Καρέ καρέ ο ρόλος της CIA στην ανατροπή του Αλιέντε

Κίσινγκερ σε Νίξον: «Στην περίοδο του Αϊζενχάουερ θα ήμασταν ήρωες»

του Θόδωρου Κουτσουμπού

Μέρος Α

Στις 11 Σεπτεμβρίου στις ΗΠΑ γίνονται εκδηλώσεις για το πλήγμα στους Δίδυμους Πύργους της Νέας Υόρκης από τους Τζιχαντιστές – που έδωσε την ευκαιρία στις ΗΠΑ να εξαπολύσουν τον πόλεμο στο Αφγανιστάν και μια παγκόσμια εκστρατεία ιμπεριαλιστικού τρόμου που ονομάστηκε πόλεμος κατά της τρομοκρατίας.

Αλλά υπάρχει μια άλλη επέτειος της 11 Σεπτεμβρίου για την οποία οι ΗΠΑ επιχειρούν να υποβαθμίσουν τον τρομοκρατικό ρόλο τους. Είναι η 11η Σεπτεμβρίου 1973, όταν οι οργανωμένες, εξοπλισμένες, χρηματοδοτημένες τρομοκρατικές δυνάμεις του στρατού της Χιλής, υπό τις διαταγές του στρατηγού Πινοσέτ βομβάρδιζαν το προεδρικό Μέγαρο του Σαντιάγο δολοφονώντας πολλούς ανθρώπους με πιο επιφανή τον εκλεγμένο πρόεδρο της χώρας Σαλβαδόρ Αλιέντε. Τον ρόλο τους σε αυτή την τρομοκρατική επίθεση οι ΗΠΑ και οι κονδυλοφόροι τους προσπαθούν να τον υποβαθμίσουν και να τον δικαιολογήσουν επικαλούμενοι την εποχή του “ψυχρού πολέμου”.

Ωστόσο, ακόμη και σήμερα συγκαλύπτουν πλευρές εκείνου του ωμού δολοφονικού πραξικοπήματος ενάντια στον λαό της Χιλής με τα χιλιάδες θύματα, ανθρώπους “κτισμένους” σε τοίχους, ανθρώπους φρικτά βασανισμένους, από ένα απάνθρωπο καθεστώς “στολίδι” του λεγόμενου ελεύθερου κόσμου… και Παράδειγμα της Σχολής νεοφιλελευθερισμού του Σικάγο.

Στα 50 χρόνια που κύλησαν από εκείνη την αιματοβαμμένη 11η Σεπτεμβρίου πλήθος στοιχεία έχουν έλθει στην επιφάνεια που επιβεβαιώνουν το ρόλο των ΗΠΑ και της CIA στο πραξικόπημα ανατροπής της κυβέρνησης της Λαϊκής Ενότητας στη Χιλή και στη δολοφονία του Σαλβαδόρ Αλλιέντε. Kυβέρνηση των ΗΠΑ με επικεφαλής τον Νίξον και ενορχηστρωτή τον Χένρι Κίσινγκερ, Στέιτ Ντιπάρτμεντ, τα κεντρικά της CIA στο Λάγκνεϊ της Βιρτζίνια, Σταθμός της CIA στο Σαντιάγο, άλλες χώρες όπως η Βραζιλία, ακόμη και η μακρινή Αυστραλία, έπαιξαν τον ρόλο τους στην επιτυχία του πραξικοπήματος.

Αντί να ξεχαστεί στην αχλύ του χρόνου, ο ρόλος των ΗΠΑ στο πραξικόπημα γίνεται θέμα των ημερών προκαλώντας έντονες συζητήσεις. Πενήντα χρόνια αργότερα η ιστορία είναι πεδίο μάχης. Στις 6 Σεπτεμβρίου, ένα μεγάλο τηλεοπτικό κανάλι της Χιλής, το Chilevision, μετέδωσε ένα σημαντικό ντοκιμαντέρ με τίτλο «Operation Chile: Top Secret», με δεκάδες αποχαρακτηρισμένα αρχεία των ΗΠΑ που αποκτήθηκαν από το Έργο Τεκμηρίωσης της Χιλής του National Security Archive, συμπεριλαμβανομένων προσφάτως αποκτηθέντων εγγράφων που δημοσιεύθηκαν σε νέα έκδοση στη Χιλή ενός βιβλίου του αναλυτή Αρχείων Peter Kornbluh, «Pinochet Desclasificado».

Φυσικά, αιτία δεν είναι ότι απλώς κλείνει ένας στρογγυλός 50ετής κύκλος, όσο γιατί η κατάσταση στη Χιλή είναι ξανά τεταμένη και οι ταξικοί διαχωρισμοί και αντιθέσεις οξύνονται λόγω της παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης που πλήττει σκληρά τη Λατινική Αμερική και την Χιλή. Για μια ακόμη φορά η Χιλή βρίσκεται σε σε ένα σταυροδρόμι της ιστορίας.

Όπως αποκαλύπτεται από τα αποχαρακτηρισμένα αρχεία:

Στις 12 Σεπτεμβρίου 1973, μια μέρα αφότου ο στρατός της Χιλής ανέλαβε βίαια την εξουσία, αξιωματούχοι του Στέιτ Ντιπάρτμεντ συναντήθηκαν για να συζητήσουν τις κατευθυντήριες γραμμές του Τύπου για τον Χένρι Κίσινγκερ σχετικά με το «πόσο προειδοποιήσαμε για το πραξικόπημα». Ο Βοηθός Γραμματέας για Αμερικανικές Υποθέσεις Τζακ Κούμπις σημείωσε ότι ένας Χιλιανός στρατιωτικός είχε πει στην πρεσβεία ότι οι συνωμότες απέκρυψαν από τους Αμερικανούς υποστηρικτές τους την ακριβή ημερομηνία που θα κινηθούν εναντίον του Αλιέντε. Αλλά ο Kubisch είπε ότι «αμφέβαλλε αν ο Δρ Κίσινγκερ θα χρησιμοποιούσε αυτές τις πληροφορίες, γιατί θα αποκάλυπτε τη στενή επαφή μας με τους πραξικοπηματίες».

Τους μήνες που προηγήθηκαν του πραξικοπήματος, η CIA και το Πεντάγωνο είχαν εκτεταμένες επαφές με Χιλιανούς συνωμότες μέσω διαφόρων ιδρυμάτων και πρακτόρων και τουλάχιστον τρεις ημέρες πριν είχαν γνώση της συγκεκριμένης ημερομηνίας για στρατιωτική ανάληψη. Οι επικοινωνίες τους προέρχονταν από επαναπροσανατολισμένες μυστικές επιχειρήσεις που στόχευαν τον στρατό μετά τις εκλογές για το Κογκρέσο του Μαρτίου 1973 στη Χιλή. Το θλιβερό εκλογικό αποτέλεσμα 1η αδυναμία των εκλεκτών και χρυσοπληρωμένων πολιτικών δυνάμεων της δεξιάς να νικήσουν την Unidad Popular του Αλιέντε έπεισε πολλούς αξιωματούχους της CIA ότι οι πολιτικές και προπαγανδιστικές επιχειρήσεις απέτυχαν στους στόχους τους και ότι ο στρατός της Χιλής, όπως πρότειναν τα έγγραφα της Υπηρεσίας, ήταν η τελική λύση στο πρόβλημα που έθεσε η συμμαχία Λαϊκής Ενότητας του Αλιέντε.

Μέχρι την άνοιξη του 1973, οι πολιτικές επιχειρήσεις και η προπαγάνδα που δημιουργήθηκαν από την (εφημερίδα) El Mercurio2για τις “υπηρεσίες” της η εφημερίδα ζήτησε σημαντικά κεφάλαια από τις ΗΠΑ, τον Σεπτέμβριο του 1971. Ο πρόεδρος Νίξον, «σε ένα σπάνιο παράδειγμα προεδρικής μικροδιαχείρισης μιας μυστικής επιχείρησης, ενέκρινε προσωπικά 700.000 $ – και περισσότερα αν χρειαζόταν- σε μυστικά κεφάλαια στην El Mercurio» και άλλα χρηματοδοτούμενα από τη CIA μέσα ενημέρωσης επικεντρώνονταν σε μια μεγάλη εκστρατεία της (δεξιάς) αντιπολίτευσης για αποφασιστική νίκη στις εκλογές της 4ης Μαρτίου για το Κογκρέσο. Ο μέγιστος στόχος της CIA ήταν να κερδίσει την πλειοψηφία των δύο τρίτων για την αντιπολίτευση προκειμένου να μπορέσει να κατηγορήσει τον Αλιέντε. Ο ελάχιστος στόχος της ήταν να αποτρέψει τη Λαϊκή Ενότητα να αποκτήσει σαφή πλειοψηφία του εκλογικού σώματος. Από τα 3,6 εκατομμύρια ψήφους, η αντιπολίτευση συγκέντρωσε το 54,7 τοις εκατό. Οι υποψήφιοι της Λαϊκής Ενότητας συγκέντρωσαν ποσοστό 43,4%, κερδίζοντας δύο επιπλέον έδρες στη Γερουσία και έξι έδρες στο Κογκρέσο. «Οι ενέργειες που ανέλαβε η CIA στις εκλογές του 1973 συνέβαλαν στην επιβράδυνση της σοσιαλιστικοποίησης της Χιλής, ανέφερε ένα Ενημερωτικό σημείωμα για τις εκλογές στη Χιλή που γράφτηκε στα κεντρικά γραφεία του Λάνγκλεϊ.

Βομβαρδισμός του Προεδρικού Μεγάρου

Η πραγματικότητα ήταν αρκετά διαφορετική, όπως την καταλάβαιναν τόσο τα κεντρικά γραφεία της CIA όσο και ο Σταθμός του Σαντιάγο. Στην πρώτη εθνική δοκιμασία της δημοτικότητάς της μετά την ανάληψη των καθηκόντων του Αλιέντε, η κυβέρνηση της Λαϊκής Ενότητας (UP) είχε ουσιαστικά αυξήσει την εκλογική της δύναμη – παρά τη συντονισμένη πολιτική δράση της CIA, μια μαζική, συγκαλυμμένη εκστρατεία προπαγάνδας κατά του Αλιέντε και ένα πρόγραμμα κοινωνικοοικονομικής αποσταθεροποίησης κατευθυνόμενο από τις ΗΠΑ. «Το πρόγραμμα UP εξακολουθεί να απευθύνεται σε ένα σημαντικό τμήμα του εκλογικού σώματος της Χιλής», θρηνούσε ο Σταθμός της CIA σε ένα τηλεγράφημα. Η CIA έπρεπε τώρα να επανεκτιμήσει ολόκληρη τη στρατηγική της στη Χιλή. «Οι μελλοντικές επιλογές», ανακοίνωσαν τα κεντρικά γραφεία στις 6 Μαρτίου, «εξετάζονται τώρα υπό το πρίσμα των απογοητευτικών εκλογικών αποτελεσμάτων, που θα επιτρέψουν στον Αλιέντε και στην UP να προωθήσουν το πρόγραμμά τους με ανανεωμένο σθένος και ενθουσιασμό».

Ο Σταθμός [του Σαντιάγο], τώρα υπό τη διεύθυνση ενός νέου Σταθμάρχη, του Ρέι Γουόρεν, πήρε μια σθεναρή θέση σχετικά με το ποιες «μελλοντικές επιλογές» θα ήταν απαραίτητες. Σε μια κομβική εκτίμηση, στις 14ης Μαρτίου, για τις εκλογές του Κογκρέσου, ο Σταθμός της CIA διατύπωσε σχέδια για να ενισχύσει την εστίασή του στο στρατιωτικό πρόγραμμα. «Πιστεύουμε ότι κατά τη διάρκεια του προβλέψιμου μέλλοντος, ο Σταθμός θα πρέπει να δώσει έμφαση στην [κρυφή] δραστηριότητα, να διευρύνει τις επαφές, τις γνώσεις και τις δυνατότητές μας προκειμένου να επιφέρει μία από τις ακόλουθες καταστάσεις:

1. Συναίνεση από τους ηγέτες των ενόπλων δυνάμεων (είτε παραμένουν στην κυβέρνηση είτε όχι) για την ανάγκη να κινηθούν ενάντια στο καθεστώς. Ο Σταθμός πιστεύει ότι πρέπει να προσπαθήσουμε να παρακινήσουμε όσο το δυνατόν περισσότερους στρατιωτικούς, αν όχι όλους, να αναλάβουν και να εκτοπίσουν την κυβέρνηση του Αλιέντε…

2. Ασφαλής και ουσιαστική σχέση του Σταθμού με μια σοβαρή ομάδα στρατιωτικού σχεδιασμού. Εάν η εκ νέου μελέτη μας για τις ομάδες των ενόπλων δυνάμεων δείξει ότι οι επίδοξοι συνωμότες είναι στην πραγματικότητα σοβαροί ως προς τις προθέσεις τους και ότι έχουν τις απαραίτητες δυνατότητες, ο Σταθμός θα επιθυμούσε να δημιουργήσει ένα ενιαίο, ασφαλές κανάλι με τέτοια στοιχεία για σκοπούς διαλόγου και μόλις ληφθούν βασικά δεδομένα σχετικά με τις συλλογικές τους ικανότητες, να ζητήσουν εξουσιοδότηση από το Αρχηγείο για να αναλάβουν έναν διευρυμένο ρόλο.

Ταυτόχρονα, ο Σταθμός επιβεβαίωσε επίσης την ανάγκη να επικεντρωθεί εκ νέου η προσοχή στη δημιουργία κλίματος πραξικοπήματος – ο μακροχρόνιος στόχος της πολιτικής των ΗΠΑ. «Ενώ ο Σταθμός αναμένει να δώσει επιπλέον ώθηση στο [στρατιωτικό] μας πρόγραμμα».

Άλλα κέντρα πολιτικής εξουσίας (πολιτικά κόμματα, επιχειρηματική κοινότητα, μέσα ενημέρωσης) θα διαδραματίσουν ουσιαστικό ρόλο υποστήριξης στη δημιουργία της πολιτικής ατμόσφαιρας που θα μας επέτρεπε να επιτύχουμε τους παραπάνω στόχους (Α) ή (Β). Δεδομένου του αποτελέσματος των εκλογικών αποτελεσμάτων, ο Σταθμός πιστεύει ότι πρέπει να επιτευχθεί η δημιουργία μιας ανανεωμένης ατμόσφαιρας πολιτικής αναταραχής και ελεγχόμενης κρίσης, προκειμένου να τονωθεί η σοβαρή εξέταση για επέμβαση από μέρους του στρατού.

Η δυναμική θέση του Σταθμού, η οποία επηρέασε σαφώς τη στάση και τις ενέργειές του στο έδαφος της Χιλής, υποστηρίχθηκε από αρκετούς σκληροπυρηνικούς στη διεύθυνση του Δυτικού Ημισφαιρίου που πίεσαν για μια πολύ πιο επιθετική, βίαιη προσέγγιση – μια προσέγγιση που σαφώς δεν έθετε ως στόχο το «Σώζοντας τη δημοκρατία» στη Χιλή. Σε μια απροκάλυπτη και ωμή εσωτερική αμφισβήτηση της στρατηγικής της επιδίωξης πολιτικών επιχειρήσεων, στις 17 Απριλίου μια ομάδα αξιωματικών της CIA έστειλε ένα υπόμνημα στον WH/C Shackley σχετικά με τους «Στόχους πολιτικής για τη Χιλή» ζητώντας να μειωθεί η κρυφή υποστήριξη για τα κύρια κόμματα της αντιπολίτευσης. Αυτή η υποστήριξη «νανούριζε» αυτά τα κόμματα να πιστέψουν ότι θα μπορούσαν να επιβιώσουν μέχρι τις εκλογές του 1976. Επιπλέον, εάν η CIA βοηθούσε τους Χριστιανοδημοκράτες της αντιπολίτευσης να κερδίσουν το 1976, υποστήριξαν οι συγγραφείς, θα ήταν μια «πύρρεια νίκη» [sic] επειδή το PDC θα ακολουθούσε αριστερές «κοινοτικές πολιτικές».

Αντίθετα, η CIA θα πρέπει να επιδιώξει άμεσα «να αναπτύξει τις συνθήκες που θα ευνοούσαν τις στρατιωτικές ενέργειες». Αυτό περιελάμβανε «ευρείας κλίμακας υποστήριξη» στα τρομοκρατικά στοιχεία στη Χιλή, μεταξύ των οποίων το Patria y Libertad και τα «μαχητικά στοιχεία του Εθνικού Κόμματος» σε ένα καθορισμένο χρονικό πλαίσιο -έξι έως εννέα μηνών- «κατά τη διάρκεια του οποίου θα καταβάλλονταν κάθε προσπάθεια να προωθήσει το οικονομικό χάος, να κλιμακώσει τις πολιτικές εντάσεις και να προκαλέσει ένα κλίμα απόγνωσης στο οποίο το PDC και ο λαός γενικά επιθυμούν στρατιωτική επέμβαση. Στην ιδανική περίπτωση, θα πετύχαινε να παρακινήσει τον στρατό να αναλάβει πλήρως την κυβέρνηση».

Αλλά τη θέση του Σταθμού και των σκληροπυρηνικών στο Λάνγκλεϊ δεν τη συμμεριζόταν το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, ούτε βασικοί ανώτεροι αξιωματούχοι της CIA που φοβούνταν τις συνέπειες της απότομης στρατιωτικής δράσης και πίστευαν στη σύνεση, δεδομένης της συνεχιζόμενης έρευνας της επιτροπής του Κογκρέσου για την ITT (International Telephone & Telegraph) και τις μυστικές επιχειρήσεις στη Χιλή. Υπήρξε διαφωνία σε μια σειρά θεμελιωδών και στρατηγικών ερωτημάτων:

Αποχαρακτηρισμένα έγγραφα

• Θα μπορούσε να υπολογιστεί ότι ο στρατός της Χιλής θα δράσει εναντίον του Αλιέντε;

• Θα έπρεπε η CIA να ενθαρρύνει βίαιες διαδηλώσεις μέσω της κρυφής χρηματοδότησης μαχητικών ομάδων πριν γνωρίζει με βεβαιότητα ότι ο στρατός δεν θα κινηθεί για να καταπνίξει τους διαδηλωτές;

• Δεδομένης της τρέχουσας έρευνας του (αμερικανικού) Κογκρέσου σχετικά με τη CIA στη Χιλή, οι κίνδυνοι της έκθεσης υπερίσχυαν των πιθανών κερδών της απευθείας συνεργασίας με τον μαχητικό ιδιωτικό τομέα και τον στρατό της Χιλής για την υποστήριξη ενός πραξικοπήματος;

Αυτά τα ερωτήματα συζητήθηκαν επανειλημμένα καθώς η διαδικασία διαμόρφωσης των προτάσεων του Οργανισμού για το οικονομικό έτος 1974 και του προϋπολογισμού για κρυφή δράση έγιναν αφορμές για μια σημαντική εσωτερική συζήτηση -που κρατήθηκε μυστική για 27 χρόνια- σχετικά με τις στρατηγικές αποχρώσεις της επέμβασης των ΗΠΑ στη Χιλή.

Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, υπό την ηγεσία του νέου Βοηθού Υπουργού Αμερικανικών Υποθέσεων, Τζακ Κούμπις, αντιτάχθηκε στην επιθυμία του Σταθμού να υποκινήσει πραξικόπημα μέσω της άμεσης υποστήριξης του στρατού της Χιλής ή της συνεργασίας με εξτρεμιστικές ομάδες του ιδιωτικού τομέα. Μαζί με τον πρεσβευτή Nathaniel Davis, ο οποίος αντικατέστησε τον Edward Korry στα μέσα του 1971, ο Kubisch προτίμησε να επικεντρώσει τη μυστική δράση σε μια νίκη της αντιπολίτευσης στις εκλογές του 1976. Επιπλέον, αξιωματικοί της CIA στα κεντρικά γραφεία, όπως ο πρώην διευθυντής της Ομάδας Εργασίας της Χιλής, Ντέιβιντ Άτλι Φίλιπς -ο οποίος θα επέστρεφε στις επιχειρήσεις της Χιλής ως νέος αρχηγός του τμήματος Δυτικού Ημισφαιρίου τον Ιούνιο- θυμήθηκαν καλά το φιάσκο του Σνάιντερ και παρέμειναν δύσπιστοι για τη δέσμευση του στρατού της Χιλής σε πραξικόπημα. Μυστικοί πράκτορες από τα κεντρικά γραφεία στο Σαντιάγο αντανακλούσαν την αβεβαιότητά τους σχετικά με το εάν ο στρατός της Χιλής θα ήταν πιο πιθανό να κινηθεί εναντίον της κυβέρνησης παρά να κινηθεί εναντίον διαδηλωτών και απεργών που ο Σταθμός ήθελε να υποστηρίξει. Η προώθηση «ευρείας κλίμακας διαμαρτυριών, όπως η απεργία», προειδοποιούσε ένα τηλεγράφημα της 6ης Μαρτίου από το Λάνγκλεϊ, «θα πρέπει να αποφευχθεί, όπως και κάθε ενέργεια που θα μπορούσε να προκαλέσει στρατιωτική αντίδραση κατά της αντιπολίτευσης». Σε μια πρόταση προϋπολογισμού στις 31 Μαρτίου 1973, «Μυστικές Επιλογές Δράσης για τη Χιλή – FY 1974», τα κεντρικά γραφεία υποστήριξαν ότι,

«Αν και θα πρέπει να κρατήσουμε όλες τις επιλογές ανοιχτές, συμπεριλαμβανομένου ενός πιθανού μελλοντικού πραξικοπήματος, θα πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι τα συστατικά για ένα επιτυχημένο πραξικόπημα είναι απίθανο να υλοποιηθούν ανεξάρτητα από το ποσό των χρημάτων που δαπανήθηκαν, και ως εκ τούτου θα πρέπει να αποφύγουμε να ενθαρρύνουμε τον ιδιωτικό τομέα να αναλάβει δράση που ενδέχεται να παράγουν είτε ένα αποτυχημένο πραξικόπημα είτε έναν αιματηρό εμφύλιο πόλεμο. Θα πρέπει να καταστήσουμε σαφές ότι δεν θα υποστηρίξουμε μια απόπειρα πραξικοπήματος εκτός εάν καταστεί σαφές ότι ένα τέτοιο πραξικόπημα θα έχει την υποστήριξη των περισσότερων Ενόπλων Δυνάμεων καθώς και των κομμάτων CODE [δημοκρατικής αντιπολίτευσης της Χιλής], συμπεριλαμβανομένου του PDC [Partido Demócrata Cristiano].»

Την 1η Μαΐου, το Λάνγκλεϊ έστειλε τηλεγράφημα στον Σταθμάρχη Γουόρεν δηλώνοντας «θέλουμε να αναβάλουμε κάθε εξέταση του προγράμματος δράσης που έχει σχεδιαστεί για την τόνωση της στρατιωτικής επέμβασης μέχρι να έχουμε πιο σαφή στοιχεία ότι ο στρατός είναι έτοιμος να κινηθεί και ότι η αντιπολίτευση, συμπεριλαμβανομένου του PDC, θα υποστήριζε απόπειρα πραξικοπήματος». Ο Σταθμάρχης απάντησε ζητώντας από τα κεντρικά γραφεία να αναβάλουν το αίτημά του για χρηματοδότηση του οικονομικού έτους 1974 έως ότου η πρόταση μπορέσει να αναδιατυπωθεί ώστε να αντικατοπτρίζει την τρέχουσα πραγματικότητα της Χιλής. «Τα πιο μαχητικά τμήματα της αντιπολίτευσης», συμπεριλαμβανομένων των οργανώσεων που υποστηρίζονται από τη CIA, όπως η El Mercurio και το Εθνικό Κόμμα, ανέφερε ο Σταθμός, κινητοποιούνταν για να υποκινήσουν ένα πραξικόπημα:

Το επίκεντρο του σχεδιασμού και η δράση όλων των δυνάμεων της αντιπολίτευσης είναι στην αμέσως επόμενη περίοδο και όχι στο 1976. Εάν θέλουμε να μεγιστοποιήσουμε την επιρροή μας και να βοηθήσουμε την αντιπολίτευση με τον τρόπο που χρειάζεται βοήθεια, θα πρέπει να εργαστούμε σε αυτήν την τάση αντί να προσπαθήσουμε να αντιταχθούμε και να την αντιμετωπίσουμε προσπαθώντας να πείσουμε την αντιπολίτευση στο σύνολό της να επικεντρωθεί στον μακρινό και αδύναμο στόχο του 1976. Εν ολίγοις, πιστεύουμε ότι ο προσανατολισμός και η εστίαση της επιχειρησιακής μας προσπάθειας πρέπει να είναι στη στρατιωτική επέμβαση.

Στις 10 Απριλίου, το τμήμα Δυτικού Ημισφαιρίου εξασφάλισε την έγκριση από τον διευθυντή της CIA Τζέιμς Σλέσινγκερ για «επιταχυνόμενες προσπάθειες κατά του στρατιωτικού στόχου». Αυτές οι κρυφές ενέργειες, σύμφωνα με ένα υπόμνημα της 7ης Μαΐου προς τον Schlesinger από τον αρχηγό του τμήματος WH Theodore Shackley, «σχεδιάστηκαν για να παρακολουθούν καλύτερα οποιαδήποτε συνωμοσία πραξικοπήματος και να ασκήσουν την επιρροή μας σε βασικούς στρατιωτικούς διοικητές, ώστε να διαδραματίσουν αποφασιστικό ρόλο στο πλάι των πραξικοπηματικών δυνάμεων όταν και εάν ο στρατός της Χιλής αποφασίσει μόνος του να δράσει εναντίον του Αλιέντε». Το Αρχηγείο εξουσιοδότησε τον Σταθμό του Σαντιάγο «να προχωρήσει σε στρατιωτικό στόχο όσον αφορά την ανάπτυξη πρόσθετων πηγών» και υποσχέθηκε να αναζητήσει πιστώσεις για ένα διευρυμένο στρατιωτικό πρόγραμμα όταν «έχουμε πολύ πιο ακλόνητα στοιχεία ότι ο στρατός είναι έτοιμος να δράσει και έχει λογικές πιθανότητες επιτυχίας».

Η ανώτατη διοίκηση της Χιλής παρείχε στοιχεία ότι ο στρατός δεν ήταν ακόμη έτοιμος να δράσει στις 29 Ιουνίου, όταν πολλοί παρίες των ενόπλων δυνάμεων της Χιλής αναπτύχθηκαν για να καταλάβουν το Προεδρικό Μέγαρο γνωστό ως La Moneda. Στο μυστικό του «Sit Rep # 1» για τον Πρόεδρο Νίξον, ο Κίσινγκερ ανέφερε ότι οι μονάδες του στρατού της Χιλής είχαν «ξεκινήσει μια απόπειρα πραξικοπήματος κατά της κυβέρνησης του Σαλβαδόρ Αλιέντε». Αργότερα την ίδια μέρα, ο Κίσινγκερ έστειλε στον Νίξον ένα άλλο σημείωμα, «Τέλος απόπειρας εξέγερσης της Χιλής», σημειώνοντας ότι «η απόπειρα πραξικοπήματος ήταν μια απομονωμένη και κακώς συντονισμένη προσπάθεια» και ότι οι ηγέτες και των τριών κλάδων του στρατού «παρέμειναν πιστοί στην κυβέρνηση.» Η αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος ενίσχυσε το χέρι των προσεκτικών υπευθύνων χάραξης πολιτικής των ΗΠΑ που αντιτάχθηκαν στον πιο ακτιβιστικό ρόλο της CIA για την άμεση υποστήριξη του στρατού της Χιλής.

Φωτογραφία αρχείου που δείχνει βοηθούς και μέλη της προεδρίας του πρώην Σοσιαλιστή Προέδρου Σαλβαδόρ Αλιέντε να συλλαμβάνονται από στρατιώτες έξω από το προεδρικό μέγαρο La Moneda, κατά τη διάρκεια του πραξικοπήματος στο Σαντιάγο.

Αυτή η συνεχιζόμενη εσωτερική συζήτηση οδήγησε σε καθυστέρηση στην έγκριση του προϋπολογισμού μυστικής δράσης της CIA για το οικονομικό έτος 1974, καθώς η CIA και το Στέιτ Ντιπάρτμεντ επεξεργάζονταν συμβιβασμούς σχετικά με τον τρόπο χρήσης των αδειών χρηματοδότησης στη Χιλή. Τελικά, στις 20 Αυγούστου [1973], η Επιτροπή 40 -μια διυπηρεσιακή ομάδα επιφορτισμένη με την επίβλεψη μυστικών επιχειρήσεων- ενέκρινε, μέσω τηλεφώνου, ένα (1) εκατομμύριο δολάρια για μυστική χρηματοδότηση σε πολιτικά κόμματα της αντιπολίτευσης και οργανώσεις του ιδιωτικού τομέα – αλλά όρισε ένα «ταμείο έκτακτης ανάγκης» για τις δραστηριότητες του ιδιωτικού τομέα που θα μπορούσαν να δαπανηθούν μόνο με την έγκριση του Πρέσβη Davis. Μέσα σε τρεις μέρες, ο Σταθμός πίεζε για έγκριση για να χρησιμοποιήσει τα χρήματα για να στηρίξει απεργίες και διαδηλώσεις στους δρόμους καθώς και για να ενορχηστρώσει μια εξαγορά εκ των έσω – ωθώντας τον στρατό να πάρει βασικές θέσεις στο υπουργικό συμβούλιο του Αλιέντε όπου θα μπορούσαν να ασκήσουν την εξουσία του κράτους και να μειώσουν σε «φιγούρα» τον πρόεδρο. «Τα γεγονότα εξελίσσονται πολύ γρήγορα και οι στρατιωτικές συμπεριφορές είναι πιθανό να είναι αποφασιστικές αυτή τη στιγμή», ανέφερε ο Σταθμός στις 24 Αυγούστου. «Είναι μια στιγμή που σημαντικά γεγονότα ή πιέσεις θα μπορούσαν να επηρεάσουν το μέλλον [του Αλιέντε]».

Στην Ουάσιγκτον την επόμενη μέρα, ο διευθυντής της CIA Ουίλιαμ Κόλμπι έστειλε ένα σημείωμα στον Κίσινγκερ, υποβάλλοντας τα επιχειρήματα του Σταθμού -λέξη προς λέξη- και ζητώντας εξουσιοδότηση για να προχωρήσει με τα κεφάλαια. Το σημείωμα, «Προτεινόμενη Μυστική Οικονομική Υποστήριξη του Χιλιανού Ιδιωτικού Τομέα», χρησιμοποιούσε γλώσσα σχεδιασμένη για να κατευνάσει τις ευαισθησίες του Στέιτ Ντιπάρτμεντ. «Ο Σταθμός του Σαντιάγο δεν θα συνεργαζόταν απευθείας με τις ένοπλες δυνάμεις σε μια προσπάθεια να επιφέρει πραξικόπημα ούτε θα είχε ως αποτέλεσμα η υποστήριξή του στις συνολικές δυνάμεις της αντιπολίτευσης», είπε ο Κόλμπι. Αλλά πρόσθεσε αυτή την επιφύλαξη: «Ρεαλιστικά, φυσικά, ένα πραξικόπημα θα μπορούσε να προκύψει από την αυξημένη πίεση της αντιπολίτευσης στην κυβέρνηση Αλιέντε».

Μέχρι τότε, η CIA είχε πολλαπλές, και πολλά υποσχόμενες, αναφορές για συνωμοσία πραξικοπήματος. Στα μέσα Αυγούστου, ο C/WHD Phillips είχε στείλει έναν βετεράνο πράκτορα στο Σαντιάγο για να αξιολογήσει την κατάσταση. Ανέφερε ότι «τις τελευταίες εβδομάδες λάβαμε ξανά αυξημένες αναφορές για συνωμοσία και είδαμε διάφορες ημερομηνίες να αναφέρονται για πιθανή απόπειρα πραξικοπήματος». Μια αναφορά σημείωσε ότι οι στρατιωτικοί συνωμότες είχαν επιλέξει την 7η Ιουλίου ως «ημερομηνία-στόχο» για άλλη μια απόπειρα πραξικοπήματος, αλλά η ημερομηνία αναβλήθηκε τώρα λόγω της αντίθεσης του Αρχηγού Κάρλος Πρατς, καθώς και της δυσκολίας να παραταχθούν «στρατιωτικά Συντάγματα – κλειδιά στην περιοχή του Σαντιάγο». Σύμφωνα με την πηγή της CIA:

Το βασικό πρόβλημα για τους στρατιωτικούς συνωμότες είναι τώρα πώς να ξεπεράσουν αυτό το κάθετο εμπόδιο διοίκησης. Ένας τρόπος θα ήταν οι στρατηγοί του Στρατού που σχεδίαζαν να συναντηθούν με τον στρατηγό Πρατς, να τον συμβουλεύσουν ότι δεν απολάμβανε πλέον την εμπιστοσύνη της ανώτατης διοίκησης του Στρατού και έτσι να τον απομακρύνουν. Η επιλογή των συνωμοτών την εποχή του πραξικοπήματος είναι να αντικαταστήσει τον Πρατς ο στρατηγός Manuel Torres, διοικητής της πέμπτης μεραρχίας στρατού και τρίτος στρατηγός του Στρατού. Οι συνωμότες δεν θεωρούν τον στρατηγό Augusto Pinochet, ο οποίος είναι ο δεύτερος στην ιεραρχία αξιωματικός του στρατού, ως κατάλληλο αντικαταστάτη του Prats υπό τέτοιες συνθήκες.

Στα τέλη Ιουλίου, η CIA ανέφερε ότι ένα συντονισμένο σχέδιο πραξικοπήματος ήταν «κοντά στην ολοκλήρωση». Οι συνωμότες εξακολουθούσαν να αντιμετωπίζουν το πρόβλημα Prats. «Ο μόνος τρόπος για να απομακρυνθεί ο Πρατς», σημείωσε ο Σταθμός, «φαίνεται να είναι η απαγωγή ή η δολοφονία. Με την ανάμνηση της υπόθεσης του πρώην Διοικητή του Στρατού, Ρενέ Σνάιντερ, πάντα παρούσα στο μυαλό τους, θα είναι δύσκολο για τους συνωμότες να αναγκαστούν να πραγματοποιήσουν μια τέτοια πράξη».

Η CIA ανέφερε επίσης ότι ο στρατός προσπαθούσε να συντονίσει την εξαγορά του με την Ομοσπονδία Ιδιοκτητών Φορτηγών, η οποία επρόκειτο να ξεκινήσει μια μαζική απεργία φορτηγών. Η βίαιη απεργία, που παρέλυσε τη χώρα όλο τον Αύγουστο, έγινε βασικός παράγοντας για τη δημιουργία του κλίματος πραξικοπήματος που η CIA επιδίωκε από καιρό στη Χιλή. Άλλοι παράγοντες περιελάμβαναν την απόφαση της ηγεσίας των Χριστιανοδημοκρατών να εγκαταλείψει τις διαπραγματεύσεις με την κυβέρνηση της Λαϊκής Ενότητας και να εργαστεί, αντ’ αυτού, προς ένα στρατιωτικό πραξικόπημα. Σε μια «έκθεση προόδου» της CIA στις αρχές Ιουλίου, ο Σταθμός σημείωσε «υπάρχει αυξανόμενη αποδοχή από την πλευρά των ηγετών του PDC ότι ένα στρατιωτικό πραξικόπημα επέμβασης είναι πιθανώς απαραίτητο για να αποτραπεί μια πλήρης μαρξιστική κατάληψη στη Χιλή. Ενώ οι ηγέτες του PDC δεν παραδέχονται ανοιχτά ότι οι πολιτικές τους αποφάσεις και τακτικές έχουν σκοπό να δημιουργήσουν τις συνθήκες για να προκαλέσουν στρατιωτική επέμβαση, οι [κρυφοί] σταθμοί αναφέρουν ότι ιδιωτικά αυτό είναι γενικά αποδεκτό πολιτικό γεγονός». Η θέση των Χριστιανοδημοκρατών, με τη σειρά της, ώθησε το παραδοσιακά μετριοπαθές Κομμουνιστικό Κόμμα Χιλής να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η πολιτική συμφωνία με την κυρίαρχη αντιπολίτευση δεν ήταν πλέον εφικτή και να υιοθετήσει μια πιο μαχητική θέση, δημιουργώντας βαθιές διαφωνίες με τον ίδιο τον συνασπισμό του Αλιέντε. Η σκληρή άρνηση του στρατού να αποδεχθεί την προσφορά του Αλιέντε για ορισμένες θέσεις στο υπουργικό συμβούλιο επιτάχυνε επίσης τις πολιτικές εντάσεις. «Η αίσθηση ότι κάτι πρέπει να γίνει φαίνεται να εξαπλώνεται», παρατηρούσαν τα κεντρικά γραφεία της CIA σε μια αναλυτική έκθεση για τις «Συνέπειες ενός στρατιωτικού πραξικοπήματος στη Χιλή».

Η παραίτηση του Ανώτατου Διοικητή Κάρλος Πρατς στα τέλη Αυγούστου μετά από μια έντονη δημόσια εκστρατεία συκοφαντικής δυσφήμισης υπό την ηγεσία της Ελ Μερκούριο και της Χιλιανής δεξιάς εξάλειψε το τελευταίο εμπόδιο για ένα επιτυχημένο πραξικόπημα. Όπως και ο προκάτοχός του, στρατηγός Σνάιντερ, ο Πρατς είχε υποστηρίξει τον συνταγματικό ρόλο του στρατού της Χιλής, εμποδίζοντας νεότερους αξιωματικούς που ήθελαν να παρέμβουν στην πολιτική διαδικασία της Χιλής. Σε μια έκθεση πληροφοριών της 25ης Αυγούστου με τη σφραγίδα «ΑΚΡΩΣ ΑΠΟΡΡΗΤΟ ΟΜΠΡΑ», η Υπηρεσία Πληροφοριών Άμυνας (DIA) σημείωσε ότι η αποχώρηση του Πρατς «έχει αφαιρέσει τον κύριο παράγοντα μετριασμού κατά ενός πραξικοπήματος». Στις 31 Αυγούστου, αμερικανικές στρατιωτικές πηγές εντός του στρατού της Χιλής ανέφεραν ότι «ο στρατός είναι ενωμένος πίσω από ένα πραξικόπημα και οι βασικοί διοικητές του συντάγματος του Σαντιάγο έχουν υποσχεθεί την υποστήριξή τους. Λέγεται ότι γίνονται προσπάθειες για την ολοκλήρωση του συντονισμού μεταξύ των τριών υπηρεσιών,

Μέχρι τότε, ο στρατός της Χιλής είχε δημιουργήσει μια «ειδική ομάδα συντονισμού» αποτελούμενη από τρεις εκπροσώπους καθεμίας από τις υπηρεσίες και προσεκτικά επιλεγμένους δεξιούς πολίτες. Σε μια σειρά μυστικών συναντήσεων την 1 και 2 Σεπτεμβρίου, αυτή η ομάδα παρουσίασε ένα ολοκληρωμένο σχέδιο για την ανατροπή της κυβέρνησης Αλιέντε στους αρχηγούς του στρατού, της αεροπορίας και του ναυτικού της Χιλής. Η Χούντα ενέκρινε το σχέδιο και όρισε την 10η Σεπτεμβρίου ως ημερομηνία στόχο για το πραξικόπημα. Σύμφωνα με μια ανασκόπηση της CIA για τη συνωμοσία του πραξικοπήματος, ο στρατηγός που αντικατέστησε τον Κάρλος Πρατς ως αρχιστράτηγος, ο στρατηγός Augusto Pinochet, «επιλέχθηκε ως επικεφαλής της ομάδας» και θα καθόριζε την ώρα έναρξης του πραξικοπήματος.

Στις 8 Σεπτεμβρίου, τόσο η CIA όσο και η DIA ειδοποίησαν την Ουάσιγκτον ότι επίκειται πραξικόπημα και επιβεβαίωσαν την ημερομηνία της 10ης Σεπτεμβρίου. Μια περίληψη πληροφοριών της DIA με σφραγίδα TOP SECRET UMBRA ανέφερε ότι «οι τρεις υπηρεσίες σύμφωνα με πληροφορίες συμφώνησαν να κινηθούν εναντίον της κυβέρνησης στις 10 Σεπτεμβρίου και τρομοκρατικές και δεξιές ομάδες φέρεται να υποστηρίζουν την προσπάθεια». Η CIA ανέφερε ότι το ναυτικό της Χιλής θα «ξεκινήσει μια κίνηση για την ανατροπή της κυβέρνησης» στις 8:30 π.μ. της 10ης Σεπτεμβρίου και ότι ο Πινοσέτ «έχει πει ότι ο στρατός δεν θα αντιταχθεί στη δράση του ναυτικού».

Στις 9 Σεπτεμβρίου, ο Σταθμός ενημέρωσε ότι η αντίστροφη μέτρηση για το πραξικόπημα άρχισε. Ένα μέλος της ομάδας μυστικών πρακτόρων της CIA στο Σαντιάγο, ο Jack Devine, έλαβε μια κλήση από ένα συνεργαζόμενο στοιχείο που έφευγε από τη χώρα. «Θα γίνει την ενδέκατη», όπως θυμήθηκε ο Ντιβάιν τη συζήτηση. Η έκθεσή του, που διανεμήθηκε στα κεντρικά γραφεία του Langley στις 10 Σεπτεμβρίου, ανέφερε:

Μια απόπειρα πραξικοπήματος θα ξεκινήσει στις 11 Σεπτεμβρίου. Σε αυτή τη δράση συμμετέχουν και οι τρεις κλάδοι των Ενόπλων Δυνάμεων και οι Καραμπινέροι. Μια δήλωση θα διαβαστεί στο Radio Agricultura στις 7 π.μ. στις 11 Σεπτεμβρίου. Οι Κραμπινιέροι έχουν την ευθύνη να συλλάβουν τον Πρόεδρο Σαλβαδόρ Αλιέντε.

Σύμφωνα με τον Ντόναλντ Γουίντερς, υψηλόβαθμο πράκτορα της CIA στη Χιλή την εποχή του πραξικοπήματος, «η κατανόηση ήταν ότι [ο Χιλιανός στρατός] θα το έκανε όταν ήταν έτοιμοι και την τελευταία στιγμή θα μας έλεγαν ότι θα συνέβαινε». Την παραμονή του πραξικοπήματος, ωστόσο, τουλάχιστον ένας τομέας των πραξικοπηματιών έγινε νευρικός για το τι θα συνέβαινε εάν οι μάχες παρατείνονταν και η πορεία δεν πήγαινε όπως είχε προγραμματιστεί. Το βράδυ της 10ης Σεπτεμβρίου, καθώς ο στρατός ανέλαβε αθόρυβα τις θέσεις για να πάρει βίαια την εξουσία την επόμενη μέρα, ένας «αξιωματικός κλειδί της στρατιωτικής ομάδας της Χιλής που σχεδίαζε να ανατρέψει τον Πρόεδρο Αλιέντε», όπως τον περιέγραψε το αρχηγείο της CIA, επικοινώνησε με έναν Αμερικανό αξιωματούχο. Παραμένει ασαφές εάν επρόκειτο για αξιωματικό της CIA, του στρατού ή της πρεσβείας και «ρώτησε αν η κυβέρνηση των ΗΠΑ θα έρχονταν να βοηθήσει τον στρατό της Χιλής εάν η κατάσταση γινόταν δύσκολη.

Την εποχή του πραξικοπήματος, τόσο το Στέιτ Ντιπάρτμεντ όσο και η CIA έκαναν σχέδια έκτακτης ανάγκης για βοήθεια από τις ΗΠΑ, εάν η στρατιωτική κίνηση φαινόταν να αποτύχει. Στις 7 Σεπτεμβρίου, ο Βοηθός Γραμματέας Kubisch ανέφερε σε αξιωματούχους της Πολιτείας και της CIA ότι υψηλόβαθμα στελέχη του τμήματος είχαν συζητήσει για τη Χιλή και προσδιόρισαν τα εξής: «Εάν υπάρξει απόπειρα πραξικοπήματος, η οποία φαίνεται πιθανό να είναι επιτυχής και ικανοποιητική από τη σκοπιά μας, θα απέχω;» αλλά «αν γίνει πραξικόπημα, το οποίο μπορεί να θεωρηθεί ευνοϊκό, αλλά που φαίνεται να κινδυνεύει να αποτύχει, μπορεί να θέλουμε μια δυνατότητα να επηρεάσουμε την κατάσταση». Ο Kubisch ανέθεσε στη CIA «να δώσει προσοχή σε αυτό το πρόβλημα».

Αυτό το θέμα αποδείχθηκε άσχετο. «Το πραξικόπημα της Χιλής ήταν σχεδόν τέλειο», ανέφερε ο αντισυνταγματάρχης Πάτρικ Ράιαν, επικεφαλής της αμερικανικής στρατιωτικής ομάδας στο Βαλπαραΐσο, σε ένα «Sitrep» στην Ουάσιγκτον. Στις 8:00 π.μ. της 11ης Σεπτεμβρίου, το ναυτικό της Χιλής είχε ασφαλίσει το λιμάνι της πόλης Βαλπαραΐσο και ανακοίνωσε ότι η κυβέρνηση της Λαϊκής Ενότητας ανατρέπεται. Στο Σαντιάγο, οι δυνάμεις των Καραμπινιέρος έπρεπε να κρατήσουν τον Πρόεδρο Αλιέντε στην κατοικία του, αλλά αυτός κατάφερε να φτάσει στη La Moneda, στο Προεδρικό Μέγαρο της Χιλής και άρχισε να εκπέμπει ραδιοφωνικά μηνύματα καλώντας «εργάτες και φοιτητές» να έρθουν «και να υπερασπιστούν την κυβέρνησή τους ενάντια στους ένοπλες δυνάμεις». Καθώς τανκς του στρατού περικύκλωσαν τη La Moneda πυροβολώντας στους τοίχους του κτηρίου, τα αεροσκάφη Hunter Hawker εξαπέλυσαν μια ακριβή επίθεση με ρουκέτες στα γραφεία του Αλιέντε γύρω στο μεσημέρι, σκοτώνοντας πολλούς από τους φρουρούς του.

Κατά τη διάρκεια των μαχών, ο στρατός απαίτησε επανειλημμένα από τον Πρόεδρο Αλιέντε να παραδοθεί και έκανε μια επιπόλαιη πρόταση να βγάλει αυτόν και την οικογένειά του από τη χώρα.

Σε μια διάσημη πλέον ηχητική κασέτα του στρατηγού Πινοσέτ που δίνει οδηγίες στα στρατεύματά του μέσω ραδιοεπικοινωνιών στις 11 Σεπτεμβρίου, ακούγεται να γελάει και να ορκίζεται «ότι το αεροπλάνο δεν θα προσγειωθεί ποτέ». Προβλέποντας την αγριότητα του καθεστώτος του, ο Πινοσέτ πρόσθεσε: «Σκότωσε τη σκύλα και εξαφάνισε τα σκουπίδια». Ο Σαλβαδόρ Αλιέντε βρέθηκε νεκρός από αυτοτραυματισμό στο εσωτερικό του γραφείου γύρω στις 14:00. [ήταν ήδη βαριά τραυματίας πριν αυτοπυροβοληθεί]. Στις 2:30 μ.μ., το ραδιοφωνικό δίκτυο των ενόπλων δυνάμεων μετέδωσε μια ανακοίνωση ότι η La Moneda είχε «παραδοθεί» και ότι ολόκληρη η χώρα ήταν υπό στρατιωτικό έλεγχο.

Η διεθνής αντίδραση στο πραξικόπημα ήταν άμεση, διαδεδομένη και συντριπτικά καταδικαστική. Πολλές κυβερνήσεις κατήγγειλαν τη στρατιωτική κατάληψη. Μαζικές διαδηλώσεις πραγματοποιήθηκαν σε όλη τη Λατινική Αμερική. Αναπόφευκτα, τα δάχτυλα έδειχναν προς την κυβέρνηση των ΗΠΑ. Στις ακροάσεις επιβεβαίωσής του ως υπουργού Εξωτερικών -μόλις μια μέρα μετά το πραξικόπημα- ο Κίσινγκερ δέχθηκε πλήθος ερωτήσεων σχετικά με τη συμμετοχή της CIA. Η οργάνωση «ενεχόταν με πολύ μικρό τρόπο το 1970 και από τότε μείναμε απολύτως μακριά από οποιαδήποτε πραξικοπήματα», απάντησε ο Κίσινγκερ. «Οι προσπάθειές μας στη Χιλή ήταν να ενισχύσουμε τα δημοκρατικά πολιτικά κόμματα και να τους δώσουμε τη βάση για να κερδίσουν τις εκλογές του 1976».

Η «διατήρηση της Χιλιανής Δημοκρατίας», συνόψισε την επίσημη γραμμή, αντιστρέφοντας εκ των υστέρων τα πράγματα, για να συσκοτίσει την επέμβαση των ΗΠΑ κατά της κυβέρνησης Αλιέντε. Στις 13 Σεπτεμβρίου, ο διευθυντής της CIA Κόλμπι έστειλε στον Κίσινγκερ μια μυστική επισκόπηση δύο σελίδων του «Κρυφού Προγράμματος Δράσης της CIA στη Χιλή από το 1970», με σκοπό να παράσχει καθοδήγηση σχετικά με τα ζητήματα που αφορούν τον ρόλο της Υπηρεσίας. «Η πολιτική των ΗΠΑ ήταν να διατηρήσουν τη μέγιστη συγκαλυμμένη πίεση για να αποτρέψουν την εδραίωση του καθεστώτος Αλιέντε», ανέφερε ειλικρινά το σημείωμα. Μετά από μια επιλεκτική ανασκόπηση των μυστικών επιχειρήσεων του πολιτικού, των μέσων ενημέρωσης και του ιδιωτικού τομέα, ο Κόλμπι κατέληξε στο συμπέρασμα: «Ενώ η υπηρεσία ήταν καθοριστική για να επιβιώσουν τα πολιτικά κόμματα και τα μέσα ενημέρωσης της αντιπολίτευσης και να διατηρήσουν τη δυναμική τους αντίσταση στο καθεστώς Αλιέντε, η CIA δεν έπαιξε άμεσα ρόλο στα γεγονότα που οδήγησαν στην ίδρυση μιας νέας στρατιωτικής κυβέρνησης».

Με τον πιο στενό ορισμό του «άμεσου ρόλου» -παροχή σχεδιασμού, εξοπλισμού, στρατηγικής υποστήριξης και εγγυήσεων- η CIA δεν φαίνεται να έχει εμπλακεί στις βίαιες ενέργειες του στρατού της Χιλής στις 11 Σεπτεμβρίου 1973. Ο Λευκός Οίκος υπό τον Νίξον επεδίωξε, υποστήριξε και αγκάλιασε το πραξικόπημα, αλλά οι πολιτικοί κίνδυνοι της άμεσης εμπλοκής υπερίσχυαν απλώς κάθε πραγματικής αναγκαιότητας για την επιτυχία του. Ο στρατός της Χιλής, ωστόσο, δεν είχε καμία αμφιβολία για τη θέση των ΗΠΑ. «Δεν ήμασταν στο σχεδιασμό», θυμάται ο πράκτορας της CIA, Ντόναλντ Γουίντερς. «Αλλά οι επαφές μας με τον στρατό τους έδωσαν να καταλάβουν πού βρισκόμασταν – δεν ήμασταν πολύ ευχαριστημένοι με την κυβέρνηση [του Αλιέντε]». Η CIA και άλλοι τομείς της κυβέρνησης των ΗΠΑ, επιπλέον, συμμετείχαν άμεσα σε επιχειρήσεις που αποσκοπούσαν στη δημιουργία ενός «πραξικοπηματικού κλίματος» στο οποίο θα μπορούσε και θα γινόταν η ανατροπή της χιλιανής δημοκρατίας. Το σημείωμα του Κόλμπι φαινόταν να παραλείπει το σχέδιο στρατιωτικής εξαπάτησης της CIA, τις μυστικές προσπάθειες μαύρης προπαγάνδας να σπείρει διαφωνίες μέσα στον συνασπισμό Λαϊκής Ενότητας, την υποστήριξη εξτρεμιστικών στοιχείων όπως το Patria y Libertad και τα εμπρηστικά επιτεύγματα της El Mercurio, τα οποία η υπηρεσία καταγράφει ως επιτεύγματα που έπαιξαν «σημαντικό ρόλο στη δημιουργία του σκηνικού» για το πραξικόπημα – πόσο μάλλον για τον αποσταθεροποιητικό αντίκτυπο του αόρατου οικονομικού αποκλεισμού. Το επιχείρημα ότι αυτές οι επιχειρήσεις είχαν σκοπό να διατηρήσουν τους δημοκρατικούς θεσμούς της Χιλής ήταν ένα τέχνασμα δημοσίων σχέσεων που αντικρούεται από το βάρος της ιστορικής καταγραφής. Πράγματι, «Μπορεί επίσης να θυμάστε τη συζήτηση για ένα Track Two στα τέλη του 1970 – η οποία δεν έχει συμπεριληφθεί σε αυτή τη σύνοψη», έγραψε ο Κόλμπι στον Κίσινγκερ στο δελτίο του υπομνήματός του στις 13 Σεπτεμβρίου. Θεμελιώδης για την κατανόηση της υποστήριξης της Ουάσιγκτον από τους Χιλιανούς στρατηγούς ήταν η γνώση ότι η CIA είχε προσπαθήσει να υποκινήσει άμεσα ένα πραξικόπημα τρία χρόνια νωρίτερα. «Το Track II δεν τελείωσε ποτέ πραγματικά», όπως κατέθεσε το 1975 ο Θωμάς Kαραμεσίνης, κορυφαίος αξιωματούχος της CIA που ήταν υπεύθυνος για τις μυστικές επιχειρήσεις κατά του Αλιέντε. «Αυτό που μας είπαν να κάνουμε ήταν να συνεχίσουμε τις προσπάθειές μας. Μείνετε σε εγρήγορση και να κάνουμε ό,τι μπορούμε για να συμβάλουμε στα τελικά επιτεύγματα και στους στόχους και τους σκοπούς του Track II. Είμαι βέβαιος ότι οι σπόροι που τέθηκαν σε αυτή την προσπάθεια το 1970 είχαν τον αντίκτυπό τους το 1973. Δεν έχω καμία ερώτηση σχετικά με αυτό στο μυαλό μου».

*****

«Η πολιτική μας για τον Αλιέντε λειτούργησε πολύ καλά», σχολίασε ο Βοηθός Γραμματέας Kubisch στον Κίσινγκερ την επομένη του πραξικοπήματος. Πράγματι, τον Σεπτέμβριο του 1973, η κυβέρνηση Νίξον είχε πετύχει τον στόχο του Κίσινγκερ, που είχε διατυπωθεί το φθινόπωρο του 1970, να δημιουργήσει συνθήκες που θα οδηγούσαν στην κατάρρευση ή την ανατροπή του Αλιέντε. Στην πρώτη συνάντηση της Ομάδας Ειδικών Δράσεων της Ουάσιγκτον, που πραγματοποιήθηκε το πρωί της 12ης Σεπτεμβρίου για να συζητηθεί πώς να βοηθήσει το νέο στρατιωτικό καθεστώς στη Χιλή, ο Κίσινγκερ αστειεύτηκε ότι «ο Πρόεδρος ανησυχεί ότι μπορεί να θέλουμε να στείλουμε κάποιον στην κηδεία του Αλιέντε. Είπα ότι δεν πίστευα ότι το σκεφτόμασταν αυτό». «Όχι», απάντησε ένας βοηθός, «όχι, εκτός αν θέλεις να πας».

Στις 16 Σεπτεμβρίου, ο Πρόεδρος Νίξον τηλεφώνησε στον Κίσινγκερ για ενημέρωση. Η συνομιλία τους καταγράφηκε από το μυστικό σύστημα μαγνητοφώνησης του Κίσινγκερ. Οι δυο τους συζήτησαν με ειλικρίνεια τον ρόλο των ΗΠΑ. Ο Νίξον φαινόταν να ανησυχεί ότι η επέμβαση των ΗΠΑ στη Χιλή θα μπορούσε να αποκαλυφθεί. “Λοιπόν, δεν το κάναμε -όπως ξέρετε- το χέρι μας δεν φαίνεται σε αυτό”, σημείωσε ο πρόεδρος. «Δεν το κάναμε», απάντησε ο Κίσινγκερ, αναφερόμενος στο θέμα της άμεσης εμπλοκής στο πραξικόπημα της 11ης Σεπτεμβρίου. «Εννοώ ότι τους βοηθήσαμε. [Μια λέξη παραλείφθηκε] δημιουργήσαμε συνθήκες όσο το δυνατόν καλύτερες». «Αυτό είναι σωστό», συμφώνησε ο Νίξον.

Ο Νίξον και ο Κίσινγκερ αλληλοσυλλυπήθηκαν για το γεγονός ότι δεν θα λάμβαναν επαινετικά εύσημα στα μέσα ενημέρωσης για τον θάνατο του Αλιέντε. «Το θέμα της Χιλής παγιώνεται», ανέφερε ο Κίσινγκερ, «και φυσικά οι εφημερίδες μυρίζουν επειδή ανατράπηκε μια φιλοκομμουνιστική κυβέρνηση». «Δεν είναι κάτι αυτό», είπε ο Νίξον, αποδοκιμάζοντας τα «φιλελεύθερα χάλια» στα μέσα ενημέρωσης. Ο Κίσινγκερ πρότεινε ότι ο Τύπος θα έπρεπε να «γιορτάζει» το στρατιωτικό πραξικόπημα. «Στην περίοδο του Αϊζενχάουερ», είπε ο Κίσινγκερ στον Νίξον, «θα ήμασταν ήρωες».

*****

Mισό αιώνα αργότερα, εξακολουθούν να υπάρχουν άκρως απόρρητα αρχεία που η κυβέρνηση των ΗΠΑ συνεχίζει να αποκρύπτει.

Συγκαλυμμένη Συνεργασία Τρίτης Χώρας

Μεταξύ αυτών των μυστικών είναι το πώς η CIA προσέγγισε την αυστραλιανή υπηρεσία πληροφοριών, ASIS, στα τέλη του 1970 και ζήτησε μυστική υποστήριξη στο Σαντιάγο για να βοηθήσει στη διαχείριση των Χιλιανών πρακτόρων της. Η CIA δεν έχει αποχαρακτηρίσει ούτε ένα έγγραφο σχετικά με αυτή τη μοναδική μυστική συνεργασία. Το γνωρίζουμε μόνο από τις προσπάθειες ενός επίμονου Αυστραλού καθηγητή ονόματι Κλίντον Φερνάντες, ο οποίος, πριν από αρκετά χρόνια, υπέβαλε μήνυση διαφάνειας κατά του ASIS στην Καμπέρα. Η νομική του αίτηση είχε ως αποτέλεσμα την απελευθέρωση διοικητικών αρχείων – έγγραφα από την πιο κοσμική πλευρά για τη δημιουργία ενός «σταθμού» κατασκοπείας στο Σαντιάγο, όπως συμφωνίες ενοικίασης και αγορά εξοπλισμού γραφείου και οχημάτων για δύο πράκτορες. Τόσο η CIA όσο και η ASIS εξακολουθούν να κρύβουν επιχειρησιακά αρχεία που περιλαμβάνουν πολυάριθμες αναφορές πληροφοριών από αυστραλιανούς μυστικούς πράκτορες προς τους ομολόγους τους της CIA σχετικά με συναντήσεις με Χιλιανούς που είναι ενσωματωμένοι στις ένοπλες δυνάμεις, την εφημερίδα El Mercurio -αποδέκτη της χρηματοδότησης της CIA- και το Χριστιανο-Δημοκρατικό Κόμμα, μεταξύ άλλων βασικών οργανώσεων που συνδέονται με τη CIA στη Χιλή.

Ομοίως, η κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών συνεχίζει να αποκρύπτει αρχεία σχετικά με τον κεντρικό ρόλο της Βραζιλίας στην υπονόμευση της κυβέρνησης Αλιέντε και στην υποβοήθηση της εγκατάστασης του καθεστώτος Πινοσέτ – που αποτελεί θέμα ενός νέου βιβλίου, El Brasil de Pinochet, του Βραζιλιάνου ρεπόρτερ Roberto Simon. Μετά την ορκωμοσία του Αλιέντε, ο Πρόεδρος Νίξον διέταξε συγκεκριμένα μια μυστική προσέγγιση στο στρατιωτικό καθεστώς της Βραζιλίας για υποστήριξη των προσπαθειών των ΗΠΑ να υπονομεύσουν την κυβέρνηση της Λαϊκής Ενότητας. Κανένα έγγραφο των ΗΠΑ δεν έχει δημοσιοποιηθεί σχετικά με αυτές τις πρώτες επικοινωνίες. Αλλά ένα αποκαλυπτικό υπόμνημα μιας συνάντησης του Οβάλ Γραφείου τον Δεκέμβριο του 1971 μεταξύ του Νίξον και του Βραζιλιάνου στρατιωτικού ηγέτη στρατηγού Emílio Garrastazu Médici δείχνει ότι μπορεί να έχει αναπτυχθεί κάποιος βαθμός συνεργασίας.

Κατά τη διάρκεια της συνάντησης, ο Médici είπε στον Nixon ότι ο Αλιέντε θα ανατραπεί «για τους ίδιους λόγους που ανατράπηκε ο Goulart στη Βραζιλία» και «κατέστησε σαφές ότι η Βραζιλία εργαζόταν προς αυτόν τον σκοπό», σύμφωνα με μια αποχαρακτηρισμένη περίληψη της συνάντησης. Ο Νίξον απάντησε «ότι ήταν πολύ σημαντικό να συνεργαστούν στενά η Βραζιλία και οι Ηνωμένες Πολιτείες σε αυτόν τον τομέα» και προσέφερε «διακριτική βοήθεια» και χρήματα για τις επιχειρήσεις της Βραζιλίας εναντίον της κυβέρνησης Αλιέντε. Οι δύο ηγέτες συμφώνησαν να δημιουργήσουν ένα μυστικό κανάλι επικοινωνίας για τις επιχειρήσεις κατά του Αλιέντε, αλλά εάν αυτό το κανάλι χρησιμοποιήθηκε ποτέ, ούτε οι κυβερνήσεις των ΗΠΑ ούτε της Βραζιλίας έχουν δημοσιοποιήσει τα μηνύματα που πέρασαν από αυτό.

Η Βραζιλία έγινε το πρώτο έθνος που αναγνώρισε επίσημα τη στρατιωτική χούντα στη Χιλή – μια διπλωματική ενορχήστρωση συντονισμένη με την κυβέρνηση Νίξον, η οποία ήθελε να αποφύγει να αγκαλιάσει αμέσως το νέο καθεστώς που είχε κρυφά βοηθήσει στην εξουσία.

Αλλά η Ουάσιγκτον πολύ σύντομα αναγνώρισε το αιματοβαμμένο στρατιωτικό καθεστώς στη Χιλή και έδωσε οικονομική, στρατιωτική και πολιτική βοήθεια, ορισμένες από τις οποίες ήταν κρυφές, για να βοηθήσει τον Πινοσέτ να εδραιώσει τη βίαιη κυριαρχία του. Η CIA, για παράδειγμα, χρηματοδότησε κρυφά μια ειδική αντιπροσωπεία Χριστιανοδημοκρατών για να περιοδεύσει στην Ευρώπη για να δικαιολογήσει δημόσια το πραξικόπημα στη διεθνή κοινότητα. Τα έγγραφα των ΗΠΑ για αυτή τη μικρή αλλά σημαντική επιχείρηση προπαγάνδας μετά το πραξικόπημα παραμένουν άκρως απόρρητα.

*****

To κείμενο, πλην μικρών παρεμβάσεων είναι του Peter Kornbluh από το Chile: Secrets of State – National Security Archive του πανεπιστημίου The George Washington University, https://nsarchive.gwu.edu › …

Αποχαρακτηρισμένα έγγραφα

Ο Peter Kornbluh είναι Αμερικανός ανώτερος αναλυτής στο National Security Archive, ινστιτούτο στο Πανεπιστήμιο George Washington που ιδρύθηκε το 1985 από μελετητές και δημοσιογράφους για να αποκαλύψει πληροφορίες που βασίζονται στον νόμο περί ελευθερίας της πληροφορίας. Ο ίδιος εργάζεται από το 1986 ερευνώντας αποχαρακτηρισμένα έγγραφα που περιγράφουν λεπτομερώς τις ξένες επεμβάσεις των ΗΠΑ γενικά και στη Χιλή ιδιαίτερα.

Υποσημειώσεις[+]