του Θόδωρου Κουτσουμπού

7 Οκτωβρίου 2021 και στην  Ελλάδα διαδηλώνουμε -στον ένα χρόνο από την καταδίκη της Χρυσής Αυγής ως εγκληματικής ναζιστικής οργάνωσης- ενάντια στις αιματηρές απόπειρες επανεμφάνισης των ναζιστών με επιθέσεις σε φοιτητές και μέλη αριστερών οργανώσεων στην Θεσσαλονίκη και το Νέο Ηράκλειο. Στο στρατόπεδο θανάτου, στο Άουσβιτς στην Πολωνία, που τώρα λειτουργεί ως μουσείο, μόλις την Τρίτη 5 Οκτωβρίου ανακαλύφθηκαν αντισημιτικά γκράφιτι και συνθήματα. Μέσα στις συνθήκες πολλαπλής κρίσης και σήψης του καπιταλισμού, οικονομικής, υγειονομικής, κρίσης αξιών και πολιτικής εξουσίας, οι νοσταλγοί του Χίτλερ και των μεθόδων του –μεθόδων μαζικών αντισημιτικών, ρατσιστικών και αντικομμουνιστικών δολοφονιών, εξόντωσης κάθε διαφορετικού, Ρομά, ανάπηρου, ομοφυλόφυλου- είναι εδώ. Αλλά αν αυτοί είναι εδώ, για να  συνεχίσουν το αποκρουστικό απάνθρωπο έργο τους, κι εμείς είμαστε εδώ, για να συνεχίσουμε και να τσακίσουμε τα ορφανά του Χίτλερ και το σύστημα που γεννά και θρέφει τα ναζιστικά απόβλητα της ιστορίας. Το καθήκον της μνήμης είναι να μην ξεχάσουμε, να μην μείνουμε απαθείς, να οργανώσουμε την πάλη για τη συντριβή του φασισμού.

7 Οκτωβρίου σήμερα και δεν ξεχνάμε ότι μια τέτοια ημέρα, το 1944, οι Εβραίοι Ζοντερκομάντο στο Άουσβιτς-Μπιρκενάου ΙΙ, μεταξύ των οποίων μια μεγάλη ομάδα 300 Εβραίων της Ελλάδας, οργάνωσαν ένοπλη εξέγερση ενάντια στους ναζί ανθρωποφύλακες του στρατοπέδου. Γιατί όσο κι αν ο μαζικός εργοστασιακός αφανισμός των ανθρώπων στόχευε στην εξόντωση πρωτίστως του «ανθρώπινου μέσα στον άνθρωπο», στην ταπείνωση και υποταγή, ο άνθρωπος πάντα θα αντιστέκεται στην καταπίεση, την εκμετάλλευση, τη βία και απανθρωπία.

Οι Sonderkommando ήταν ομάδες κρατουμένων που στα γρανάζια της γιγάντιας ανθρωποφαγικής μηχανής του στρατοπέδου θανάτου είχαν επιφορτιστεί με το καθήκον να φροντίζουν για την μεταφορά και κυρίως την εξαγωγή από τους φούρνους των λειψάνων των κατά κύματα δολοφονημένων ανθρώπων – Εβραίων στην προκειμένη περίπτωση. Στα καθήκοντά τους ήταν το ξύρισμα των μαλλιών των νεοεισερχομένων, η αφαίρεση των δοντιών, η καύση των πτωμάτων, η απόρριψη της στάχτης. Ήταν επιφορτισμένοι να αφαιρούν και να παραδίδουν ό,τι τιμαλφή έβρισκαν στα πτώματα των δολοφονημένων… Για κάποιο καιρό φαινόταν να είναι πιο ευνοημένοι, αφού αντί για τα αέρια αυτοί επιζούσαν μεταφέροντας νεκρά σώματα. Αλλά η μοίρα τους ήταν προδιαγεγραμμένη. Κατά διαστήματα, κάθε τετράμηνο, και αυτοί εξοντώνονταν – κυρίως για να μην υπάρχουν μάρτυρες της γερμανικής ναζιστικής κτηνωδίας.

Τον Σεπτέμβριο του 1944, περίπου 200 Ζοντερκομάντο είχαν εξολοθρευτεί, με απάτη, στους θαλάμους αερίων. Οι υπόλοιποι κατάλαβαν ότι και η δική τους εξόντωση είναι προγραμματισμένη. Αποφάσισαν λοιπόν να αντισταθούν και να ανατινάξουν το στρατόπεδο θανάτου. Έλπιζαν να προκαλέσουν μαζική εξέγερση και να διαφύγουν προς το μέρος του επελαύνοντος Κόκκινου Στρατού.

Πολωνοί Εβραίοι κρατούμενοι Ζοντερκομάντος ήλθαν σε επαφή με γυναίκες που εργάζονταν σε εργοστάσιο πυρίτιδας σε κτήριο μέσα στο Άουσβιτς. Ήταν η 19χρονη Ester Wajcblum και η 14χρονη αδελφή της Hana, μαζί με τις Regina Safirsztain και την Ala Gertner, γυναίκες που συμμετείχαν σε αντιστασιακές δράσεις, μαζί με την Ρόζα Ρομπότα, που εργαζόταν στην αποθήκη ρούχων. Με πολλές δυσκολίες, ακόμη και μέσα σε πτώματα, μετέφεραν πυρίτιδα για την εξέγερση. Με τενεκεδάκια από κονσέρβες σαρδέλας έφτιαχναν αυτοσχέδιες χειροβομβίδες, ενώ από ντόπιους παρτιζάνους είχαν καταφέρει να εφοδιαστούν από τα συρματοπλέγματα με μερικά μικρά όπλα, με μαχαίρια, τσεκούρια κ.ά. 

Στις 7 Οκτωβρίου 1944, γύρο στις 3 το απόγευμα, οι Πολωνοί στο Κρεματόριο 1 ξεκίνησαν την εξέγερση. Οι Ούγγροι στα Crematoria 3 και 4 ενώθηκαν ενώ το Sonderkommando του Crematorium 2 έσπασε τα καλώδια του στρατοπέδου. Ένας ιδιαίτερα κτηνώδης ναζί φρουρός στο Κρεματόριο 1 αφοπλίστηκε και ρίχτηκε σε φούρνο ζωντανός. Πυρά μικρών όπλων χτυπούσαν από τον δεύτερο όροφο των κρεματόριων μέχρι που οι Γερμανοί έφεραν βαριά πολυβόλα και γκρέμισαν την ξύλινη οροφή. Ήταν μια πραγματική εξέγερση και οι κρατούμενοι έδιναν μάχη. Βαριά οπλισμένοι Γερμανοί στρατιώτες με τα πολυβόλα θέριζαν τους εξεγερμένους κρατούμενους Ζοντερκομάντο.

Σύμφωνα με κάποιες μαρτυρίες η εξέγερση έγινε κάπως βεβιασμένα, γιατί φοβήθηκαν ότι το μυστικό είχε διαρρεύσει και οι Γερμανοί θα τους εκτελούσαν. Περίπου 451 Sonderkommandos δολοφονήθηκαν από τους ναζί την ημέρα της εξέγερσης. Περίπου 250 αιχμάλωτοι πέθαναν στη μάχη και κατά την απόπειρα απόδρασης. Άλλοι 200 σκοτώθηκαν από τους Γερμανούς στο πλαίσιο της καταστολής. Στις 7 Οκτωβρίου 1944, το Sonderkommando αποτελείτο από 663 αιχμαλώτους. Μετά την εξέγερση έμειναν μόνο 212. Οι Γερμανοί έχασαν τρεις άνδρες και πάνω από 12 τραυματίστηκαν.

Για την αντίσταση των Ελλήνων Εβραίων παραθέτουμε από την ιστοσελίδα της Ειρήνης Νικολοπούλου.

Στις 7 Οκτωβρίου [1944], ο ουρανός ήταν γαλανός και ανέφελος. Στις 2:30 περίπου το μεσημέρι έφθασε ο ενωμοτάρχης Μπους, και διάφοροι άνδρες και φρουροί των SS έφθασαν στην αυλή μπροστά στο Κρεματόριο IV. Όλοι οι κρατούμενοι διατάχτηκαν να παραταχθούν, εκτός από δεκατέσσερις, που έλειπαν μακριά σε διάφορες εργασίες και -εν πάση περιπτώσει- δεν είχαν επιλεγεί. Κατόπιν, ο Μπους άρχισε να φωνάζει τους πρώτους αριθμούς στον κατάλογο, και συνέχισε καλώντας τους κατά φθίνουσα σειρά. Εκείνοι που επιλέχτηκαν για «τη μεταφορά» αναγκάστηκαν να σταθούν στην άλλη πλευρά της αυλής. Όσοι δεν περιλαμβάνονταν όμως ανάμεσά τους, μόλις άκουγαν τον αριθμό τους, μπορούσαν να επιστρέψουν στο Κρεματόριο V.

Όταν άρχισαν να εκφωνούν τα ονόματα των Ελλήνων, κανείς δεν απάντησε. Κάποια στιγμή -σύμφωνα με τις ελληνικές μαρτυρίες, ακούστηκε μια φωνή (πιθανόν του Ιωσήφ Βαρούχ από τη Θεσσαλονίκη) στα ελληνικά: «Θα γίνει ρε, ναι ή όχι το ντου που λέγαμε;». Αμέσως οι Έλληνες Ζόντερκομαντο όρμησαν στους Γερμανούς φρουρούς, τους αφόπλισαν, έκοψαν το συρματόπλεγμα και προσπάθησαν να ξεφύγουν στο παρακείμενο δάσος. Μερικοί Ούγγροι κρατούμενοι προσπάθησαν να αφοπλίσουν τους επαναστάτες για να μπορέσουν ίσως να σώσουν τις δικές τους ζωές, δείχνοντας στους Γερμανούς πως δε μετέχουν στην εξέγερση.

Οι σειρήνες, τα εκρηκτικά και οι πυροβολισμοί ενεργοποίησαν την Ασφάλεια του στρατοπέδου που περικύκλωσε το Κρεματόριο ΙV, όπου είχε συγκεντρωθεί η μεγαλύτερη ομάδα κρατουμένων. Ο Λεόν Κοέν αναφέρει στη μαρτυρία του, πως μια ομάδα 25 Ελλήνων, πρόλαβαν και κλείστηκαν μέσα στο κρεματόριο IV, το οποίο πυρπόλησαν, και βλέποντας το μάταιο της αντίστασης επιχείρησαν μία ηρωϊκή έξοδο, ψάλλοντας –όπως αναφέρεται από μαρτυρίες κυρίως των γυναικών που δούλευαν στις εγκαταστάσεις του “Καναδά ΙΙ”- τον Ελληνικό Εθνικό Ύμνο. Και ο Σλόμο Βενέτσια και ο Φίλιπ Μύλερ επιβεβαιώνουν πως το Κρεματόριο πυρπολήθηκε και δεν ανατινάχτηκε, όπως πολλές φορές αναφέρεται λανθασμένα σε διάφορες καταγραφές.

Μόνο η ομάδα του Κρεματορίου ΙΙ κινητοποιήθηκε ενστικτωδώς στο άκουσμα των πρώτων πυροβολισμών. Το πρώτο πράγμα που έκαναν ήταν να ρίξουν τον  Κάπο Carl Konvojent, ένα κτηνώδη ποινικό κρατούμενο, ζωντανό στο φούρνο… Αδύναμοι να επικοινωνήσουν με τους συντρόφους τους στο Κρεματόριο IV λόγω της απόστασης και πανικόβλητοι βλέποντας μεγάλο αριθμό SS να πλησιάζουν, προσπάθησαν να διαφύγουν μέσα από το φράκτη. Έκοψαν σε διάφορα σημεία τα συρματοπλέγματα που χώριζαν το Κρεματόριο ΙΙ από τον γυναικείο τομέα του στρατοπέδου και έτρεξαν με όλη τους τη δύναμη μερικά χιλιόμετρα μέχρι να φτάσουν στο χωριουδάκι Rjasko, όπου βρισκόταν ένα υποστρατόπεδο του Άουσβιτς. Εκεί, κρύφτηκαν σε μια σιταποθήκη. Αλλά, γρήγορα περικυκλώθηκαν από τους SS οι οποίοι πυρπόλησαν τη σιταποθήκη και τους σκότωσαν όλους.

Μια ομάδα 27 (ή 30) κρατουμένων κατάφερε να διαφύγει και να κατευθυνθεί δυτικά, αλλά συνελήφθησαν από τη γερμανική Δημοτική Αστυνομία και φυλακίστηκαν σε μια μικρή πόλη της Γερμανίας. Μπόρεσαν και απέκρυψαν με επιτυχία την πραγματική τους ταυτότητα κι έτσι στάλθηκαν και φυλακίστηκαν στο Νταχάου.

Στο Κρεματόριο ΙΙΙ, σύμφωνα με τον Σλόμο Βενέτσια (Ζόντερκομαντο στην ομάδα του Κρεματορίου ΙΙΙ – αρ. 182727) και τον Λεόν Κοέν, ο Κάπο Lemke Pliszko πρόλαβε και κλείδωσε την μονάδα τους μέσα στην αίθουσα των φούρνων, βλέποντας το μάταιο της εξέλιξης της εξέγερσης και μη έχοντας κανένα σινιάλο από το Κρεματόριο ΙΙ για τη δική τους συμμετοχή -σύμφωνα με τα αρχικά σχέδια. Φαινόταν μόνο ο καπνός από το Κρεματόριο IV που καιγόταν και ακούγονταν πυροβολισμοί. Λόγω της απόστασης, δεν ήταν σίγουροι αν οι καπνοί προέρχονταν από το Κρεματόριο IV ή V. Έτσι, σώθηκε όλη η ομάδα από τους Γερμανούς, οι οποίοι όταν έφτασαν έκαναν προσκλητήριο και βρήκαν όλους τους Ζόντερκομαντο παρόντες και τον Lemke να διαβεβαιώνει πως κανείς δε συμμετείχε με κανένα τρόπο στην εξέγερση.

Στο Κρεματόριο V -πολύ κοντά στο Κρεματόριο IV- ο Κάπο κλείδωσε την εξωτερική πύλη της περιβόλου για δική τους ασφάλεια, ώστε να μην μπορεί να βρει καταφύγιο κανείς από τους εξεγερθέντες, όταν περικυκλώθηκαν από τους SS στο Κρεματόριο IV. Παρ’ όλα αυτά, οι SS τους εκτέλεσαν όλους επιτόπου.

Στην αυλή του Κρεματορίου IV εκτελέστηκαν μεταξύ των άλλων ο Μωύς Ααρών, ο Ιακώβ (Βίκο) Μπρούδο, ο Ισαάκ Βαρούχο, ο Σαμ Καράσσο. Ανάμεσα στους Έλληνες νεκρούς που κείτονταν έξω από το συρματόπλεγμα του Κρεματορίου ΙΙ ήταν και ο Ααρών Μπαρτζιλάι. Ένας Έλληνας από τη Θεσσαλονίκη, ο Ισαάκ Βενέτσια, που κατάφερε να τρυπώσει στις εγκαταστάσεις του «Καναδά ΙΙ» σώθηκε χάρη στον Κάπο που τον γνώριζε…

Από τους Έλληνες μόνο 26 είχαν επιζήσει. Όμως, αυτοί οι 450 άνδρες είχαν αγωνιστεί θαρραλέα και είχαν πεθάνει έντιμα, αρνούμενοι να υποταχθούν πειθήνια στη μοίρα τους. Αντιστάθηκαν ως την τελευταία ρανίδα του αίματός τους, ένα μοναδικό γεγονός στην ιστορία του Άουσβιτς.

Στις 10 Οκτωβρίου 1944, 14 από τους επιζώντες Ζόντερκομαντο συνελήφθησαν και φυλακίστηκαν στα υπόγεια του Block 11 (Το Μπλοκ των βασανιστηρίων και ανακρίσεων στο Κεντρικό στρατόπεδο –η φυλακή της φυλακής…). Οι ανακρίσεις από τους SS της Politische Abteilung (Γκεστάπο) διεξήχθησαν με μεγάλη σκληρότητα. Κανείς δεν επέζησε.

Μετά τη σύλληψη και φυλάκιση των 14 κρατουμένων στο Μπλοκ 11, απέμειναν μόνο 198 κρατούμενοι στην ομάδα του Ζόντερκομάντο.

Παράλληλα, η Politische Abteilung (Γκεστάπο), άρχισε μια αυστηρή έρευνα για να προσδιορίσει την ταυτότητα των κρατουμένων που είχαν συνεργαστεί με το Sonderkommando. Η ανακάλυψη των εκρηκτικών τους οδήγησε στις κρατούμενες που εργάζονταν στο εργοστάσιο της Union. Η υποψία επικεντρώνεται σε τέσσερις γυναίκες: στη Roza Robota και στις τρεις συντρόφους της, τη Reggina Safir, την Ella Gartner και την Ester Wajsblum. Οι νεαρές γυναίκες κατηγορήθηκαν για την τροφοδότηση των επαναστατών με πυρομαχικά. Φυλακίστηκαν στο Mπλοκ 11 και ανακρίθηκαν. Παρ’ ότι βασανίστηκαν βάρβαρα δεν έδωσαν κανένα όνομα από τα μέλη της Αντίστασης. Απαγχονίστηκαν δημόσια προς παραδειγματισμό στο κεντρικό στρατόπεδο, στις 5 Ιανουαρίου 1945, δηλαδή 14 ημέρες πριν φθάσει ο σοβιετικός στρατός.

Η Roza Robota πριν πεθάνει φώναξε δυνατά: “Να είσαι δυνατός και να είσαι γενναίος”.

Ένα μήνα μετά την εξέγερση, τον Νοέμβριο, οι ναζί για να αποκρύψουν τα εγκλήματά τους, κατέστρεψαν μεγάλο μέρος το Άουσβιτς, τα κρεματόρια και τους θαλάμους αερίων και έστειλαν 56.000 αιχμαλώτους σε μια πορεία θανάτου μέσα στο καταστρεφόμενο Τρίτο Ράιχ. 7.500 αιχμάλωτοι που αφέθηκαν πίσω απελευθερώθηκαν από τον Κόκκινο Σοβιετικό Στρατό στις 27 Ιανουαρίου.

***

Ο Πρίμο Λέβι, επιζήσας από το Άουσβιτς, γεμάτος θαυμασμό για τους Ελληνοεβραίους θα γράψει στο Εάν αυτό είναι ο άνθρωπος:

«αυτοί οι φοβεροί και αξιοθαύμαστοι Εβραίοι της Θεσσαλονίκης, πεισματικοί, κλέφτες, σοφοί, αμείλικτοι και αλληλέγγυοι, αποφασισμένοι να ζήσουν, ανελέητοι αντίπαλοι στον αγώνα της επιβίωσης [,,,] στέκονται σε κύκλο με τους ώμους κολλητά ο ένας στον άλλο και τραγουδούν μια μακρόσυρτη μελωδία.

» Ο Φελίτσιο ο Έλληνας με ξέρει: “L’ annee prochaine a la maison” μου φωνάζει˙ και προσθέτει: “…a la maison par la cheminee”  [του χρόνου στο σπίτι… στο σπίτι από την καμινάδα”… πικρή παρωδία της πασχαλινής ευχής των Εβραίων: “του χρόνου στην Ιερουσαλήμ”]. O Φελίτσιο ήταν στο Μπιρκενάου. Και συνεχίζουν το τραγούδι, και χτυπούν τα πόδια ρυθμικά, και μεθούν με τα τραγούδια».

Και ο Σάββας Μιχαήλ στο Μορφές Μεσσιανικού σχολιάζει: «Αυτοί οι Ελληνοεβραίοι, που σχεδόν όλοι εξοντώθηκαν, έβαλαν κατά τον Λέβι τη σφραγίδα τους στη φυσιογνωμία του Άουσβιτς. Εκείνο που τους χαρακτήριζε, όπως γράφει, είναι «η αποστροφή στην αυθαίρετη θηριωδία, η εκπληκτική πίστης τους στην ύπαρξη μιας εν δυνάμει ανθρώπινης αξιοπρέπειας» που «έκαναν τους Έλληνες τον  πιο συνεπή εθνικό πυρήνα του στρατοπέδου και από αυτή την άποψη τον πιο πολιτισμένο».