του Άρη Μαραβά

Έχουμε δει επανειλημμένα το μίσος των κυρίαρχων και ιδιαίτερα της αστικής τάξης εναντίον κάθε ενέργειας που θα μπορούσε να αμφισβητήσει την κυριαρχία τους, ακόμα και αν προέρχεται από το «μακρινό» παρελθόν. Έτσι μπορεί να μιλάνε π.χ. για τους κυβερνήτες της Αρχαίας Ελλάδας και την «άμεση» δημοκρατία (με δούλους) αλλά ποτέ δεν υπάρχει καμιά σχεδόν αναφορά στον Σπάρτακο και την εξέγερση που γονάτισε τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία.

Το ίδιο βιώνουμε από μια άποψη με τους εορτασμούς της Παρισινής Κομμούνας. Σχεδόν καμιά κρατική εκδήλωση από το αστικό Γαλλικό Κράτος τη στιγμή που ο Μακρόν ετοιμάζεται για τα 200 χρόνια του… Ναπολέοντα! Το μίσος των αστών φάνηκε ήδη από τον Φεβρουάριο στο δημοτικό συμβούλιο του Παρισιού, όπου η δεξιά και η ακροδεξιά απαίτησε τη μη επιχορήγηση του συλλόγου των «Φίλων της Κομμούνας», επειδή «εξυμνούσε τις πιο βίαιες πράξεις της Κομμούνας». Έτσι η 150η επέτειος φέρνει πάλι στο προσκήνιο τις αντιπαραθέσεις μεταξύ της αστικής και εργατικής τάξης και βασικά τον τρόπο με τον οποίο η αστική τάξη θέλει να θάψει κάθε μνήμη της Κομμούνας.

Η Κομμούνα «μας», η εργατική Κομμούνα, ήταν ένα πολύ σύντομο ιστορικό συμβάν. Ξεκίνησε στις 18 Μαρτίου 1871, ανακηρύχθηκε στις 28 Μαρτίου και καθιερώθηκε στις 29 Μαρτίου, διέκοψε τις συνεδριάσεις της στις 21 Μαΐου, δηλαδή είχαμε 54 ημέρες ύπαρξης. Από τις 21 έως τις 27 Μαΐου, η αστική τάξη καταπνίγει στο αίμα το λαό του Παρισιού – αυτή η βδομάδα έμεινε γνωστή ως η «τραγική εβδομάδα» με περίπου 10.000 νεκρούς (υπάρχουν φυσικά διαφορετικές εκτιμήσεις): θεωρείται η μεγαλύτερη σφαγή στην ιστορία της πόλης. Στη συνέχεια άρχισαν οι δίκες και οι εξορίες, με 50.000 κατατρεγμένους. Αυτό το σύντομο έπος των «κοινών ανθρώπων», των «ανώνυμων» προκάλεσε, προκαλεί και θα προκαλεί την οργή και την υστερία των κυρίαρχων τάξεων.

Κατά τη διάρκεια του ίδιου έτους 1871, οι επικεφαλής των «αχρείων των Βερσαλλιών», Θιέρσος και Φάβρ, αποδίδουν την Κομμούνα σε μια σκιώδη συνωμοσία, με κέντρο την Πρώτη Διεθνή. Ο Μαρξ ειρωνεύεται αυτή τη «θεωρία»: «Ο ημερήσιος Τύπος και ο τηλέγραφος, που διαδίδουν τις εφευρέσεις τους σε όλο τον πλανήτη εν ριπή οφθαλμού, παράγουν περισσότερους μύθους σε μια μέρα από όσους θα μπορούσαν να παραχθούν σε έναν αιώνα (και αυτοί οι αστοί ανόητοι τους καταπίνουν και τους διαδίδουν)» (Επιστολή στον Κούγκελμαν, 27/07/1871).

Η Γαλλική αστική τάξη απέδωσε την Κομμούνα σε μια διεθνή συνωμοσία, αλλά έσφαξε τον Παρισινό λαό, τον πραγματικό δημιουργό της. Για να σηματοδοτήσει τη νίκη της και την ειρήνη των νεκροταφείων, η οποία επρόκειτο να είναι αιώνια, αποφάσισε το 1873 να ανεγείρει στο λόφο της Μονμάρτης (μια από τις ιστορικές συνοικίες της Κομμούνας) το ολέθριο μνημείο της εκκλησίας Sacré Coeur, αφιερωμένο στη δοξασία της αστικής τάξης. Η κατασκευή ολοκληρώθηκε το 1923 και μέχρι σήμερα είναι ένα μισητό τερατούργημα.

Η Κομμούνα δεν είναι απλά μια ιστορική επέτειος. Το 2020 υπήρξε μια εκστρατεία για να δοθεί στην παραπάνω εκκλησία ο τίτλος του “ιστορικού μνημείου”!. Τότε οι «Φίλοι της Κομμούνας» και άλλοι απαίτησαν, και δικαίως, τη κατεδάφισή του, κάτι που προκάλεσε την οργή της αστικής τάξης βλέποντας παντού τρομοκράτες κόκκινους και… ισλαμιστές. Ο «σοσιαλιστικός» Δήμος του Παρισιού δήλωσε ότι θα το εξετάσει το… 2022. Ήδη ο εορτασμός της 150ης επετείου της Κομμούνας προκαλεί ένα κύμα ψεμάτων, προσβολών, γραφικοτήτων από την αστική τάξη και την ακροδεξιά και μια προσπάθεια να την παρουσιάσουν ως πρόδρομο της τρομοκρατίας και του… “ισλαμοαριστερισμού”, (παλαιότερα είχαμε τον Εβραιομπολσεβικισμό).

Αυτή η αντίληψη συνάδει πλήρως με τις αντιλήψεις της κυβέρνησης Μακρόν, βασικά χαρακτηριστικά της οποίας είναι όχι μόνο η καταστολή αλλά η υιοθέτηση κατασταλτικών νόμων, οι οποίοι προσδίδουν στο αστικό κράτος έναν ολοένα και πιο ανοιχτό αστυνομικό χαρακτήρα. Ο Πρόεδρος της Γαλλίας δικαιώνει αυτή την πορεία και προσπαθεί να τη στηρίξει στην “εθνική αφήγηση”, η οποία περιλαμβάνει τις Βερσαλλίες και την αιματηρή εβδομάδα. Ας σημειωθεί ότι το 2018, ο Μακρόν υποδέχτηκε τον Πούτιν και για να τονίσει τον αέρα του μονάρχη στο παλάτι των Βερσαλλιών και όταν ρωτήθηκε γιατί εκεί και όχι στην πόλη του Παρισιού, απάντησε ότι «στις Βερσαλλίες οχυρώθηκε η Δημοκρατία όταν απειλήθηκε» (προφανώς από την Κομμούνα). Τι μιζέρια, τι μίσος και τι περιφρόνηση για τους εκμεταλλευόμενους και τους ανθρώπους, κάτω από τη σημαία της Δημοκρατίας!

Ο εορτασμός, η ανάλυση και η ιστορική ερμηνεία της Κομμούνας δεν είναι ενιαία στην Αριστερά. Το απλό γεγονός ότι διεθνιστές, Μαρξιστές, αναρχικοί και Προυντονικοί, κοινοτιστές, Μπλανκιστές, αριστεροί δημοκράτες παρενέβησαν στην ανάπτυξή της και ότι διήρκεσε μόνο λίγες εβδομάδες, χωρίς να αναδείξει μακράν όλες τις δυνατότητές της και τις αντιφάσεις που την εμψύχωναν, δείχνει ότι υπάρχει πολύ υλικό για συζήτηση, για έμπνευση και, κυρίως, για δράση.

Σε ό,τι αφορά την Κομμούνα, ο πολιτικός, εργατικός και λαϊκός χαρακτήρας της ανεξάρτητης κινητοποίησης και της προσπάθειας για την επεξεργασία και την οικοδόμηση μιας νέας μορφής κράτους δεν πρέπει να εγκαταλειφθεί προκειμένου να αντικατασταθεί αυτή η πρώτη ηρωική δοκιμασία με μια διάχυτη υπεράσπιση της δημοκρατίας, όπως πολλές φορές κάνει ο Σταλινισμός και σήμερα ο Μελανσόν. Έτσι στη Le Monde, διαβάσαμε πρόσφατα από ένα πρώην ηγέτη του Κομμουνιστικού Κόμματος ότι «Η Παρισινή Κομμούνα είναι ένα κοινό αγαθό που η Δημοκρατία πρέπει να γιορτάσει» και «Ενώ στο Συμβούλιο του Παρισιού, οι δεξιοί σύμβουλοι αντιτάχθηκαν στον εορτασμό της Κομμούνας, ο ιστορικός υπενθυμίζει τη σημασία της πρώτης εξουσίας που στηρίχθηκε σε δημοκρατικές και κοινωνικές αξίες που δεν υπέστησαν ούτε μια ρυτίδα». Τέτοιες αντιλήψεις αποφεύγουν ακριβώς αυτό που τονίζει ο Μαρξ στην εκτίμησή του για την Κομμούνα, την κυριαρχία της εργατικής τάξης και την πολιτική μορφή παρέμβασής της.

Μετά την ήττα, ο Μαρξ προσπάθησε να καθορίσει το πρίσμα μέσα από το οποίο πρέπει να δούμε την Κομμούνα: «Ήταν ουσιαστικά μια κυβέρνηση της εργατικής τάξης, το αποτέλεσμα της πάλης της τάξης των παραγωγών ενάντια στην τάξη των απαλλοτριωτών, η πολιτική μορφή που επιτέλους επιτεύχθηκε και επιτρέπει την οικονομική χειραφέτηση της εργασίας….». Ήταν εξαιρετικά ενθουσιασμένος με την Κομμούνα, μετά τη μακρά παρένθεση που άνοιξε για το προλεταριάτο η σφαγή του Ιούνη του 1848, η αντεπανάσταση στην Ευρώπη και η έλευση του βοναπαρτισμού στη Γαλλία. Αντιλαμβανόταν έντονα τη σημασία της. Δικαίωσε τον ηρωισμό της και τις ενέργειές της, συμπεριλαμβανομένης της εκτέλεσης 64 ομήρων, με επικεφαλής τον Αρχιεπίσκοπο του Παρισιού. Η Κομμούνα είναι ταυτόχρονα το μεταβατικό τέλος του κύκλου των λαϊκών εξεγέρσεων που σχετίζονται με τη Γαλλική Επανάσταση του 1789 και σηματοδοτεί την αρχή της παρέμβασης του προλεταριάτου με τις δικές του μορφές, τους αγώνες και αιτήματά του και επίσης και πάνω απ’ όλα, τον πολιτικό αγώνα ενάντια στο αστικό κράτος. Το 1880 σχηματίστηκε το πρώτο γαλλικό σοσιαλιστικό κόμμα (συνέδριο της Χάβρης) και το 1875 σχηματίστηκε το Γερμανικό ενιαίο εργατικό κόμμα – το οποίο ο Μαρξ γιόρτασε ως γεγονός, αν και επέκρινε το πρόγραμμά του (Κριτική του προγράμματος της Γκότα).

Η πορεία της θέσης της Κομμούνας στην ιστορική εμπειρία του γαλλικού προλεταριάτου και όχι μόνο είχε τεράστιες αποχρώσεις σε αυτά τα 150 χρόνια. Ας θυμηθούμε απλώς τις συζητήσεις μεταξύ σοσιαλιστών και αναρχικών μέχρι τη δεκαετία του 1920, την απατηλή οικειοποίηση από το σταλινισμό και τη σοσιαλδημοκρατία κατά την περίοδο του Λαϊκού Μετώπου, την κακομεταχείρισή της από τη Σταλινική γραφειοκρατία, την ακλόνητη πίστη των τροτσκιστικών και αναρχικών ομάδων στην Κομμούνα με όλες τις διαφορές τους. Το κίνημα των κίτρινων γιλέκων, η αυτόνομη ζώνη στις Η.Π.Α. κατά τη διάρκεια των πρόσφατων διαδηλώσεων κατά της αστυνομικής βίας κ.λπ. επανεξέτασε διάφορες πτυχές της Κομμούνας. Οι τελευταίες δεκαετίες έδωσαν το έναυσμα για ένα πολύ σημαντικό έργο ιστορικής έρευνας και δικαίωσης -ξεκινώντας από την εκατονταετηρίδα του 1871- το οποίο έσπασε την ψεύτικη απολογία του σταλινισμού και την αμφίβολη δημοκρατική δικαίωση της… σοσιαλδημοκρατίας.

Παρακάτω μέσα σε αυτό το πλαίσιο και για μια συζήτηση που παραμένει ανοιχτή θέτουμε περιληπτικά κάποια ζητήματα και επιτεύγματα της Κομμούνας, τα οποία ελπίζουμε να αναλυθούν στο μέλλον πιο αναλυτικά.

Παρά το γεγονός ότι έχουν περάσει 150 χρόνια από την Κομμούνα του Παρισιού, το επεισόδιο αυτό έχει μείνει τόσο χαραγμένο στην ιστορία του προλεταριάτου και του κομμουνισμού που τίποτα δεν θα μπορούσε και δεν θα επιτρέψει ποτέ να ξεχαστεί. Αντίθετα, όχι μόνο η ίδια η ιστορία της σύντομης άνοιξης της προλεταριακής εξουσίας της Κομμούνας, αλλά και όλες οι μετέπειτα σελίδες που γράφτηκαν τόσο από τους Κομμουνάρους που γλίτωσαν από τη σφαγή που διέπραξε η αστική τάξη, όσο και από τους επαναστάτες σε όλο τον πλανήτη που άντλησαν -στο άμεσο και το επόμενο διάστημα- διδάγματα και πεποιθήσεις από εκείνο το επεισόδιο, παραμένουν διαχρονικές συνεισφορές στην ιστορία του προλεταριάτου και του κομμουνισμού. Aκόμη και σήμερα αξίζουν να ασχοληθούμε περαιτέρω, να μελετήσουμε και να εμβαθύνουμε. Δεν υπάρχει κανένα ζήτημα, στην πραγματικότητα, που να προέκυψε σε εκείνη τη σύντομη συγκυρία, το οποίο να μην εξακολουθεί να αποτελεί πρόβλημα που πρέπει να αντιμετωπιστεί και να επιλυθεί.

Βέβαια, οι καιροί έχουν αλλάξει και γι’ αυτό -όπως έγραφε ο Τρότσκι- “Κάθε φορά που ξαναρχίζουμε τη μελέτη της Κομμούνας, αυτή μας παρουσιάζεται με διαφορετικό τρόπο, εξαιτίας των εμπειριών που έχουμε συσσωρεύσει στους διαδοχικούς επαναστατικούς αγώνες, και ιδιαίτερα στις τελευταίες επαναστάσεις, όχι μόνο τη Ρωσική, αλλά και τη Γερμανική και την Ουγγρική επανάσταση». [Τα διδάγματα της Παρισινής Κομμούνας]. Παρά τις περαιτέρω συσσωρευμένες εμπειρίες ή μάλλον εξαιτίας τους, ορισμένα κεντρικά προβλήματα που προέκυψαν κατά τη διάρκεια της Κομμούνας παρέμειναν ανοιχτά.

Ενάμιση αιώνας έχει περάσει από την Κομμούνα του Παρισιού. Κατά τη διάρκεια αυτού του αιώνα, άλλες μεγάλες επαναστάσεις σημάδεψαν την παγκόσμια ανάπτυξη του προλεταριάτου και επηρέασαν βαθιά την ιστορική πορεία της ανθρωπότητας. Ωστόσο, το προλεταριάτο, το οποίο σε όλο αυτό το διάστημα έχει σημειώσει μια τεράστια κοινωνική πρόοδο, δεν έχει ακόμη καταφέρει -σε κανένα μέρος του κόσμου- να απελευθερωθεί οριστικά από την καπιταλιστική κυριαρχία. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η Παρισινή Κομμούνα αποτελεί ακόμη και σήμερα, μετά από εκατό χρόνια, στον διεθνή αγώνα για τη χειραφέτηση της εργατικής τάξης, ένα μεγαλειώδες παράδειγμα προλεταριακής τόλμης και μια πάντα ζωντανή πηγή επαναστατικών διδαχών. Είναι, επίσης, για το λόγο αυτό που οι έντονες συζητήσεις γύρω από την Κομμούνα δεν έπαψαν ποτέ να υφίστανται και συνεχίζουν να προκαλούν κοινωνικά πάθη και μίση.

Ας θυμηθούμε. Η Δεύτερη Αυτοκρατορία είχε διαλυθεί κάτω από τα χτυπήματα των Γερμανικών στρατιών στο Σεντάν, θύμα του πολέμου που η ίδια ξεκίνησε. Στις 4 Σεπτεμβρίου 1870, η Αυτοκρατορία αντικαταστάθηκε από τη… δημοκρατία. Καθώς ο Γερμανικός στρατός βάδιζε προς το Παρίσι, οι Παριζιάνοι οργανώθηκαν για την υπεράσπιση της πόλης. Όλοι οι άνδρες οι άνδρες που ήταν ικανοί να φέρουν όπλα εντάχθηκαν στην Εθνική Φρουρά. Αυτός ο λαϊκός ένοπλος σχηματισμός σε σύντομο χρονικό διάστημα έφτασε τους 200.000 άνδρες, με 450.000 τουφέκια και 2.000 κανόνια. Η πλειοψηφία της Εθνικής Φρουράς αποτελείτο από εργάτες. Όσο ήταν απαραίτητο να πολεμήσουν εναντίον των στρατών του Βίσμαρκ, δεν ήταν δύσκολο για τη δημοκρατική κυβέρνηση να διοχετεύσει το μίσος των εκμεταλλευόμενων μαζών ενάντια στους εκμεταλλευτές τους σε έναν πατριωτικό αγώνα. Αλλά σύντομα η κατάσταση άλλαξε και ο υφιστάμενος ανταγωνισμός μεταξύ των λαϊκών μαζών και της κυβέρνησης εξερράγη με όλη του τη βία.

Στις 28 Ιανουαρίου η δημοκρατική κυβέρνηση συνθηκολόγησε και παραδόθηκε στον Βίσμαρκ. Ένα κύμα αγανάκτησης κυριαρχεί μέσα στις καρδιές των κατοίκων του Παρισιού για τα δεινά τα οποία τους ανάγκασε να υποστούν ο αιματηρός και ληστρικός πόλεμος που προώθησε η Γαλλική αστική τάξη. Η Εθνική Φρουρά διατηρεί τα όπλα της και μπροστά στους νικητές, θεωρεί τον εαυτό της ως εμπόλεμο σε κατάσταση ανακωχής. Για την αστική κυβέρνηση είναι πλέον ζωτικής σημασίας ο αφοπλισμός του προλεταριάτου. Ο Θιέρσος, επικεφαλής της κυβέρνησης, προσπαθεί να αφοπλίσει την Εθνική Φρουρά. Στις 18 Μαρτίου, τη νύχτα, τα στρατεύματα του Θιέρσου επιχειρούν να πάρουν τα κανόνια που βρίσκονται στα χέρια της. Αλλά η Εθνική Φρουρά δεν επιτρέπει να αφοπλιστεί, ενώ ένα μέρος των στρατευμάτων, που στέλνει ο Θιέρσος, περνάει με το πλευρό του λαού. Αυτή είναι η αρχή της εξέγερσης. Το πρωί το Παρίσι ξυπνά ενωμένο. Ο Θιέρσος, με τα στρατεύματα που ήταν ακόμη πιστά σε αυτόν, αναγκάστηκε να διαφύγει και να καταφύγει στις Βερσαλλίες. Στις 26 του μηνός εξελέγη η Κομμούνα, η πρώτη επαναστατική κυβέρνηση της εργατικής τάξης. Το έργο της ξεκινά στις 28 του μηνός.

Η Κομμούνα ήταν μια πρώτη συγκεκριμένη μορφή δικτατορίας του προλεταριάτου. Η Κομμούνα δημιουργήθηκε αυθόρμητα, δεν ήταν προϊόν της Διεθνούς. Τα μέλη της Διεθνούς εκπροσωπούνταν στην κυβέρνηση, αλλά αποτελούσαν μια μικρή μειοψηφία απέναντι στην πλειοψηφία που αποτελούνταν από μικροαστούς δημοκράτες (μπλανκιστές που ήταν πιο κοντά στο εργατικό κίνημα και τους Προυντονικούς που ήταν αρκετά πιο μακριά από το εργατικό κίνημα). Στην Κεντρική Επιτροπή της Εθνικής Φρουράς, η οποία αποτελούσε την κυβέρνηση προσωρινά, από τις 18 έως τις 26 Μαρτίου, μόνο δύο από τα 35 μέλη της, ο Βαρλέν και ο Αβάν, ανήκαν στη Διεθνή- οι υπόλοιποι ήταν υπάλληλοι και καταστηματάρχες. Ωστόσο, η Κομμούνα βρήκε στη Διεθνή τους πιο ένθερμους και αποφασιστικούς της υπερασπιστές (Βαγιάν).

Κατά τη διάρκεια των δύο μηνών της ύπαρξής της, η Κομμούνα αναγκάστηκε να δώσει έναν σκληρό αγώνα ζωής και θανάτου. Ως εκ τούτου, δεν μπόρεσε να καταρτίσει ένα κατάλληλο λεπτομερές κυβερνητικό πρόγραμμα. Όμως έθεσε σε εφαρμογή μια σειρά μέτρων που μόνο μια εργατική κυβέρνηση θα μπορούσε να εφαρμόσει. Η Κομμούνα διέταξε την κατάργηση του μόνιμου στρατού και της αστυνομίας και την αντικατάστασή τους από τον ένοπλο λαό. Επιπλέον, αφού εξαλείφθηκαν τα μέσα βίας της εκθρονισμένης τάξης, άνοιξε τα εκπαιδευτικά ιδρύματα στον λαό, απελευθερώνοντάς τα από κάθε θρησκευτική παρέμβαση. Η Κομμούνα κατάργησε για πρώτη φορά τη ρίζα κάθε γραφειοκρατίας, τον καριερισμό. Κατέστησε όλους τους αξιωματούχους, συμπεριλαμβανομένων των δικαστών, αιρετούς καθιέρωσε την αρχή της ανάκλησής τους ανά πάσα στιγμή και καθόρισε ένα όριο στο μισθό τους, ο οποίος δεν έπρεπε ποτέ να υπερβαίνει το ποσό των 6.000 φράγκων, τον μέσο μισθό του εργαζόμενου.

Με τις επικρατούσες μπλανκιστικές και προυντονικές τάσεις, η Κομμούνα δεν ήταν δυνατόν να αποφύγει την αφέλεια και τα πολιτικά λάθη. Το σοβαρότερο πολιτικό λάθος ήταν ότι δεν βάδισε εναντίον του Θιέρσου όταν είχε τραπεί σε φυγή, αμέσως μετά την εξέγερση, για να του δώσει το τελικό χτύπημα. Η μεγαλύτερη αφέλεια ήταν να μην πάρει στην κατοχή της τα χρήματα που φυλάσσονταν στην τράπεζα της Γαλλίας, γεγονός που θα έδινε στην επαναστατική κυβέρνηση ένα τεράστιο πλεονέκτημα έναντι της αστικής τάξης. Στην Κομμούνα συμμετείχαν εκατοντάδες διεθνιστές από κάθε χώρα. Περισσότεροι από 150 Ιταλοί μαχητές εντάχθηκαν στις τάξεις της, ενδεικτικά και μόνο, μαζί με πολλούς Πολωνούς και Ρώσους εξόριστους. Διήρκεσε 72 ημέρες. Οι τελευταίοι ηρωικοί υπερασπιστές έπεσαν στις 28 Μαΐου. Η αστική τάξη εξαπέλυσε όλη την αντιδραστική της μανία εναντίον των εξεγερμένων. Τα στρατεύματα του Θιέρσου έσφαξαν νέους, γυναίκες και παιδιά. Όταν η χρήση του τυφεκίου αποδείχθηκε ανεπαρκής, χρησιμοποιήθηκε το πολυβόλο. Η αντεπανάσταση είχε ως αποτέλεσμα περίπου 50.000 θανάτους. Ποτέ άλλοτε δεν είχε γίνει σφαγή τέτοιων διαστάσεων και τέτοιας σκληρότητας. Όσοι διέφυγαν από τη σφαγή κατέληξαν σε καταναγκαστική εργασία και σε σωφρονιστικά «λουτρά» στο εξωτερικό.

Η Παρισινή Κομμούνα ήταν η ενσάρκωση ενός νέου τύπου κράτους. Ιδού τα λόγια με τα οποία ο Μαρξ ανέδειξε την ιστορική της ουσία: “Το πραγματικό της μυστικό”, λέει, “ήταν το εξής: ότι ήταν ουσιαστικά μια κυβέρνηση της εργατικής τάξης, το προϊόν του αγώνα των παραγωγών ενάντια στην τάξη των σφετεριστών, η πολιτική μορφή που ανακαλύφθηκε τελικά, με την οποία θα μπορούσε να επιτευχθεί η οικονομική χειραφέτηση της εργασίας”.

Η Κομμούνα ήταν η πρώτη συγκεκριμένη μορφή εκδήλωσης της προλεταριακής εξουσίας. Διάλυσε την παλιά κρατική μηχανή και την αντικατέστησε με ένα αυτοδιοικούμενο σώμα της εργατικής τάξης, το οποίο αποφάσιζε και εφάρμοζε τις δικές του αποφάσεις χωρίς διαχωρισμό της εξουσίας σε νομοθετική και εκτελεστική. Φυσικά, δημιούργησε αυτό το νέο είδος κράτους μόνο για ένα πολύ σύντομο χρονικό διάστημα και μόνο για την πόλη του Παρισιού. Και όχι μόνο αυτό, αλλά η οικοδόμηση αυτής της πρώτης νέας μορφής κράτους δεν έλαβε χώρα με εντελώς συνειδητή μορφή, τα περισσότερα μέλη της Κομμούνας δεν είχαν επίγνωση του τι έκαναν, αλλά με βάση τα ένστικτα των μαζών. Ωστόσο, παρά τους περιορισμούς αυτούς, η Παρισινή Κομμούνα αποτελεί την πρώτη ενσάρκωση της δικτατορίας του προλεταριάτου και σε αυτό έγκειται η ιστορική της σημασία.

Η Οκτωβριανή Επανάσταση, εγκαθιδρύοντας τη σοβιετική εξουσία στη Ρωσία, συνέχισε ιστορικά το δρόμο που είχε ανοίξει η Παρισινή Κομμούνα. Η Κομμούνα ήταν έτσι το πρώτο στάδιο στην ανάπτυξη της δικτατορίας του προλεταριάτου. Το δεύτερο στάδιο συγκροτείται από την εξουσία των Σοβιέτ στη Ρωσία. Η επόμενη προλεταριακή επανάσταση, συνεχίζοντας σε αυτό το μονοπάτι θα πρέπει να γκρεμίσει στην Ευρώπη και σε ολόκληρο τον κόσμο την κρατική μηχανή των καπιταλιστών και να οικοδομήσει πάνω στα ερείπιά τους ένα προλεταριακό οργανισμό μαζικής αυτοδιοίκησης, μια μορφή εξουσίας προσιτή στο προλεταριάτο σε όλες τις χώρες με την οποία θα μπορεί να εξαλείψει την κυριαρχία των εκμεταλλευτών και να οικοδομήσει το δικό της μέλλον.

Η Παρισινή Κομμούνα επίσης έφερε στο φως αυτό που αργότερα θα ήταν ένα χαρακτηριστικό των μεταγενέστερων επαναστάσεων, δηλαδή ότι οι αστικοί στρατοί ενώνονται εναντίον του προλεταριάτου. Η δικτατορία των Σοβιέτ αναγκάστηκε να πολεμήσει επί τρία χρόνια εναντίον των στρατών της ευρωπαϊκής αστικής τάξης… και ναι η σοβιετική εξουσία δημιουργήθηκε με αίμα. Οι αστικές τάξεις πάντα ενώνονται για να συντρίψουν την εξέγερση των μαζών. Αυτό σημαίνει ότι η επόμενη επανάσταση θα πρέπει για να κερδίσει να υπολογίζει στην ευρύτερη, αποτελεσματικότερη και αδιάκοπη διεθνή αλληλεγγύη του προλεταριάτου.

Κλείνοντας την περίφημη “Ομιλία του Γενικού Συμβουλίου της Διεθνούς Ένωσης Εργαζομένων” στις 30 Μαΐου 1871, ο Μαρξ είχε αξέχαστα λόγια επαίνου για την Κομμούνα. Δήλωσε: «Το Παρίσι της εργατικής τάξης, η Κομμούνα, θα εορτάζεται στην αιωνιότητα ως ο ένδοξος προάγγελος μιας νέας κοινωνίας. Οι μάρτυρές του έχουν για τεφροδόχο τους τη μεγάλη καρδιά της εργατικής τάξης. Τους εξολοθρευτές της, η ιστορία τους έχει ήδη καρφώσει σε εκείνο τον αιώνιο στύλο από το οποίο όλες οι προσευχές των ιερέων τους δεν θα μπορέσουν να τους λυτρώσουν». Η μνήμη της Παρισινής Κομμούνας δεν πρέπει μόνο να αναζωπυρώσει μέσα μας το κομμουνιστικό πάθος, πρέπει να μας καλεί να μάθουμε τα διδάγματα της ιστορίας για την καλύτερη εκπλήρωση των πρακτικών καθηκόντων της σημερινής επανάστασης.