Οι Ισραηλινοί στρατιώτες που επιστρέφουν από την κόλαση της Γάζας κουβαλούν μαζί τους την άβυσσο που δημιούργησαν

φωτ: Atef Safadi

Τα τελευταία χρόνια σημειώθηκε αξιοσημείωτη αύξηση των αυτοκτονιών μεταξύ Ισραηλινών στρατιωτών μετά τη συμμετοχή τους σε πολέμους, ιδιαίτερα στη Γάζα. Ενώ το εβραϊκό κράτος προσπαθεί να συγκαλύψει αυτό το φαινόμενο, οι αριθμοί και οι αναφορές που διαρρέουν δείχνουν μια βαθιά ψυχολογική κρίση μέσα στον στρατιωτικό μηχανισμό και μια ηθική κρίση που υπερβαίνει τα όρια των «συμπτωμάτων μετατραυματικού στρες». Το ισραηλινό καθεστώς κατοχής, με την καθημερινή καταπίεση που ασκεί στους Παλαιστινίους, δεν ξεφεύγει από τις ψυχολογικές και υπαρξιακές συνέπειες, όχι μόνο στα θύματα αλλά και στους ίδιους τους θύτες. Οι στρατιώτες που επιστρέφουν από τη Γάζα, φορτωμένοι με μνήμες σφαγών, κραυγές παιδιών και συντρίμμια σπιτιών, βρίσκονται ανίκανοι να δικαιολογήσουν όσα έπραξαν, παρά τον λόγο περί «νομιμότητας» με τον οποίο τους τρέφει το κράτος. Εδώ, η καταπίεση εμφανίζεται όχι μόνο ως εργαλείο κυριαρχίας, αλλά και ως μηχανισμός που καταστρέφει εκείνον που την ασκεί.

Από την έναρξη του πολέμου γενοκτονίας στις 7 Οκτωβρίου 2023, ο αριθμός των αυτοκτονιών στον ισραηλινό στρατό ανήλθε σε 48 στρατιώτες, σύμφωνα με την εφημερίδα Haaretz. Οι αναφορές εκτιμούν ότι ο πραγματικός αριθμός είναι μεγαλύτερος και ότι ο στρατός πάσχει από έλλειψη εξειδικευμένου ψυχολογικού προσωπικού για τη στήριξη των στρατιωτών.

Έρευνα του Πανεπιστημίου του Τελ Αβίβ έδειξε ότι περίπου το 12% των αποστρατευμένων στρατιωτών εμφανίζουν σαφή συμπτώματα μετατραυματικής διαταραχής (PTSD), γεγονός που συνιστά πραγματικά μια εθνική ψυχολογική κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Επιπλέον, πάνω από 3.700 στρατιώτες έχουν διαγνωσθεί με PTSD μέχρι το καλοκαίρι του 2025, ενώ περίπου 10.000 λαμβάνουν ψυχολογική θεραπεία στο τμήμα αποκατάστασης του Υπουργείου Άμυνας.

Πολλοί στρατιώτες ανακάλυψαν ότι εκπαιδεύτηκαν ως αξιωματικοί για να σκοτώνουν, αλλά σοκαρίστηκαν από την αποτελεσματικότητα του ίδιου τους του νου απέναντι σε ανυπεράσπιστα θύματα. «Κανείς δεν γλιτώνει από τον πόλεμο», είπαν μερικοί. Κάποιοι αρνήθηκαν να επιστρέψουν στη μάχη μετά από άμεση εμπειρία σφαγών και εγκλημάτων.

Μέσα στη συνεχιζόμενη γενοκτονία και στην αύξηση των στρατιωτών που επιστρέφουν φορτωμένοι βαριά ψυχικά βάρη, ο στρατιωτικός μηχανισμός μοιάζει να αντιμετωπίζει μια νέα, αδήλωτη μάχη: να σώσει όσους στρατιώτες απέμειναν πριν καταρρεύσουν στο άλλο μέτωπο – στο εσωτερικό μέτωπο.

Σύμφωνα με τον Μισέλ Φουκώ, η εξουσία δεν περιορίζεται στον έλεγχο του σώματος, αλλά εισχωρεί στη γλώσσα, στην επιθυμία, στη συνείδηση. Η καταπίεση δεν επιβάλλει μόνο τη σιωπή στο θύμα, αλλά και τα ψέματα στον θύτη. Ο στρατιώτης που συμμετέχει σε πράξεις δολοφονίας και καταστολής και έπειτα καλείται να προωθήσει τη ρητορική της «ασφάλειας» και της «αυτοάμυνας», σκίζεται ανάμεσα στην πραγματικότητα που είδε και στη γλώσσα που τον αναγκάζουν να χρησιμοποιήσει. Αυτό το χάσμα μεταξύ αλήθειας και αφήγησης δημιουργεί εσωτερικό μαρτύριο που μπορεί να φτάσει μέχρι την ψυχική κατάρρευση ή την αυτοκτονία.

Ο στρατιώτης κουβαλά μέσα στο υποσυνείδητό του την εικόνα του θύματος που τον στοιχειώνει στα όνειρα και στους εφιάλτες του. Αυτός που πυροβόλησε έναν Παλαιστίνιο έφηβο ή ένα ειρηνικό σπίτι δεν γλιτώνει από την εικόνα του αίματος· τον καταδιώκει, τον διαπερνά, αποκαλύπτοντάς του την αδυναμία των δικαιολογιών του. Ο Φουκώ συνδέει τη σύγχρονη εξουσία με την ικανότητά της να παράγει την «αλήθεια». Αυτή όμως διαλύεται όταν ο στρατιώτης αντιμετωπίζει μια πραγματικότητα διαφορετική από αυτήν που του δίδαξε ο στρατός· έτσι ο πόλεμος γίνεται δικαστής που δικάζει μετά τη λήξη του.

Το Ισραήλ, όπως κάθε αποικιοκρατικό σύστημα, βασίζεται σε μια μόνιμη αφήγηση για να δικαιολογεί τη βία του. Ο στρατιώτης όμως που επιστρέφει από τη Γάζα δεν βλέπει ηρωισμούς, αλλά πτώματα, καταστροφή και έντρομα πρόσωπα. Όταν του ζητείται να περιγράψει αυτά που έζησε με τη γλώσσα της «υπεράσπισης της πατρίδας», νιώθει σχιζοφρενικός. Αυτή η διάσπαση είναι που οδηγεί πολλούς στρατιώτες στην κατάθλιψη, στον εθισμό ή στην αυτοκτονία.

Οι Ισραηλινοί στρατιώτες που επέστρεψαν από την κόλαση της Γάζας κουβάλησαν μαζί τους την άβυσσο που δημιούργησαν, η οποία συνέχισε να τους κοιτάζει μέσα στην ψυχή ώσπου τους κατέφαγε εκ των έσω. Το αίμα δεν εξατμίζεται από τη μνήμη όπως από τη γη· μένει εκεί, χτυπά τα τείχη της ψυχής τα βράδια. Ο πόλεμος δεν τελειώνει με την αποχώρηση των στρατιωτών, αλλά όταν σταματήσει να τους κυνηγάει στα όνειρά τους.

Η αυτοκτονία του στρατιώτη μπορεί να διαβαστεί όχι μόνο ως αποτέλεσμα τραύματος αλλά και ως βαθιά απόρριψη ολόκληρου του συστήματος. Πρόκειται για ειρωνεία: η καταπίεση που προορίζεται να υποτάξει το θύμα, τελικά συντρίβει τον δήμιό της. Σε κάποιες περιπτώσεις, η αυτοκτονία ίσως αποτελεί την ύστατη έκφραση μιας καθυστερημένης συνείδησης του εγκλήματος, μιας εσωτερικής άρνησης της συνεχιζόμενης εξαπάτησης.

Η αυτοκτονία του στρατιώτη μπορεί να διαβαστεί όχι μόνο ως αποτέλεσμα τραύματος αλλά και ως βαθιά απόρριψη ολόκληρου του συστήματος. Πρόκειται για ειρωνεία: η καταπίεση που προορίζεται να υποτάξει το θύμα, τελικά συντρίβει τον δήμιό της. Σε κάποιες περιπτώσεις, η αυτοκτονία ίσως αποτελεί την ύστατη έκφραση μιας καθυστερημένης συνείδησης του εγκλήματος, μιας εσωτερικής άρνησης της συνεχιζόμενης εξαπάτησης.

Το φαινόμενο των αυτοκτονιών Ισραηλινών στρατιωτών θέτει ηθικά και ψυχολογικά ερωτήματα που υπερβαίνουν τα όρια του κράτους και της κοινωνίας. Όποιος ασκεί καταπίεση, ιδίως όταν αυτή είναι βίαιη και αδικαιολόγητη, δεν παραμένει ψυχικά υγιής. «Δεν υπάρχει πια ασφαλές μέρος, ούτε καν μέσα στον ίδιο τον εαυτό», περιέγραψε την εμπειρία του ένας στρατιώτης μετά την επιστροφή του από τη Γάζα.

Χιλιάδες μάρτυρες στη Γάζα κινούνται, τα πτώματά τους εμφανίζονται στους δρόμους του Τελ Αβίβ, στα υπνοδωμάτια, στα όνειρα· οι φωνές των θυμάτων γεμίζουν την πόλη και το μυαλό. Κανείς δεν ξεφεύγει από την κόλαση· ακόμα κι αν οι ισχυροί ισχυρίζονται ότι γύρισαν νικητές, αυτοί δεν γύρισαν ποτέ στον εαυτό τους. Επέστρεψαν κουβαλώντας τον αναβληθέντα θάνατό τους μετά τη διάσωση. Κανείς δεν βγαίνει αλώβητος από τον πόλεμο – ούτε οι ζωντανοί ούτε οι νεκροί, ούτε εκείνοι που παγιδεύτηκαν ανάμεσα στις δύο καταστάσεις.

Η Γάζα δεν είναι όπως την παρουσίασαν οι οθόνες του στρατού, ούτε ένας αριθμός σε μητρώο θυμάτων, ούτε μια γκρίζα ζώνη. Είναι το πρόσωπο του παιδιού που ούρλιαξε πριν πέσει, τα διαμελισμένα μέλη μπροστά σε στρατιώτες άρρωστους που απολάμβαναν τις σκηνές θανάτου. Όμως ταυτόχρονα έγινε η φυλακή που αιχμαλωτίζει τον δεσμοφύλακα. Ο πόλεμος συνεχίζεται μέσα στον ίδιο τον θύτη: είναι ο εσωτερικός θάνατος, πολύ σκληρότερος από τον εξωτερικό.

Αν ο μύθος της Μασάντα για το Ισραήλ αντιπροσωπεύει την αυτοκτονία για την επιβίωση, τότε η Γάζα, με την αντοχή της κάτω από τα πυρά, μπορεί να γίνει το αντίθετο σύμβολο: της επιβίωσης παρά τον θάνατο και την καταστροφή. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, το κράτος κατοχής, με τις πολιτικές του, επαναλαμβάνει τα λάθη εκείνων που θεωρούσε διώκτες του, φέρνοντας τον εαυτό του πιο κοντά σε μια καταστροφική μοίρα, όχι μόνο σωματικά αλλά και ηθικά και πολιτικά.

Ο Ισραηλινός συγγραφέας Νταβίντ Γκρόσμαν, που έχασε τον γιο του στον πόλεμο του Λιβάνου, εξέφρασε στο μυθιστόρημά του Έως το τέλος της γης την ευθραυστότητα του ανθρώπου απέναντι στον πόλεμο. Η ηρωίδα, μια μητέρα που τρέχει για να αποφύγει το άγγελμα του πιθανού θανάτου του γιου της, ενσαρκώνει τον αιώνιο φόβο της απώλειας νοήματος κάτω από τον ήχο των όπλων.

Και στο ποίημα Ο Σαμψών σχίζει τα ρούχα του, του Ισραηλινού ποιητή Ενάταντ Αντάντ, διαβάζουμε μια τρομακτική εικόνα ήρωα που σκοτώνει τους εχθρούς του και μετά καταστρέφει τον εαυτό του. Ο πόλεμος χωρίς έλεος πάντα τελειώνει με την αυτοκαταστροφή.

Κανείς δεν επιστρέφει από τον πόλεμο όπως έφυγε. Κάποιοι δεν επιστρέφουν ποτέ, ακόμα κι αν επέζησαν· κουβαλούν τον πόλεμο στο σώμα τους, στη συνείδησή τους, στη μνήμη τους που δεν κλείνει. Κάποιοι προσπαθούν να ξεχάσουν, αλλά τα φαντάσματα των θυμάτων τούς καταδιώκουν. Γι’ αυτό ορισμένοι στρατιώτες αυτοκτονούν μετά την επιστροφή τους· όχι επειδή έχασαν τη μάχη, αλλά επειδή δεν άντεξαν να σταθούν απέναντι στον ίδιο τους τον εαυτό. Στο Τελ Αβίβ, η Γάζα άνοιξε τις πύλες της και τους δέχτηκε ξανά – όχι ως κατακτητές, αλλά ως ανθρώπους που συνειδητοποίησαν ότι έχασαν κάτι που δεν ανακτάται: την ανθρωπιά τους. Ο πόλεμος δεν τερματίζει μόνο τη ζωή· μερικές φορές τη διατηρεί ζωντανή υπό μορφή αναβαλλόμενου θανάτου.

Ο Ισραηλινός δημοσιογράφος Γκιντεόν Λεβί περιέγραψε την ισραηλινή κοινωνία, που κατρακυλά βίαια προς τη δεξιά, τον εξτρεμισμό και τη γενοκτονική νοοτροπία –μια κοινωνία που θεωρεί ότι «κανείς δεν είναι αθώος στη Γάζα»– ως μια κοινωνία παραμορφωμένη, παγιδευμένη σε μια αυταπάτη που αποκόπτει τα μέλη της από την πραγματικότητα. Συνέστησε μάλιστα να εισαχθεί η κοινωνία αυτή σε νοσοκομείο για ψυχιατρική θεραπεία.

Ο Ισραηλινός στρατιώτης Ζάκιν, καταθέτοντας στην Κνεσέτ, είπε ότι δεν μπορεί πια να φάει κρέας, γιατί του θυμίζει τις φρικτές εικόνες που είδε μέσα από την μπουλντόζα του στη Γάζα, όταν οι στρατιώτες πολτοποιούσαν και κομμάτιαζαν σώματα Παλαιστινίων. Είπε επίσης ότι δεν μπορεί να κοιμηθεί, οι εκρήξεις αντηχούν στο κεφάλι του, και βλέπει συνεχώς ανθρώπινη σάρκα και πτώματα.

Ο στρατιώτης Ελιράν Μιζραχί, που υπέφερε από υστερικές κρίσεις και ψυχική απομόνωση μετά την επιστροφή του από τη Γάζα, είπε στον ψυχίατρό του ότι συχνά νιώθει αόρατο αίμα να αναβλύζει από μέσα του. Ο Μιζραχί βγήκε από τη Γάζα, αλλά η Γάζα δεν βγήκε ποτέ από μέσα του. Γιατί όποιος πυροβολεί στην καρδιά ενός παιδιού, επιστρέφει στο σπίτι του με τη δική του καρδιά τρυπημένη.

«Όλοι οι δρόμοι οδηγούν στο πτώμα», λέει ο στρατιώτης, έχοντας το μισό του μυαλό θαμμένο στη σφαγή και το άλλο μισό πάνω σε μαλακό κρεβάτι στο Τελ Αβίβ. Τα παιδιά του παίζουν και γελούν, κι εκείνος δεν μπορεί πια να δει το γέλιο όπως πριν, γιατί μέσα του υπάρχει ένα άλλο παιδί, διαμελισμένο κάτω από τα ερείπια. Και η Γάζα λέει σε κάθε στρατιώτη: Δεν έχεις φύγει ακόμη από εδώ.

Μετάφραση M.S.