιστεύετε ότι το φυλετικό ζήτημα θα κυριαρχήσει στην εξέλιξη που θα ακολουθήσει την τρέχουσα αναταραχή; Ή θα είναι το κοινωνικό ζήτημα; Ή το οικονομικό; Ή το στρατιωτικό;»

Ο Τρότσκι απαντά:

«Όχι, καθόλου δεν πιστεύω ότι η φυλή θα είναι ο καθοριστικός παράγοντας στην εξέλιξητης επόμενης περιόδου. Η φυλή είναι μια ακατέργαστη ανθρωπολογική ύλη –ετερογενής, μη καθαρή, σύμμικτη (mixtumcompositum) – ένα υλικό από το οποίο η ιστορική ανάπτυξη έχει δημιουργήσει τα ημι-επεξεργασμένα προϊόντα που είναι τα έθνη… Οι τάξεις και οι κοινωνικές ομαδοποιήσεις, καθώς και τα πολιτικά ρεύματα που θα γεννηθούν πάνω στη βάση τους, θα αποφασίσουν για τη μοίρα της νέας εποχής. Προφανώς δεν αρνούμαι τη σημασία των ιδιαιτέρων χαρακτηριστικών και γνωρισμάτων των φυλών· αλλά μέσα στη διαδικασία της εξέλιξης αυτά έρχονται σε δεύτερη μοίρα, πίσω από τις τεχνικές της εργασίας και της σκέψης. Η φυλή είναι ένα στατικό και παθητικό στοιχείο, η ιστορία είναι δυναμικό στοιχείο. Πώς μπορεί ένα σχετικά ακίνητο στοιχείο από μόνο του να καθορίσει την κίνηση και την ανάπτυξη; Όλα τα ιδιότυπα χαρακτηριστικά των φυλών σβήνουν μπροστά στη μηχανή εσωτερικής καύσης, για να μην αναφέρουμε το πολυβόλο.

» Όταν ο Χίτλερ προετοιμαζόταν να θεμελιώσει ένα κρατικό καθεστώς κατάλληλο για την καθαρή Γερμανο-Σκανδιναβική φυλή, δεν βρήκε τίποτε καλύτερο από το να αντιγράψει τη λατινική φυλή του Νότου. Στην εποχή του, στον αγώνα για την εξουσία, ο Μουσολίνι χρησιμοποίησε –αναποδογυρίζοντάς την– την κοινωνική διδασκαλία ενός Γερμανού, ή μάλλον Γερμανοεβραίου, του Μαρξ, τον οποίο δύο χρόνια νωρίτερα είχε αποκαλέσει “αθάνατο δάσκαλο όλων μας”. Αν σήμερα, στον εικοστό αιώνα, οι ναζί προτείνουν να γυρίσουν την πλάτη τους στην ιστορία, στην κοινωνική δυναμική, στον πολιτισμό, για να επιστρέψουν στη “φυλή”, τότε γιατί να μην πάνε ακόμα πιο πίσω; Η ανθρωπολογία –δεν είναι αλήθεια;– είναι απλώς τμήμα της ζωολογίας. Ποιος ξέρει; Ίσως στο βασίλειο του anthropopithicus να βρουν οι ρατσιστές την ύψιστη και πιο αδιαμφισβήτητη έμπνευση για τη δημιουργική τους δραστηριότητα;»

Δικτατορίες και Δημοκρατίες


Ερώτηση:

«Μπορεί να θεωρηθεί η ομαδοποίηση των δικτατοριών ως έμβρυο της ομαδοποίησης των λαών ή είναι απλώς μια περαστική φάση;»

Απάντηση του Τρότσκι:

«Δεν νομίζω ότι η ομαδοποίηση των κρατών θα γίνει από τη μια πλευρά υπό το σήμα της δικτατορίας και από την άλλη της δημοκρατίας.

Με εξαίρεση ένα λεπτό στρώμα επαγγελματιών πολιτικών, τα έθνη, οι λαοί και οι τάξεις δεν ζουν με την πολιτική. Οι μορφές του κράτους δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα μέσο για την επίτευξη ορισμένων συγκεκριμένων στόχων, κυρίως οικονομικών. Προφανώς μια κάποια ομοιότητα καθεστώτων ευνοεί την προσέγγιση και την καθιστά ευκολότερη. Αλλά σε τελευταία ανάλυση είναι οι υλικές εκτιμήσεις που αποφασίζουν: τα οικονομικά συμφέροντα και οι στρατιωτικοί υπολογισμοί.

Θεωρώ μήπως την ομάδα των φασιστικών δικτατοριών (Ιταλία, Γερμανία) και των σχεδόν βοναπαρτιστικών (Πολωνία, Γιουγκοσλαβία, Αυστρία) επεισοδιακή και προσωρινή; Δυστυχώς, δεν μπορώ να υιοθετήσω μια τόσο αισιόδοξη πρόβλεψη. Ο φασισμός δεν προκαλείται από κάποια ψύχωση ή «υστερία» (έτσι παρηγορούν τον εαυτό τους οι θεωρητικοί των σαλονιών όπως ο Σφόρτσα)2Carlo Sforza (1872-1952) Ιταλός διπλωμάτης και πολιτικός., αλλά από μια βαθιά οικονομική και κοινωνική κρίση που κατατρώει αμείλικτα το σώμα της Ευρώπης. Η τρέχουσα κυκλική κρίση δεν έκανε τίποτε άλλο παρά να οξύνει τις παθολογικές οργανικές διαδικασίες. Η κυκλική κρίση αναπόφευκτα θα παραχωρήσει τη θέση της σε μια συγκυριακή αναζωογόνηση, αν και σε μικρότερο βαθμό απ’ όσο αναμένεται. Αλλά η γενική κατάσταση της Ευρώπης δεν θα βελτιωθεί σημαντικά. Μετά από κάθε κρίση, οι μικρές και αδύναμες επιχειρήσεις γίνονται ακόμα πιο αδύναμες ή πεθαίνουν εντελώς. Οι ισχυρές επιχειρήσεις γίνονται ακόμη ισχυρότερες. Δίπλα στον οικονομικό γίγαντα που είναι οι Ηνωμένες Πολιτείες, μια Ευρώπη κατακερματισμένη σε κομμάτια αντιπροσωπεύει έναν συνδυασμό μικρών επιχειρήσεων εχθρικών μεταξύ τους. Η τρέχουσα κατάσταση της Αμερικής είναι πολύ δύσκολη: το ίδιο το δολάριο έχει γονατίσει. Παρ’ όλα αυτά, μετά την τρέχουσα κρίση η διεθνής σχέση δυνάμεων θα αλλάξει υπέρ της Αμερικής και εις βάρος της Ευρώπης.

Το γεγονός ότι η γηραιά ήπειρος στο σύνολό της χάνει την προνομιούχο θέση που είχε στο παρελθόν οδηγεί σε μια υπερβολική όξυνση των ανταγωνισμών ανάμεσα στα ευρωπαϊκά κράτη και ανάμεσα στις τάξεις στο εσωτερικό αυτών των κρατών. Φυσικά, στις διάφορες χώρες αυτές οι διαδικασίες έχουν φτάσει σε διαφορετικά επίπεδα έντασης. Νομίζω ότι η αύξηση των κοινωνικών και εθνικών αντιφάσεων εξηγεί την προέλευση και τη σχετική σταθερότητα των δικτατοριών.

Για να εξηγήσω καλύτερα τη σκέψη μου, επιτρέψτε μου να αναφερθώ σε όσα είχα την ευκαιρία να πω πριν από λίγα χρόνια πάνω σ’ αυτό το ζήτημα: Γιατί οι δημοκρατίες δίνουν τη θέση τους σε δικτατορίες και για πόσο; Επιτρέψτε μου να παραθέσω ένα απόσπασμα από άρθρο [μου] γραμμένο στις 25 Φεβρουαρίου 1929.

Λέγεται μερικές φορές ότι εδώ έχουμε να κάνουμε με καθυστερημένα έθνη ή με εκείνα που στερούνται ωριμότητας. Αυτή η εξήγηση είναι ελάχιστα εφαρμόσιμη στην Ιταλία. Αλλά ακόμα και στις περιπτώσεις όπου αυτή η εξήγηση είναι σωστή, δεν διευκρινίζει τίποτα. Στον 19ο αιώνα θεωρούνταν σχεδόν νόμος, ότι οι καθυστερημένες χώρες ανεβαίνουν τα σκαλοπάτια της δημοκρατίας. Γιατί λοιπόν ο 20ός αιώνας τις σπρώχνει στο δρόμο της δικτατορίας; Τα δημοκρατικά θεσμικά όργανα δείχνουν ότι δεν μπορούν να αντέξουν την πίεση των σύγχρονων αντιφάσεων, άλλοτε διεθνών, άλλοτε εσωτερικών, τις περισσότερες φορές διεθνών και εσωτερικών ταυτόχρονα. Είναι αυτό καλό; Είναι κακό; Σε κάθε περίπτωση, είναι γεγονός.

Κατ’ αναλογία με την ηλεκτροτεχνολογία, η δημοκρατία μπορεί να οριστεί ως ένα σύστημα διακοπτών καιασφαλειών ενάντια στα υπερβολικά ισχυρά ρεύματα της εθνικής ή κοινωνικής πάλης. Καμία εποχή στην ανθρώπινη ιστορία δεν ήταν τόσο κορεσμένη από τόσους πολλούς ανταγωνισμούς όσο η δική μας. Μια υπερβολική ροή ρεύματος γίνεται όλο και περισσότερο αισθητή σε τμήματα του ευρωπαϊκού δικτύου. Κάτω από την υπερβολική πίεση των ταξικών και διεθνών αντιφάσεων, οι διακόπτες είτε λιώνουν είτε εκρήγνυνται. Αυτά είναι τα βραχυκυκλώματα των δικτατοριών. Οι πιο αδύναμοι διακόπτες είναι, προφανώς, οι πρώτοι που αποτυγχάνουν.

Η κατοικία του Τρότσκι στη Πρίγκηπο

Όταν έγραφα αυτές τις γραμμές η Γερμανία είχε ακόμη έναν σοσιαλδημοκράτη επικεφαλής της κυβέρνησης. Είναι σαφές ότι η μετέπειτα πορεία των γεγονότων στη Γερμανία -χώρα που κανείς δεν μπορεί να θεωρήσει καθυστερημένη- δεν μπόρεσε να κλονίσει την εκτίμησή μου για την κατάσταση.

Είναι αλήθεια ότι στο μεταξύ, το επαναστατικό κίνημα στην Ισπανία σάρωσε όχι μόνο τη δικτατορία του Πρίμο ντε Ριβέρα, αλλά και τη μοναρχία. Αντίθετα ρεύματα αυτού του είδους είναι αναπόφευκτα μέσα σε μια ιστορική διαδικασία. Αλλά η εσωτερική ισορροπία απέχει πολύ από το να έχει πραγματοποιηθεί στη χερσόνησο πέρα από τα Πυρηναία. Το νέο ισπανικό καθεστώς δεν έχει ακόμη αποδείξει τη σταθερότητά του.»

Πόλεμος ή Ειρήνη;

Ερώτηση:

«Πιστεύετε ότι είναι δυνατή μια σταδιακή εξέλιξη ή θεωρείτε απαραίτητο ένα βίαιο σοκ; Πόσο καιρό νομίζετε ότι μπορεί να παραταθεί η τρέχουσα αβεβαιότητα;»

Απάντηση:

«Ο φασισμός, ιδιαίτερα ο γερμανικός εθνικοσοσιαλισμός, φέρνει στην Ευρώπη έναν αναμφισβήτητο κίνδυνο πολεμικής σύγκρουσης. Βρισκόμενος στο περιθώριο, ίσως να κάνω λάθος, αλλά μου φαίνεται πως δεν έχουμε επαρκή συνείδηση της έκτασης του κινδύνου. Σε μια περίοδο όχι μηνών, αλλά ετών –και ασφαλώς όχι δεκαετιών– θεωρώ μια πολεμική έκρηξη από τη φασιστική Γερμανία απολύτως αναπόφευκτη. Είναι ακριβώς αυτό το ζήτημα που μπορεί να γίνει αποφασιστικό για τη μοίρα της Ευρώπης. Ελπίζω πολύ σύντομα να το πραγματευθώ στον Τύπο.

Ίσως να θεωρείτε ότι η εκτίμησή μου για την κατάσταση είναι πολύ ζοφερή. Δεν προσπαθώ παρά να βγάλω συμπεράσματα από τα γεγονότα, έχοντας ως οδηγό όχι τη λογική των συμπαθειών και αντιπαθειών, αλλά τη λογική της αντικειμενικής διαδικασίας. Ελπίζω να μην είναι αναγκαίο να αποδείξω ότι η εποχή μας δεν είναι εποχή ειρηνικής και ήρεμης ευημερίας και πολιτικής άνεσης. Όμως η εκτίμησή μου μπορεί να φαίνεται απαισιόδοξη μόνο σε όποιον μετρά την πορεία της ιστορίας με πολύ κοντό μέτρο. Από κοντά όλες οι μεγάλες εποχές φαίνονται ζοφερές. Ο μηχανισμός της προόδου, πρέπει να το αναγνωρίσουμε, είναι αρκετά ατελής. Δεν υπάρχει, ωστόσο, λόγος να πιστεύουμε ότι ο Χίτλερ, ή ένας συνδυασμός από Χίτλερ, θα καταφέρει για πάντα –ή έστω για λίγα χρόνια– να κάνει αυτόν τον μηχανισμό να γυρίσει προς τα πίσω. Θα σπάσουν πολλά δόντια των γραναζιών, θα λυγίσουν πολλοί μοχλοί, μπορεί να κάνουν την Ευρώπη να οπισθοδρομήσει για λίγα χρόνια. Αλλά δεν έχω καμία αμφιβολία ότι στο τέλος η ανθρωπότητα θα ξαναβρεί τον δρόμο της. Όλο το παρελθόν αποτελεί εγγύηση γι’ αυτό.»

«Έχετε κι άλλες ερωτήσεις να μου κάνετε;» ρωτά με υπομονή ο Τρότσκι.

«Μόνο μία, αλλά φοβάμαι μήπως είναι αδιάκριτη.»

Χαμογελά και με ενθαρρύνει να συνεχίσω με ένα νεύμα του χεριού.

«Οι εφημερίδες ισχυρίστηκαν ότι πρόσφατα δεχθήκατε απεσταλμένους από τη Μόσχα, οι οποίοι είχαν εντολή να σας ζητήσουν να επιστρέψετε στη Ρωσία.»

Το χαμόγελο γίνεται πιο έντονο.

«Αυτό δεν είναι αλήθεια, αλλά ξέρω την πηγή της ιστορίας. Πρόκειται για ένα άρθρο μου που δημοσιεύθηκε πριν από δύο μήνες στον αμερικανικό Τύπο. Είπα, μεταξύ άλλων, ότι δεδομένης της τρέχουσας πολιτικής της Ρωσίας, θα ήμουν έτοιμος να υπηρετήσω ξανά αν οποιοσδήποτε κίνδυνος απειλούσε τη χώρα.»

Είναι ήρεμος και γαλήνιος.

«Θα αναλαμβάνατε και πάλι ενεργό υπηρεσία;»

Έγνεψε καταφατικά, ενώ ένας από τους νεαρούς ετοιμάζει τα παραγάδια στη βάρκα, πιθανότατα για το βραδινό ψάρεμα.

Επιστροφή στο Σαιν-Κλου, εννοώ στην Πρίγκηπο, και στο bateau-mouche.

Εκείνο το βράδυ δειπνώ στο Régence. Το διαφημιστικό φυλλάδιο λέει: «Το κομψό εστιατόριο όπου θα σας υποδεχθούν κυρίες της ρωσικής αριστοκρατίας…»

Γιατί εξακολουθούν να υπάρχουν ακόμη χίλιοι Ρώσοι εμιγκρέ στην Κωνσταντινούπολη και, όπως στο Παρίσι, στο Βερολίνο και αλλού, το βράδυ κυριαρχεί η νοσταλγία των μπαλαλάικων, των πιροσκί, της βότκας και των σασλίκ.

Την ίδια ώρα, στο νησί του, που το έχουν πια εγκαταλείψει τα κορίτσια και τα πολύχρωμα υφάσματα, ο Τρότσκι κοιμάται.

Μετάφραση: Σπύρος Γεωργόπουλος

Υποσημειώσεις[+]