του Μάουρι Κολόν

Δέκα χρόνια μετά τη λαϊκή εξέγερση που έδιωξε τον Tυνήσιο δικτάτορα Μπεν Αλί από την εξουσία, ανάβοντας τη φλόγα της εξέγερσης στον Ισλαμικό κόσμο, την «Αραβική Άνοιξη», μια νέα εξέγερση κλονίζει τα εδάφη τους.

Έχουν περάσει πέντε ημέρες διαμαρτυριών, που προκλήθηκαν από την κατάρρευση της οικονομικής κατάστασης (το ΑΕΠ έπεσε 8%, χωρίς προοπτική ανάκαμψης, λόγω της πανδημίας), την επισφάλεια της εργασίας, την ανεργία (μεταξύ των νέων, είναι περίπου 40%), και την αύξηση των τιμών των βασικών προϊόντων. Η κατάσταση αυτή πυροδότησε κινητοποιήσεις σε αρκετές πόλεις της Τυνησίας, συμπεριλαμβανομένης της πρωτεύουσας και της παράκτιας πόλης Σούσε.

Οι αρχές αποφάσισαν τετραήμερο περιορισμό συνοδευόμενο από απαγόρευση κυκλοφορίας, η οποία παραβιάστηκε από χιλιάδες νέους στις μεγάλες πόλεις της χώρας. Το Υπουργείο Εσωτερικών ανακοίνωσε την περασμένη Δευτέρα την κράτηση 632 ατόμων, τα περισσότερα μεταξύ 15 και 25 ετών, κατά τη διάρκεια των τριών νυχτών των διαδηλώσεων. Οι ταραχές ξεκίνησαν στις φτωχότερες γειτονιές της πρωτεύουσας και από εκεί εξαπλώθηκαν και σε άλλες περιοχές της χώρας. Έχουν αναφερθεί λεηλασίες, κάψιμο ελαστικών και συγκρούσεις με την αστυνομία. Ο στρατός έχει αναπτυχθεί στους δρόμους, με στόχο να αποτρέψει τον πληθυσμό από επιθέσεις σε κυβερνητικά κτίρια (El País, 18/1).

Στη Σιλιάνα, στη βόρεια Τυνησία, εμφανίστηκαν βίντεο σε κοινωνικά δίκτυα που έδειχναν ένα αστυνομικό να χτυπάει έναν βοσκό του οποίου τα πρόβατα φέρεται να είχαν εισέλθει σε επίσημο κτίριο. Η αστυνομία έριξε δακρυγόνα σε διαδηλωτές που διαμαρτύρονταν γι’ αυτή τη βαρβαρότητα, οι οποίοι αποκρίθηκαν πετώντας πέτρες και κλείνοντας τους δρόμους με φλεγόμενα λάστιχα. Τις επόμενες ημέρες, οι διαμαρτυρίες αυξήθηκαν και εξαπλώθηκαν στις εργατικές συνοικίες όπως οι Ετάντχαμεν και Αλ-Καρμ, καθώς και στις Κασερίν, Σμπέϊτλα, Μπιζέρτε, Μπέζα Καιζουράν και Μοναστίρ (WSWS, 19/1).

Η συνδικαλιστική γραφειοκρατία, η οποία είναι συγκεντρωμένη στη Γενική Ένωση Τυνήσιων Εργαζομένων (UGTT), το εθνικό συνδικάτο που ιστορικά συνδέεται με το καθεστώς Μπεν Αλί, εξέδωσε μια δήλωση για να καταγγείλει το κίνημα του αγώνα, το οποίο αποκάλεσε εγκληματική ενέργεια. Η UGTT προειδοποίησε επίσης τους νέους διαδηλωτές να μην πραγματοποιήσουν νυχτερινές διαδηλώσεις και κατήγγειλε «τις πράξεις βανδαλισμού και λεηλασίας δημόσιας και ατομικής ιδιοκτησίας που διαπράχθηκαν τις τελευταίες ημέρες» (ο.π.).

Πολιτική Κρίση

Το πολιτικό καθεστώς, το οποίο προέκυψε από την κρίση της τελευταίας δεκαετίας, αποτελείται από τεχνοκράτες και ένα ιδιαίτερα κατακερματισμένο Κοινοβούλιο. Το κύριο κόμμα, η Ισλαμική Ennahda, έλαβε στις βουλευτικές εκλογές του 2019 μόνο 57 βουλευτές, επί συνόλου 217. Η τελευταία υπουργική κρίση σημειώθηκε το περασμένο Σάββατο, όταν ο Πρωθυπουργός Χιχέμ Μετσίτσι ανακοίνωσε την αλλαγή στους επικεφαλής 12 υπουργείων, η οποία πρέπει να εγκριθεί από το Κοινοβούλιο. Από την έναρξη της πανδημίας τον Φεβρουάριο του 2020, το Υπουργείο Υγείας έχει αλλάξει τέσσερις φορές ηγεσία.

Η πολιτική μετάβαση δεν μπόρεσε να διορθώσει τα προβλήματα του παλιού οικονομικού συστήματος και τα προνόμια της ολιγαρχίας που υποστήριζε τον Μπεν Αλί. Το Ελεύθερο Δεσποτικό Κόμμα (PDL), το οποίο υπερασπίζεται τα συμφέροντα εκείνων που νοσταλγούν τον Μπεν Αλί, προηγείται επί ένα χρόνο των δημοσκοπήσεων των προθέσεων ψήφου με ένα ευρύ πλεονέκτημα (Swissinfo, 18/1).

Το βιβλίο της «Αραβικής Άνοιξης» έχει νέα κεφάλαια να γραφτούν.

20/01/2021

Το άρθρο του Μάουρι Κολόν αναδημοσιεύεται από την Politica Obrera